Η θαυματουργός εικόνα "Παναγίας της Κεράς"απο το χωριό Μονή του Δημου Ανατολικού Σελίνου

Η θαυματουργός εικόνα "Παναγίας της Κεράς"απο το χωριό Μονή του Δημου Ανατολικού Σελίνου

Παρασκευή 9 Απριλίου 2010

Αγιος Κοσμάς ο Αιτωλός-Ἐρευνᾶτε τὰς Γραφάς


ΔΙΔΑΧΗ Γ’


Ἐρευνᾶτε τὰς Γραφᾶς ὅτι ἐν αὐταῖς εὑρίσκετε ζωὴν αἰώνιον. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἀδελφοί μου, ὁ γλυκύτατος Δεσπότης καὶ ποιητῆς τῶν Ἀγγέλων καὶ πάσης νοητῆς καὶ αἰσθητῆς κτίσεως, παρακινούμενος ἀπὸ τὴν εὐσπλαχνίαν καὶ πολλήν του ἀγαθότητα καὶ ἀγάπην ὁποὺ ἔχει εἰς τὸ γένος μας, μᾶς ἐχάρισε καὶ μᾶς χαρίζει καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν τὴν αὐγὴν καὶ τὸν δοξάζομεν. Καὶ ἐδιαβάσαμεν τὸ ἅγιον Εὐχέλαιον, καὶ ἐχρίσθημεν εἰς βοήθειάν μας, καὶ ἄμποτε ὁ Κύριος νὰ μᾶς εὐσπλαχνισθῆ διὰ πρεσβειῶν τῆς Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας καὶ πάντων τῶν Ἁγίων, νὰ συγχωρήση τὰς ἁμαρτίας μας καὶ νὰ μᾶς ἀξιώση τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, νὰ εὐφραινώμεθα καὶ νὰ δοξάζωμεν τὴν Ἁγίαν Τριάδα. Τὸν παλαιὸν καιρόν, χριστιανοί μου, οἱ ἄνθρωποι ἦσαν καθαροὶ καὶ ὠμίλουν μὲ τὸν Θεὸν (35)· ὕστερον ὅμως ἐξέπεσον εἰς ἁμαρτίαν καὶ δὲν ἦσαν ἄξιοι νὰ ὁμιλοῦν μὲ τὸν Θεόν. Ἐφώτισε πρῶτον τὸ Ἅγιον Πνεῦμα τοὺς ἁγίους Προφήτας καὶ μᾶς ἔγραψαν τὴν Ἁγίαν Γραφήν· ἐφώτισε δεύτερον τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους· ἐφώτισε καὶ τρίτον τοὺς ἁγίους Πατέρας καὶ μᾶς ἐξήγησαν τὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας μας, διὰ νὰ ἠξεύρωμεν ποῦ περιπατοῦμεν.

Παραδείγματα ἀρετῆς ἐκ τῶν Γραφῶν

1. ΜΩΥΣΗΣ

Κατὰ τὸν καιρὸν ἐκεῖνον ἦτον ἕνας ἄνθρωπος καὶ ἐλέγετο Μωϋσῆς. Αὐτὸς ἀπὸ μικρὸν παιδίον ὁποὺ ἦτον, ἔλαβε δυὸ χαρίσματα εἰς τὴν καρδίαν του· ἀγάπην εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τοὺς ἀδελφούς του. Ὥστε πρέπει καὶ ἡμεῖς οἱ εὐσεβεῖς χριστιανοὶ νὰ ἔχωμεν αὐτὰς τὰς δυὸ ἀγάπας, καὶ αὕτη εἶνε ἡ ἐντολὴ τοῦ Κυρίου: «Αὕτη ἐστὶν ἡ ἐντολὴ ἡ ἐμή, ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς». Ἀκούετε, ἀδελφοί μου, τί λέγει ὁ Χριστός; Ὅτι καθὼς ἐγὼ ὑβρίσθηκα, ἐδάρθηκα, ἐπείνασα, ἐδείψασα, καὶ ἐσταυρώθηκα, καὶ ἔχυσα τὸ αἷμά μου διὰ τὴν ἀγάπην σας, διὰ νὰ σᾶς ἐλευθερώσω ἀπὸ τὰς χείρας τοῦ διαβόλου, ἔτσι πρέπει καὶ ἐσεῖς ν᾿ ἀγαπᾶτε τὸν Θεὸν καὶ τοὺς ἀδελφοὺς σας, καί, ἂν τύχη καὶ ἀνάγκη, νὰ χύνετε καὶ τὸ αἷμα σας διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ ἀδελφοῦ σας. Ἡ τελεία ἀγάπη εἶνε νὰ πωλήσης ὅλα σου τὰ πράγματα καὶ νὰ τὰ δώσης ἐλεημοσύνην, καὶ σὺ νὰ πωληθῆς σκλάβος, καὶ ὅσα παίρνεις νὰ τὰ δίδης ἐλεημοσύνην. Εἰς τὴν ἀνατολὴν ἦτον ἕνας Δεσπότης, τοῦ ἐπῆραν ἀπὸ τὴν ἐπαρχίαν του ἑκατὸν σκλάβους, ἐπώλησεν ὅλα του τὰ πράγματα καὶ τοὺς ἐξεσκλάβωσεν. Ἕνα παιδὶ μιᾶς χήρας ἀπέμεινε σκλαβωμένο. Τί κάμνει ὁ Δεσπότης; Ξυρίζεται καὶ πηγαίνει καὶ παρακαλεῖ τὸν ἀφέντη, ὁποὺ εἶχε τὸ παιδί, νὰ τὸ ἐλευθερώση, καὶ νὰ κρατήση ἐκεῖνον σκλάβον, ὅπερ καὶ ἐγένετο. Καὶ ἐπερνοῦσε μεγάλην σκληραγωγίαν, ἕως ὁποὺ διὰ τὴν ὑπομονήν του τὸν ἠξίωσεν ὁ Θεὸς καὶ ἔκαμνε θαύματα. Ὕστερα τὸν ἠλευθέρωσεν ὁ ἀφέντης του καὶ πάλιν ἔγινεν ἀρχιερεύς. Αὐτὴν τὴν ἀγάπην θέλει ὁ Θεὸς νὰ ἔχωμεν καὶ ἡμεῖς. Εὑρίσκεται κανένας νὰ ἔχη αὐτὴν τὴν ἀγάπην; Ὄχι! Μὴ πωλεῖσαι σύ, πώλησον μόνον τὰ πράγματά σου καὶ δός τα ἐλεημοσύνην. Δὲν δύνασαι νὰ τὸ κάμης; Δόσε τὸ ἥμισυ, τὸ τρίτον, ἢ τὸ τέταρτον. Δὲν δύνασαι καὶ τοῦτο; Μὴ παίρνης τὸ ψωμὶ τοῦ ἀδελφοῦ σου, μὴ τὸν κατατρέχης, μὴ τὸν συκοφαντῆς. Πῶς θέλομεν νὰ σωθῶμεν, ἀδελφοί μου; Τὸ ἕνα μας φαίνεται βαρύ, τὸ ἄλλο πικρόν. Ὁ Θεὸς εἶνε εὔσπλαγχνος, ναί! ἀλλ᾿ εἶνε καὶ δίκαιος· ἔχει καὶ ράβδον σιδηρᾶν. Λοιπὸν ἂν θέλωμεν νὰ σωθῶμεν, πρέπει νὰ ἔχωμεν τὴν ἀγάπην εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τοὺς ἀδελφούς μας.

Ἐνήστευσεν ὁ Μωϋσῆς σαράντα ἡμερόνυκτα καὶ ἔγινεν ὡσὰν ἄγγελος. Ἔτσι καὶ ἡμεῖς νὰ νηστεύωμεν τὴν Τετάρτην, διότι ἐπωλήθη ὁ Χριστός μας, καὶ τὴν Παρασκευήν, διότι ἐσταυρώθη. Καὶ καθὼς ὁ Μωϋσῆς ἔμαθε γράμματα, ἔτσι πρέπει καὶ ἡμεῖς νὰ μανθάνωμεν, διὰ νὰ ἠξεύρωμεν τὸν Νόμον τοῦ Θεοῦ· καὶ ἂν δὲν ἐμάθετε οἱ γονεῖς, πρέπει νὰ μάθουν τὰ τέκνα σας. Δὲν βλέπετε ὅτι ἀγρίωσε τὸ Γένος μας ἀπὸ τὴν ἀμάθειαν καὶ ἐγίναμεν ὡσὰν θηρία; Διὰ τοῦτο σᾶς συμβουλεύω νὰ κάμετε σχολεῖον, διὰ νὰ ἐννοῆτε τὸ ἅγιον Εὐαγγέλιον καὶ τὰ λοιπὰ βιβλία.

Βλέπων ὁ πανάγαθος Θεὸς τὴν καλήν του γνώμην τὸν ἠξίωσε καὶ ἔγινε βασιλεὺς εἰς τοὺς Ἑβραίους καὶ ἐβασίλευσε τεσσαράκοντα χρόνους· τὸν ἠξίωσε καὶ ἔγινε προφήτης. Καὶ τί θέλει νὰ εἰπῆ προφήτης; Νὰ ἠξεύρη τὰ περασμένα καὶ τὰ μέλλοντα. Ἔτσι καὶ ἡμεῖς ἀδελφοί μου, ὅταν κάμωμεν καλὰ ἔργα, μᾶς ἀξιώνει καὶ ἡμᾶς, καὶ ὅ,τι τοῦ ζητήσωμεν μὲ πίστιν μᾶς τὸ δίδει. Εἰ δὲ καὶ κάμνομεν κακὰ καὶ δὲν ἔχομεν ἀγάπην καὶ ἔχομεν τὸ μίσος, τότε δὲν ἔχομεν μέρος μὲ τὸν Θεόν, ἀλλὰ μὲ τὸν διάβολον εἰς τὴν κόλασιν νὰ καιώμεθα πάντοτε.

2. ΝΩΕ

Τὸν παλαιὸν καιρόν, ἀδελφοί μου, ὁ μισόκαλος διάβολος ἔβγαλεν ὅλας του τὰς κακίας καὶ παρεκίνει τοὺς ἀνθρώπους νὰ ὑπερηφανεύωνται, νὰ φονεύωνται, νὰ πορνεύουν, νὰ μοιχεύουν, νὰ κάμνουν πράγματα τὰ ὁποῖα δὲν ἔκαμνον μήτε τὰ ἄλογα ζῶα, καὶ τὸ χειρότερον, ἐπροσκυνοῦσαν διὰ Θεὸν τὸν ἥλιον, ἄλλος τὴν σελήνην, ἄλλος τὴν θάλασσαν. Θέλων ὁ Θεὸς νὰ κάμη κατακλυσμὸν νὰ χαλάση τὸν κόσμον, ἐπρόσταξε τὸν Νῶε νὰ κάμη ἕνα καράβι ἐπάνω εἰς τὴν γῆς, διὰ νὰ τὸν ἐρωτοῦν οἱ ἄνθρωποι, διατὶ τὸ κάμνεις; Νὰ τοὺς λέγη ὅτι ὁ Θεὸς θὰ χαλάση τὸν κόσμον, καὶ αὐτοὶ θὰ τὸν περιγελοῦν, ἀλλὰ νὰ μὴν τὸν μέλη. Ἤρχισεν ὁ Νῶε τὸ καράβι. Τὸν ἐρωτοῦσαν οἱ ἄνθρωποι: Διατὶ κάμνεις τὸ καράβι; Ὁ Νῶε τοὺς ἔλεγε: Διότι ὁ Θεὸς θὰ χαλάση τὸν κόσμον. Ἐκεῖνοι τοῦ ἔλεγον ὅτι εἶνε τρελλός. Τί ἔπαθεν ὁ Θεὸς νὰ χαλάση τὸν κόσμον; Ὁ Νῶε ἐτήραγε τὴν δουλειά του, καὶ εἰς 100 χρόνους ἐτελείωσε τὸ καράβι (36). Τὸν καιρὸν ἐκεῖνον ὀκτὼ ἄνθρωποι εὑρέθησαν καλοί· Ὁ Νῶε, ἡ γυναίκα του, τὰ τρία του τέκνα καὶ αἱ τρεῖς του νυφάδες. Θέλων ὁ Θεὸς νὰ φυλάξη αὐτοὺς τοὺς ὀκτώ, ἐπρόσταξε τὸν Νῶε νὰ πισσώση τὸ καράβι, διὰ νὰ μὴ ἔμβη μέσα βροχή, καὶ νὰ ἐμβάση μέσα ὅλα τὰ ζῶα, ἀρσενικὰ καὶ θηλυκά, καθαρὰ καὶ ἀκάθαρτα. Καὶ ἀφοῦ ἐμβῆκε καὶ αὐτὸς μέσα μὲ τὴν γυναῖκά του, τὰ παιδιά του, καὶ οἱ νυφάδες του, ἔκλεισε τὸ καράβι. Οἱ ἄνθρωποι ἔξω ἔτρωγον, ἔπινον, ἔκαμνον πραγματείας καὶ ἄλλα διαβολικὰ ἔργα. Τότε ἤνοιξεν ὁ Θεὸς τοὺς καταρράκτας τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἔπιπτεν ἡ βροχὴ ὡς ποταμὸς εἰς τὴν γῆν. Ἐφώναζον οἱ ἄνθρωποι: Νῶε, ἄνοιξόν μας νὰ ἔμβωμεν εἰς τὸ καράαβι. Ὁ Νῶε τοὺς ἔλεγε: Ποῦ εἶσθε ἐδῶ καὶ ἑκατὸ χρόνους ὁποὺ σᾶς ἔλεγον ὅτι ὁ Θεὸς θὰ χαλάση τὸν κόσμον; Τώρα τί νὰ σᾶς κάμω; Ἐν τῷ ᾅδῃ οὐκ ἐστι μετάνοιαν! Καὶ τότε ἐπλημμύρισεν ἡ γῆ, καὶ τὸ νερὸ ἐσκέπασεν ὅλα τὰ ὄρη, καὶ ἐπνίγησαν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ἐκτὸς τοῦ Νῶε καὶ τῆς οἰκογενείας του. Καὶ πάλιν ἀπὸ αὐτοὺς ἐγέμισεν ὅλος ὁ τόπος, καθὼς λέγει ὁ Χριστὸς εἰς τὸ ἅγιον Εὐαγγέλιον. «Ὥσπερ αἱ ἡμέραι τοῦ Νῶε, οὕτως ἔσται καὶ ἡ παρουσία τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου», ἤγουν: Καθὼς εἰς τὸν καιρὸν τοῦ Νῶε οἱ ἄνθρωποι δὲν ἐπίστευον, ἀλλὰ τὸν περιγέλων, ἕως ὅτου ἦλθεν ἔξαφνα ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ, ὁ κατακλυσμός, καὶ ἔπνιξεν ὅλον τὸν κόσμον, ὁμοίως καὶ τώρα, χριστιανοί μου, εἰς τὴν Δευτέραν Παρουσίαν τοῦ Κυρίου, δὲν θὰ πιστεύωσιν οἱ ἄνθρωποι καθὼς καὶ τότε. Τὰ λόγια ὅπου σᾶς λέγω δὲν εἶνε ἰδικά μου, ἀλλὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· καὶ ὅστις θέλει ἂς πιστεύση. Ἐγὼ τὸ χρέος μου τὸ ἔκαμα. Ἔπαθα μίαν ἀπάτην, ἀδελφοί μου· ὅταν ἤμουν νέος ἔλεγα: Ἂς κάμω ἁμαρτίας, καὶ ὅταν γηράσω κάμνω καλὰ καὶ σώζομαι. Τώρα ἐγήρασα καὶ αἱ ἁμαρτίαι ἔκαμον ρίζας καὶ δὲν ἠμπορῶ νὰ κάμω κανένα καλόν. Λοιπὸν προσέξετε καὶ σεῖς νὰ μὴ πάθητε τὰ ὅμοια, ἀλλὰ τώρα, ὁποὺ ἔχετε καιρόν, κάμνετε καλὰ διὰ νὰ σωθῆτε.

Ἡ δουλεία τοῦ Γένους

Τριακόσιους χρόνους μετὰ τὴν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ μᾶς ἔστειλεν ὁ Θεὸς τὸν ἅγιον Κωνσταντῖνον καὶ ἐστερέωσε βασίλειον χριστιανικόν· καὶ τὸ εἶχαν χριστιανοὶ τὸ βασίλειον 1150 χρόνους. Ὕστερον τὸ ἐσήκωσεν ὁ Θεὸς ἀπὸ τοὺς χριστιανοὺς καὶ ἔφερε τὸν Τοῦρκον καὶ τοῦ τὸ ἔδωσε διὰ ἰδικόν μας καλόν, καὶ τὸ ἔχει ὁ Τοῦρκος 320 χρόνους. Καὶ διατὶ ἔφερεν ὁ Θεὸς τὸν Τοῦρκον καὶ δὲν ἔφερεν ἄλλο γένος; Διὰ ἰδικόν μας συμφέρον· διότι τὰ ἄλλα ἔθνη θὰ μᾶς ἔβλαπτον εἰς τὴν πίστιν, ὁ δὲ Τοῦρκος ἄσπρα ἅμα τοῦ δώσης κάμνεις ὅ,τι θέλεις.


Θέλων ὁ Κύριος νὰ μᾶς φυλάξη ἀπὸ τὴν κατάκρισιν μᾶς ἐχάρισεν ἕνα λόγον, τὸν ὁποῖον ἂν φυλάξωμεν θὰ σωθῶμεν. Ποίος εἶνε ὁ λόγος οὗτος; «Ὃ σὺ μισεῖς, ἑτέρῳ μὴ ποιήσης», δηλαδή: Ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον δὲν θέλεις νὰ σοῦ κάμη ἄλλος, μὴ τὸ κάμνεις καὶ σὺ εἰς ἄλλον. Καθὼς δὲν θέλεις νὰ σὲ κλέψουν οἱ ἄλλοι, ἔτσι καὶ σὺ νὰ μὴ κλέπτης, νὰ μὴ φονεύης τοὺς ἄλλους.

www.nektarios.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου