Άγιοι της Αλάσκας – Ορθόδοξο συναξάρι
Θεόδ. Ι. Ρηγινιώτης
Σύνοψη στοιχείων από το ομώνυμο βιβλίο του καθηγητή Μικροβιολογίας του Παν/μίου Αθηνών Γεωργίου Εμμ. Πιπεράκι, εκδ. Μυριόβιβλος, 2004.
1. Γενικά
Το βορειοδυτικό τμήμα της Αμερικανικής Ηπείρου αποτελείται από μια τεράστια χερσόνησο, τη «Μεγάλη Χώρα», που στη γλώσσα των ιθαγενών λέγεται «Αλί-ακ-Σα» και έφθασε σε μας ως Αλάσκα.
Η Αλάσκα χωρίζεται από την Ασία με μια στενή λουρίδα θάλασσας, τον Βερίγγειο Πορθμό, ενώ ανατολικά συνορεύει με τον Καναδά. Το γεωγραφικό της πλάτος είναι ίδιο με της Νορβηγίας. Το νοτιοδυτικό της άκρο περιλαμβάνει ένα τόξο από 150 ηφαιστειογενή νησιά, τις γνωστές «Αλεούτιες Νήσους». Είναι μια χώρα 12 φορές πιο μεγάλη από την Ελλάδα, με κλίμα πολικό στο βορρά, ωκεάνιο στο νότο, με θερμοκρασίες που κυμαίνονται από -62ο C το χειμώνα έως +25ο C το καλοκαίρι.
Η νύχτα διαρκεί έξι μήνες, με μόνα φώτα τη σελήνη και το πολικό σέλας. Η μέρα διαρκεί κι αυτή έξι μήνες, είναι όμως θαμπή και ο ήλιος δύει πολύ λίγο όσο πλησιάζουμε προς τον Ιούνιο, οπότε ανατέλλει αμέσως μετά τη δύση του, γι’ αυτό η Αλάσκα ονομάζεται «χώρα του ηλίου του μεσονυκτίου». Ο μεγαλύτερος ποταμός, ο Γιούκων, είναι παγωμένος 8 μήνες το χρόνο.
Πολλά ηφαίστεια και απέραντοι παγετώνες, αραιότατη βλάστηση και πολικά ζώα και λίγους –ανάλογα με την έκτασή της– ανθρώπους βρίσκει κανείς στην Αλάσκα. Οι ιθαγενείς ανήκουν σε διάφορες φυλές. Στο εσωτερικό της χώρας, στις βόρειες και τις δυτικές ακτές κατοικούν Εσκιμώοι. Τα νησιά τα κατοικούν Αλεούτοι, τη Σίτκα Κολόσσοι, τις ατλαντικές ακτές Ερυθρόδερμοι που ανήκουν στις φυλές των Κενάγτζων και των Τσουγκάτσων. Αμερικανοί είναι επίσης και οι Κοντιάκοι.
Σήμερα η σύνθεση του πληθυσμού της Αλάσκας έχει αλλάξει πολύ, λόγω της μεγάλης μετανάστευσης των λευκών, που έφεραν μαζί φυσικά και τον πολιτισμό, αλλά και τα προβλήματά τους…
Στην Αλάσκα υπάρχουν σημαντικά κοιτάσματα χρυσού, αργύρου και άλλων μετάλλων, πετρέλαιο και ζώα όπως τάρανδοι, φώκιες, σολωμοί, που, μαζί με τα πολύτιμα δάση της, έχουν συντελέσει πολύ στην οικονομική ανάπτυξή της.
Για την ύπαρξη της Αλάσκας μίλησε πρώτος ο Δανός Βίτους Μπέριγκ, που υπηρετούσε στο Ρωσικό Ναυτικό. Ανακαλύφθηκε από το Ρώσο θαλασσοπόρο Γκρόζντεφ, το 1730, και εξερευνήθηκε από τους Μπέριγκ και Κιρίκωφ το 1740-41, οπότε έγινε αποικία της τσαρικής Ρωσίας. Το Μάρτιο του 1867 πωλήθηκε ολόκληρη στους Αμερικανούς αντί 7.200.000 δολαρίων!! Η αρχικά «κτήση» των ΗΠΑ έγινε «Τερριτόριον» το 1912, για να καταλήξει το 1958 να γίνει «49η» Πολιτεία των ΗΠΑ.
2. Το πρώτο ορθόδοξο φως στην Αλάσκα
Το χριστιανικό μήνυμα έφτασε στην Αλάσκα πρώτα από τους Ρώσους εμπόρους, που δρούσαν όμως κυρίως με οικονομικά κίνητρα. Έδειξαν σοβαρό ζήλο να βαπτίζουν ιθαγενείς, επειδή οι βαπτιζόμενοι έδειχναν μεγάλη αφοσίωση στους αναδόχους τους και τους βοηθούσαν πολύ στις εργασίες τους. Ωστόσο, το 1774 ο ειλικρινά ευσεβής Γρηγόριος Σελέχωφ, ιδρυτής της Ρωσοαμερικανικής Εταιρείας, έχτισε ναό και σχολείο στο Κόντιακ, βάπτισε πολλούς ιθαγενείς και μαζί με το συνεργάτη του, Ιβάν Κγολίκωφ, ζήτησε από την τσαρίνα Αικατερίνη Β΄ και την Ιερά Σύνοδο της Ρωσικής Εκκλησίας να σταλούν κανονικοί ιεραπόστολοι, τη συντήρηση των οποίων θα αναλάμβανε ο ίδιος και οι συνεταίροι του.
Στις 24 Σεπτεμβρίου 1794 το πλοίο ανεφοδιασμού των ρωσικών εμπορικών αποστολών αποβίβασε στο νησί Κόντιακ την πρώτη ιεραποστολική ομάδα, ύστερα από ταξίδι που κράτησε περισσότερες από σαράντα ημέρες. Η ομάδα αποτελούνταν από 4 ιερομονάχους, 2 ιεροδιακόνους και 2 μοναχούς των φημισμένων μονών Βαλαάμ –πνευματικός πατέρας της οποίας ήταν ο μεγάλος Ρώσος στάρετς άγιος Ναζάριος– και Κόνιεφ (της λίμνης Λαντόγκα), με επικεφαλής τον αρχιμανδρίτη Ιωάσαφ Μπολότωφ. Τα ονόματά τους ήσαν Ιωάσαφ, Ιουβενάλιος, Αθανάσιος, Μακάριος, Νεκτάριος, Στέφανος, Γερμανός και Ιωάσαφ.
Παρά τις φοβερές δυσκολίες, αλλά και τα εμπόδια που έθετε στο δρόμο τους η αποικιοκρατική συμπεριφορά των περισσότερων Ρώσων εμπόρων, οι άξιοι αυτοί ιεραπόστολοι, με τη βοήθεια του Θεού, κατόρθωσαν να θεμελιώσουν την ορθόδοξη Εκκλησία στην παγωμένη Μεγάλη Χώρα.
Έτσι άρχισε μια πραγματική εποποιία. Οι ορθόδοξοι ιεραπόστολοι, κακοπαθούντες, χλευαζόμενοι και εγκαταλειπόμενοι, αναδείχθηκαν οι μοναδικοί φίλοι και υπερασπιστές των ιθαγενών. Στα πρόσωπά τους, η ορθοδοξία εμφανίστηκε ως γνήσια Εκκλησία, σταυρωμένη αλλά δυνατή, απηλλαγμένη από τα πάθη των δυτικών ιεραποστόλων, που εμφάνισαν στην Αμερική έναν χριστιανισμό σύμμαχο και συνεταίρο κρατικών και οικονομικών συμφερόντων συνοψισμένο στα περίφημα «3Μ» (Missionary = ιεραπόστολος, Military = στρατιωτικός, Merchant = έμπορος).
Τον Ιούλιο του 1796 η Ρωσική Ιερά Σύνοδος ανακήρυξε την Αλάσκα σε υποεπισκοπή του Ιρκούτσκ της Σιβηρίας με πρώτο επίσκοπο τον αρχιμανδρίτη Ιωάσαφ. Δυστυχώς, το πλοίο «Φοίνιξ», που μετέφερε τον επίσκοπο και τη συνοδεία του για την ανάληψη των καθηκόντων τους, ναυάγησε και ο επίσκοπος Ιωάσαφ πνίγηκε, μαζί με τους συνοδούς του Μακάριο και Στέφανο.
Από τους ιεραποστόλους του πρώτου κλιμακίου, ο π. Αθανάσιος και ο π. Νεκτάριος επέστρεψαν στη Ρωσία και στην παγωμένη γη απέμειναν οι ιερομόναχοι Ιουβενάλιος και Μακάριος και ο μοναχός Γερμανός.
Ο π. Μακάριος εγκαταστάθηκε στη μεγαλύτερη από τις Αλεούτιες Νήσιους, την Ουναλάσκα, όπου έχτισε ναό, βάπτισε 2.500 ιθαγενείς και τέλεσε 536 γάμους.
3. Οι άγιοι της Αλάσκας
Οι άγιοι της Αλάσκας εορτάζονται όλοι μαζί στις 13 Δεκεμβρίου, ημέρα της σύναξής τους (=εορτής προς τιμήν τους).
Α. Ο άγιος ιερομάρτυς Ιουβενάλιος
Ο άγιος Ιουβενάλιος, πρωτομάρτυς της Αμερικανικής Ηπείρου, προχώρησε ως μοναχικός οδοιπόρος στο εσωτερικό της Αλάσκας κηρύσσοντας το χριστιανισμό με ταπείνωση και επιτυχία. Πέρασε στον κόλπο Τσεγκάι, όπου ζουν οι Τσουγκάτσοι, και πιο βόρεια, στους Κολόσσους και σε άλλες απομακρυσμένες ινδιάνικες φυλές. Φθάνοντας στις όχθες της λίμνης Ιλιάμινας, το καλοκαίρι του 1796, είχε βαπτίσει μέσα σε δύο χρόνια περίπου 5000 ιθαγενείς.
Εκεί όμως δολοφονήθηκε από ντόπιους σαμάνους (μάγους-ιερείς), ποτίζοντας με το αίμα του την παγωμένη γη της Αλάσκας, αποδεικνύοντας ότι η Εκκλησία είναι αυθεντική όταν θυσιάζεται κι όχι όταν θυσιάζει άλλους στο βωμό της «ευσέβειας» ή οποιωνδήποτε συμφερόντων. Κατά την παράδοση, το σώμα του σηκώθηκε και κατευθύνθηκε προς τους εκτελεστές του, οι οποίοι, έντρομοι, έπεσαν πάνω του και το κομμάτιασαν με τα τσεκούρια τους.
Β. Ο άγιος Γερμανός
Ο ταπεινός άγιος μοναχός Γερμανός (1756-1836), μένοντας μόνος από την ιεραποστολική ομάδα και βρίσκοντας ενάντιά του τον Μπαρανώφ, το σκληρό νέο διευθυντή της Ρωσοαμερικανικής Εταιρείας (τη «μαύρη σελίδα» της ιστορίας της Εκκλησίας της Αλάσκας), αποσύρθηκε για να μονάσει στο μικρό μοναχικό νησάκι Ελόβυγ (=νησί των ελάτων), που το μετονόμασε σε Νέο Βαλαάμ. Εκεί άσκησε τη νοερά προσευχή κατά την ορθόδοξη παράδοση και, με την ίδια την ταπεινή και οσιακή παρουσία του, έγινε ο μεγάλος πνευματικός πατέρας των Αλεούτων.
Μεγάλος ασκητής, σκληρός με τον εαυτό του και επιεικής με τους άλλους, γεμάτος αγάπη για το Θεό και όλα τα πλάσματά Του, έζησε στο νησί του προστατεύοντας όπως μπορούσε τους φτωχούς ιθαγενείς, φροντίζοντας τα ορφανά (δημιούργησε ένα μικρό ορφανοτροφείο) και μεταδίδοντας όχι μόνο το ευαγγελικό μήνυμα αλλά και τη χάρη του Θεού, που ξεχείλιζε από μέσα του σαν καταρράκτης. Θαυματουργός και διορατικός, αξιώθηκε σε πλούσια οράματα και έζησε με τη συντροφιά των αγγέλων. Μεσολαβώντας υπέρ των ιθαγενών κατόρθωσε να κερδίσει την εκτίμηση του διαδόχου του Μπαρανώφ, του Ιανόφσκυ, που έγινε πνευματικός μαθητής του και τελικά μοναχός.
Μετά από μια συγκινητική και αγία ζωή, κοιμήθηκε στις 15 Νοεμβρίου 1836 και το σώμα του παρέμεινε άφθαρτο για τουλάχιστον ένα μήνα, περιμένοντας να επιτρέψουν οι καιρικές συνθήκες τη μετάβαση ιερέα στο νησί για τη χριστιανική ταφή του. Η μνήμη του εορτάζεται την ημέρα της κοίμησής του, αλλά και στις 9 Αυγούστου (ημέρα της επίσημης αγιοκατάταξής του το 1970) και στις 13 Δεκεμβρίου.
Προς τιμήν του ιδρύθηκε πριν από λίγες δεκαετίες η Αδελφότητα του Αγίου Γερμανού της Αλάσκας στην Πλάτινα της Καλιφόρνιας, που αποτελεί φωτεινό φάρο της ορθοδοξίας στην αμερικάνική ήπειρο. Από την Αδελφότητα ερευνήθηκε και τελικά εκδόθηκε ο συγκλονιστικός βίος του αγίου Γερμανού. Βλ. την ελληνική έκδοση Ο άγιος Γερμανός της Αλάσκας, μετάφραση-επιμέλεια Πέτρου Μπότση, σειρά «Φιλοκαλία των Ρώσων νηπτικών», Αθήνα 1995.
Γ. Ο άγιος νεομάρτυρας Πέτρος ο Αλεούτος
Ήταν ένας από τους ορθόδοξους Αλεούτους που εργάζονταν στην αποικία της Ρωσοαμερικανικής Εταιρείας στο Fort Ross της Καλιφόρνιας, για τον ανεφοδιασμό των Ρώσων αποίκων και των μελών της Εταιρείας στην Αλάσκα. Η αποικία αυτή έγινε αιτία προστριβών ανάμεσα στους Ρώσους και τους Ισπανούς κυρίαρχους της Καλιφόρνιας, καθώς οι τελευταίοι θεωρούσαν ότι οι Ρώσοι εποφθαλμιούν το Σαν Φρανσίσκο.
Έτσι, το 1815 συνέλαβαν περίπου 20 Αλεούτους, από τους οποίους τελικά φυλάκισαν 14, μεταξύ των οποίων και ο άγιος Πέτρος.
[Συνεχίζουμε με ένα απόσπασμα από το Ο άγιος Γερμανός της Αλάσκας, μετάφραση-επιμέλεια Πέτρου Μπότση, ό.π., σελ. 38-39.
«…Μιαν άλλη φορά, συνεχίζει ο Γιανόφσκυ, τού ’λεγα (του αγίου Γερμανού) πως οι Ισπανοί αιχμαλώτισαν στην Καλιφόρνια 14 Αλεούτους. Οι Ιησουίτες τους πίεζαν ν’ ασπαστούν την πίστη των Καθολικών, εκείνοι όμως δε δέχονταν με τίποτα. «Είμαστε χριστιανοί», απαντούσαν. Οι Ιησουίτες αντέτειναν: «Όχι, είστε αιρετικοί και σχισματικοί. Αν δεν υποκύψετε, θα σας βασανίσουμε μέχρι θανάτου». Τελικά τους έβαλαν στη φυλακή ανά δύο. Το βράδυ ήρθαν στη φυλακή οι Ιησουίτες με λάμπες και αναμμένα κεριά και άρχισαν πάλι να τους πιέζουν για ν’ ασπαστούν την πίστη των Καθολικών. «Είμαστε χριστιανοί», απαντούσαν οι Αλεούτοι, «δεν αλλάζουμε την πίστη μας». Οι Ιησουίτες άρχισαν να βασανίζουν τον έναν, μπροστά στα μάτια των άλλων. Έσπαζαν μια άρθρωση των ποδιών του, μετά μια άλλη και στη συνέχεια τις αρθρώσεις των δαχτύλων, τη μια μετά την άλλη. Μετά κομμάτιασαν τα πόδια και τα χέρια του. Το αίμα έτρεχε, ο μάρτυρας όμως υπόμενε κι επαναλάμβανε σταθερά την απάντηση: «Είμαι χριστιανός». Τελικά, από τα βασανιστήρια και την απώλεια του αίματος, πέθανε.
Την άλλη μέρα οι Ιησουίτες απείλησαν πως θα βασανίσουν το φίλο του με τον ίδιο τρόπο. Την ίδια νύχτα όμως έλαβαν εντολή από το Μόντερεϋ να μεταφέρουν όλους τους αιχμαλώτους Αλεούτους εκεί. Έτσι, την άλλη μέρα, όλοι εκτός από κείνον που θανατώθηκε, έφυγαν. Αυτό μου το διηγήθηκε ο φίλος εκείνου που μαρτύρησε. […].
Όταν τελείωσα την περιγραφή, ο π. Γερμανός με ρώτησε:
–Ποιο ήταν το όνομα του Αλεούτου;
–Πέτρος, απάντησα, αλλά δε θυμάμαι το επώνυμό του.
Ο Γέροντας σηκώθηκε όρθιος, στάθηκε μπροστά στην εικόνα, έκανε μ’ ευλάβεια το σταυρό του και είπε:
–Άγιε νεομάρτυρα Πέτρο, πρέσβευε υπέρ ημών».]
Δ. Ο άγιος Ιάκωβος ο εν Αλάσκα
Ο άγιος Ιάκωβος Νετσέτωβ γεννήθηκε το 1802 στην Ουναλάσκα, από πατέρα Ρώσο και μητέρα Αλεούτια. Μεγαλώνοντας, αγαπώντας τη μόρφωση και φλεγόμενος από χριστιανική πίστη, σπούδασε στο Θεολογικό Σεμινάριο του Ιρκούτσκ, όπου και χειροτονήθηκε ιερέας και επέστρεψε στο λευκό ιεραποστολικό αγρό της γενέτειράς του, για να εργαστεί κι αυτός για τους συμπατριώτες του.
Στην Αλάσκα διακόνησε τριάντα έξι χρόνια, αντιμέτωπος με τις σκληρές συνθήκες του περιβάλλοντος, αλλά και τους σαμάνους, που έκαναν τα πάντα για να τον εμποδίσουν. Ταξίδεψε στις πιο απομακρυσμένες περιοχές της χώρας, μέχρι τη φυλή των Γιουπίκ, που ζούσαν στην κάτω κοιλάδα του ποταμού Γιούκωνος. Είναι ο πρώτος ιεραπόστολος που διείσδυσε τόσο βαθιά, μετά τον άγιο Ιουβενάλιο. Δεν κήρυξε μόνον, αλλά φρόντισε για τη μόρφωση και την κοινωνική ζωή των ιθαγενών, προσφέροντάς τους παράλληλα και τα χριστιανικά μυστήρια, και μάλιστα της εξομολόγησης και της θείας ευχαριστίας. Ασχολήθηκε επίσης με τη μετάφραση, στην τοπική γλώσσα, της Αγίας Γραφής και άλλων ιερών βιβλίων.
Μετά από πολλές περιπέτειες, παρέδωσε την αγία ψυχή του στη Σίτκα στις 26 Ιουλίου του 1865 και κατατάχθηκε επίσημα στους αγίους της ορθοδοξίας το 1994.
Ε. Ο μέγας ιεραπόστολος της Αλάσκας άγιος Ιννοκέντιος Βενιαμίνωφ
Ο άγιος Ιννοκέντιος Βενιαμίνωφ είναι ένας σύγχρονος Πατέρας της Εκκλησίας και μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες στην ιστορία της ορθοδοξίας. Γεννήθηκε σ’ ένα χωριό της Σιβηρίας το 1797, και το όνομά του ήταν Ιωάννης. Ορφάνεψε μικρός, αλλά τον προστάτευσε ο θείος του, ο ιερομόναχος Δαβίδ, που του εξασφάλισε και μια θέση στο Θεολογικό Σεμινάριο του Ιρκούτσκ. Εκεί επιδόθηκε στη μάθηση, αλλά και στις πρακτικές τέχνες: έγινε μαραγκός, μηχανικός, σιδηρουργός και ωρολογοποιός. Το 1817 νυμφεύθηκε, χειροτονήθηκε διάκονος και το 1821 ιερέας και διορίστηκε στον ιερό ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, στο Ιρκούτσκ.
Το 1823 απεστάλη από τον επίσκοπο Ιρκούτσκ Μιχαήλ στην Αλάσκα, ως μέλος της ιεραποστολής. Τον συνόδευαν ο αδελφός του Στέφανος, ο γιος του Ιννοκέντιος, η πρεσβυτέρα του Αικατερίνα και η χήρα μητέρα του Θέκλα. Η δράση του στην Αλάσκα ήταν μνημειώδης. Ίδρυσε σχολεία, ιατρεία, ναούς και ταξίδεψε σε κάθε γωνιά για να γνωρίσει τους ιθαγενείς, να τους συμπαρασταθεί και να τους μεταδώσει το ευαγγελικό μήνυμα. Οι ιθαγενείς τον εκτίμησαν απεριόριστα κι εκείνος έζησε σαν ένας απ’ αυτούς και μοιράστηκε τις δύσκολες συνθήκες της ζωής τους, σεβόμενος τον πολιτισμό τους και συμμεριζόμενος τις κακουχίες τους.
Έγραψε, μεταξύ άλλων: Σημειώσεις επί των νήσων της περιοχής Ουναλάσκα, Κύρια χαρακτηριστικά των Αλεούτων που ζουν στα νησιά, Παρατηρήσεις επί των Αλεούτων και Κουσιανών της Άτκα, Παρατηρήσεις στη γλώσσα των Κολουσκανών και των Κοντιάκων, και (στη γλώσσα των Αλεούτων, της οποίας επινόησε και το αλφάβητο) Υπόδειξη του δρόμου προς τη βασιλεία των ουρανών (έχει εκδοθεί και στα ελληνικά από την ιερά μητρόπολη Νικοπόλεως με τον τίτλο Ο δρόμος προς τη βασιλεία των ουρανών). Συνέταξε επίσης γραμματική της γλώσσας των Αλεούτων και αλεουτο-ρωσικό λεξικό.
Στις 25 Νοεμβρίου του 1838 η πρεσβυτέρα Αικατερίνα πέθανε. Είχαν πλέον επτά παιδία: τον Ιννοκέντιο, το Γαβριήλ, τον Αλέξανδρο, την Κατερίνα, την Όλγα, την Παρασκευή και τη Θέκλα. Το 1840 ο π. Ιωάννης έγινε μοναχός με το όνομα Ιννοκέντιος, προς τιμήν του αγίου Ιννοκεντίου του Ιρκούτσκ και στις 13 Δεκεμβρίου η Ιερά Σύνοδος τον εξέλεξε επίσκοπο Καμτσάτκας, Κουρίλλων και Αλεουτίων Νήσων με έδρα τη Σίτκα. Ως επίσκοπος επιδόθηκε ακόμη θερμότερα στην ιεραποστολή, με κύριο μέλημα την ίδρυση σχολείων. Το 1850 το ποίμνιό του αποτελείται από 15.000 ψυχές.
Στη συνέχεια μετατίθεται στη Σιβηρία και αναπτύσσει ιεραποστολική και κοινωνική δράση σε περιοχές υποδουλωμένες από τους Κινέζους. Το 1860 ευλόγησε το νεαρό ιερομόναχο Νικόλαο Καζάτκιν (σήμερα άγιο Νικόλαο της Ιαπωνίας), που πέρασε και τον συνάντησε πηγαίνοντας στην Ιαπωνία για ιεραποστολή.
Το 1867 ή 68 ο άγιος ζήτησε από το μητροπολίτη Μόσχας άγιο Φιλάρετο να του επιτρέψει να παραιτηθεί και να αποσυρθεί σε μοναστήρι. Όμως ο άγιος Φιλάρετος κοιμήθηκε ξαφνικά και η Ιερά Σύνοδος εξέλεξε διάδοχό του τον άγιο Ιννοκέντιο! Στη σπουδαία νέα του θέση ο άγιος διέπρεψε για μια ακόμη φορά, δείχνοντας μεγάλη ποιμαντική αλλά και κοινωνική μέριμνα. Φρόντισε επίσης και για την Αλάσκα, ιδρύοντας μια Ανεξάρτητη Αλεουτιανή Επισκοπή με έδρα τον Άγιο Φραγκίσκο.
Ο άγιος Ιννοκέντιος κοιμήθηκε το 1879 και τάφηκε στη λαύρα της Αγίας Τριάδας του αγίου Σεργίου, δίπλα στο μητροπολίτη Φιλάρετο. Η μνήμη του εορτάζεται στις 31 Μαρτίου, καθώς και στις 13 Δεκεμβρίου, μαζί με τους άλλους αγίους της Αλάσκας.
Οι πρεσβείες των αγίων πάντων και των αγίων της Αλάσκας ας προστατεύουν εμάς και τους δικούς μας (εχθρούς και φίλους), καθώς και όλους τους λαούς της Γης.
Θεόδ. Ι. Ρηγινιώτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου