Η θαυματουργός εικόνα "Παναγίας της Κεράς"απο το χωριό Μονή του Δημου Ανατολικού Σελίνου

Η θαυματουργός εικόνα "Παναγίας της Κεράς"απο το χωριό Μονή του Δημου Ανατολικού Σελίνου

Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2009

kali xronia

http://www.youtube.com/watch?v=T7w1GMJ5Bmg

Καλή Χρονιά



Καλό και Ευλογημένο το 2010.







Ή έλπίς μου ό Πατήρ,
καταφυγή μου ό Υιός,
σκέπη μου το Πνεύμα το Αγιόν
Τριάς Αγία, δόξα Σοι».

(ευχή του αγίου Ίωαννικίου του Μεγάλου)

Εύχομαι το 2010 να είναι ένα ετος ευλογημένο ,
ειρηνικό, χαρούμενο με υγεία και ευτυχία
για κάθε άνθρωπο και καθε Χριστιανό.
Η Παναγία και αδιαίρετη Τριάδα
να μας κατευθήνει τα διαβηματά μας
σε κάθε έργο αγαθό και θεοευάρεστο.

Καλή και ελπιδοφόρα η έλευση του ενιαυτού.

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΚΑΛΗ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ


Άγιος Βασίλειος ο Μέγας


Βίος και Πολιτεία του Αγίου Βασιλείου του Μεγάλου

Ο Άγιος Βασίλειος, γεννημένος το 330μ.Χ. στη Νεοκαισάρεια του Πόντου από γονείς ευγενείς με δυνατό χριστιανικό φρόνημα, έμελλε να γίνει Μέγας πνευματικός διδάσκαλος και κορυφαίος θεολόγος και Πατέρας της Εκκλησίας, αφού η χριστιανική του ανατροφή και η πνευματική του πορεία τον οδήγησαν στην Θεία θεωρεία του Αγίου Ευαγγελίου, και στην αυστηρή ασκητική ζωή, παράλληλα με το ποιμαντικό, παιδαγωγικό και φιλανθρωπικό του έργο.
Ο πατέρας του Βασίλειος ήταν καθηγητής ρητορικής στη Νεοκαισάρεια και η μητέρα του Εμμέλεια απόγονος οικογένειας Ρωμαίων αξιωματούχων. Στην οικογένεια εκτός από το Βασίλειο υπήρχαν άλλα οκτώ παιδιά. Μεταξύ αυτών, ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης, ο Όσιος Ναυκράτιος ασκητής και θαυματουργός, η Οσία Μακρίνα και ο Άγιος Πέτρος, Επίσκοπος Σεβαστείας.
Τα πρώτα γράμματα, τού τα δίδαξε ο πατέρας του. Συνέχισε τις σπουδές του στην Καισαρεία της Καππαδοκίας, στην Κωνσταντινούπολη και στην Αθήνα. Εκεί σπούδασε γεωμετρία, αστρονομία, φιλοσοφία, ιατρική, ρητορική και γραμματική. Οι σπουδές του διήρκησαν τεσσεράμισι χρόνια. Η ασκητική του ζωή ξεκίνησε ήδη από τα χρόνια όπου φοιτούσε στην Αθήνα. Ο σοφός δάσκαλος του Εύβουλος εντυπωσιασμένος από την αυστηρή νηστεία, του Άγίου, και μετά την παραίνεση του, λέγεται ότι έγινε Χριστιανός.
Συμφοιτητές του ήταν και δύο νέοι που έμελλε να διαδραματίσουν σπουδαίο ρόλο στην ιστορία. Ο ένας, φωτεινό ο Άγιος και Μέγας Πατέρας της Εκκλησίας ο Θεολόγος Γρηγόριος και ο άλλος μελανό στον αντίποδα, προδότης του Ιησού, ειδωλολάτρης και διώκτης των Χριστιανών, ο Ιουλιανός ο Παραβάτης. Κατά την διάρκεια αυτών των ετών, ο Άγιος Βασίλειος και ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος ανέπτυξαν μεγάλη και ισχυρή φιλία. Ταυτόχρονα με τις σπουδές τους, είχαν ιεραποστολική δράση. Διοργάνωναν χριστιανικές συγκεντρώσεις, στις οποίες ανέλυαν θρησκευτικά ζητήματα. Ίδρυσαν επίσης και τον πρώτο φοιτητικό χριστιανικό σύλλογο.
Επέστρεψε στην Καισαρεία το καλοκαίρι του 356μ.Χ. και συνεχίζοντας την παράδοση του πατέρα του, έγινε καθηγητής της ρητορικής. Το 358 μ.Χ. επηρεασμένος από το θάνατο του αδερφού του μοναχού Ναυκρατίου, καθώς και με την παρότρυνση της αδερφής του Μακρίνας, βαπτίζεται Χριστιανός, και αποφασίζει να αφιερώσει τον εαυτό του στην ασκητική πολιτεία. Αποσύρθηκε λοιπόν σε ένα κτήμα της οικογενείας του στον Πόντο. Χαρακτηριστικό της μεγαλοψυχίας του είναι, ότι μετά την βάπτιση του δώρισε στους φτωχούς και στην εκκλησία το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του. Το φθινόπωρο του ίδιου έτους ξεκινά ένα οδοιπορικό σε γνωστά κέντρα ασκητισμού της Ανατολής, Αίγυπτο, Παλαιστίνη, Συρία και Μεσοποταμία, επιθυμώντας να συναντήσει πολλούς ασκητές και μοναχούς για να γνωρίσει τον τρόπο ζωής τους. Όταν γύρισε στο Πόντο από το ταξίδι αυτό, μοίρασε και την υπόλοιπη περιουσία του και αποσύρθηκε στο κτήμα του επιθυμώντας να ζήσει πλέον ως μοναχός. Εκεί έγραψε τους: «Κανονισμούς δια τον Μοναχικόν βίον», κανόνες που ρυθμίζουν την ζωή στα μοναστήρια μέχρι τις μέρες μας. Με την υψηλή του κατάρτιση στην Ορθόδοξη Πίστη και τον ασκητικό, θαυμαστό του βίο, η φήμη του Αγίου Βασιλείου εξαπλώθηκε με τον καιρό σε όλη την Καππαδοκία. Έτσι και ο Μητροπολίτης της Καισαρείας Ευσέβιος πραγματοποιώντας την Θεία Βούληση αλλά και αυτή των χριστιανών της περιοχής, χειροτόνησε το 364 μ.Χ. τον Άγιο Βασίλειο πρεσβύτερο. Το 370 μ.Χ., μετά τον θάνατο του Ευσεβίου και σε ηλικία 41 ετών, τον διαδέχθηκε ο Άγιος Βασίλειος στην επισκοπική έδρα, με τη συνδρομή τού Ευσεβίου επισκόπου Σαμοσάτων και του Γρηγορίου επισκόπου Ναζιανζού. Επίσκοπος πλέον, ο Άγιος Βασίλειος αντιμετώπισε την προσπάθεια του Αυτοκράτορα Ουάλη να επιβάλει τον Ομοιανισμό (ρεύμα του Αρειανισμού), επικοινωνώντας μέσω επιστολών με τον Μέγα Αθανάσιο, Πατριάρχη Αλεξανδρείας και τον Πάπα Ρώμης Δάμασο. Στον τόπο του ,στην περιφέρεια της δικής του ποιμαντικής ευθύνης είχε να αντιμετωπίσει την έντονη παρουσία του αρειανικού στοιχείου και άλλων κακοδοξιών. Από τις επιστολές του φαίνονται οι προσπάθειες που κατέβαλε για την καταπολέμηση της σιμωνίας των επισκόπων, για την ανάδειξη άξιων κληρικών στο ιερατείο, καθώς και για την πιστή εφαρμογή των ιερών κανόνων από όλους τους πιστούς και φανερώνεται επίσης η ποιμαντική φροντίδα στα αποκομμένα και περιθωριοποιημένα μέλη της Εκκλησίας.
Στην οικουμενική Εκκλησία ο Μέγας Βασίλειος ουσιαστικά αναλαμβάνει τα πνευματικά ηνία από το Μέγα Αθανάσιο, ο οποίος γηραιός πλέον, αποσύρεται από την ενεργό δράση. Εργάζεται συνεχώς για την επικράτηση των ορθόδοξων χριστιανικών αρχών και υπερασπίζεται με σθένος το δογματικό προσανατολισμό της Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας.
Ο Άγιος Βασίλειος, βοηθούσε πάντοτε τους αδικημένους και κουρασμένους, τους πεινασμένους και τους αρρώστους, ανεξάρτητα από το γένος, τη φυλή και το θρήσκευμα. Έτσι το όραμά του το έκανε πραγματικότητα ιδρύοντας ένα πρότυπο και για τις μέρες μας κοινωνικό και φιλανθρωπικό σύστημα, τη «Βασιλειάδα». Ένα ίδρυμα που λειτουργούσε νοσοκομείο, ορφανοτροφείο, γηροκομείο και ξενώνας για την φροντίδα και ιατρική περίθαλψη των φτωχών αρρώστων και ξένων. Τις υπηρεσίες του τις πρόσφερε το ίδρυμα δωρεάν σε όποιον τις είχε ανάγκη. Το προσωπικό του ιδρύματος αυτού ήταν εθελοντές που προσφέρανε την εργασία για το καλό του κοινωνικού συνόλου. Ήταν ένα πρότυπο και σε άλλες επισκοπές και στους πλουσίους ένα μάθημα να διαθέτουν τον πλούτο τους με ένα αληθινά χριστιανικό τρόπο. Πραγματικά είναι άξιο θαυμασμού η έμπνευση που είχε ο Άγιος Βασίλειος ,τον 4ο αιώνα μ.Χ. να ιδρύσει και να λειτουργήσει ένα τέτοιο ίδρυμα - πρότυπο.
Καταπονημένος από την μεγάλη δράση που ανέπτυξε σε τόσους πολλούς τομείς ,εναντίον των διαφόρων κακοδοξιών και ειδικά της αιρέσεως του Αρειανισμού, μη διστάζοντας πολλές φορές να αντιταχθεί με την εκάστοτε πολιτική εξουσία, με όπλα του την πίστη και την προσευχή, με τα κηρύγματα και τους λόγους του, με τα πολλά ασκητικά και παιδαγωγικά συγγράμματα, καθώς και την ασκητική ζωή του ο Άγιος Βασίλειος ο Μέγας παραδίδει το πνεύμα στο Θεό την 1η Ιανουαρίου του 379 μ.Χ. σε ηλικία 49 ετών. Ο θάνατός του βυθίζει στο πένθος όχι μόνο το ποίμνιό του αλλά και όλο το χριστιανικό κόσμο της Ανατολής. Στην κηδεία του συμμετέχει και ένα πλήθος ανομοιογενές από άποψη θρησκευτικής και εθνικής διαφοροποιήσεως. Το υψηλής σημασίας θεολογικό και δογματικό του έργο καθώς και η λειτουργική και πρωτότυπη ανθρωπιστική του δράση, είναι η μεγάλη παρακαταθήκη που μας άφησε. Η μνήμη του τιμάται από την Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία την 1ην Ιανουαρίου. Από το 1081μ.Χ. ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως - Νέας Ρώμης Ιωάννης Μαυρόπους (ο από Ευχαΐτων) θέσπισε έναν κοινό εορτασμό των Τριών Ιεραρχών, Βασιλείου του Μεγάλου, Ιωάννη του Χρυσοστόμου και Γρηγορίου του Θεολόγου, στις 30 Ιανουαρίου, ως προστατών των γραμμάτων και της παιδείας.
Με σοφία, στο απολυτίκιο του αναφέρεται η φράση «... τα των ανθρώπων ήθη κατεκόσμησας...». Και ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, στον Επιτάφιο για τον καλό και Μέγα φίλο του Άγιο Βασίλειο, αποδίδει σ' αυτόν, με την ποιητική και βαθιά στοχαστική ματιά του, το χαρακτηρισμό «παιδαγωγός της νεότητος»
Ο Μ. Βασίλειος, εκτός των άλλων θαυμάσιων και Θείας εμπνεύσεως έργων του, έγραψε και την εκτενή και κατανυκτική Θεία Λειτουργία, που, μετά την επικράτηση της συντομότερης Θείας Λειτουργίας του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου, τελείται 10 φορές το χρόνο:

την 1η Ιανουαρίου (όπου γιορτάζεται και η μνήμη του),
τις πρώτες πέντε Κυριακές της Μ. Τεσσαρακοστής,
τις παραμονές των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων,
την Μ. Πέμπτη και το Μ. Σάββατο.

Λίγα θαυμαστά γεγονότα από τον βίο του Αγίου

Ιουλιανός ο Παραβάτης

Όταν ο Ιουλιανός ο παραβάτης, ο ασεβής και διώκτης των Χριστιανών, θέλησε να πάει στην Περσία να πολεμήσει πέρασε κοντά από την Καισαρεία. Ο Άγιος Βασίλειος γνωρίζοντας τον από την Αθήνα όπου ήταν συμφοιτητές πήγε μαζί με τον λαό να τον τιμήσει. Ο Ιουλιανός απαίτησε να του δωρίσει, αφού ο Άγιος δεν είχε τίποτε άλλο, τρεις από τους κριθαρένιους άρτους του. Ο Άγιος το έκανε και ο Ιουλιανός διέταξε τους υπηρέτες να ανταμείψουν τη δωρεά και να δώσουν χόρτο από το λειβάδι. Ο Άγιος Βασίλειος βλέποντας την καταφρόνηση του βασιλιά του είπε «εμείς, βασιλιά ότι μας ζήτησες από κείνο που τρώμε σου το προσφέραμε κι εσύ μας αντάμειψες από κείνο που τρως». Τότε ο Ιουλιανός θύμωσε πάρα πολύ και απείλησε, ότι όταν θα επιστρέψει από την Περσία νικητής, θα κάψει την πόλη και τον λαό θα τους πάρει δούλους. Όσο για τον ίδιο τον Άγιο Βασίλειο θα τον ανταμείψει όπως πρέπει.
Ο Άγιος Βασίλειος όταν πήγε στην πόλη ζήτησε από το λαό να μαζέψουν ότι πολύτιμο είχαν και να το αποθηκεύσουν κάπου έως ότου επιστρέψει ο φιλοχρήματος Ιουλιανός για να του το προσφέρουν. Ίσως κι έτσι κατευνάσουν την οργή του.
Όταν έμαθε ότι επιστρέφει ο άφρων βασιλιάς, ο Άγιος Βασίλειος ζήτησε από τους πολίτες να προσευχηθούν και να νηστεύσουν τρεις μέρες. Μετά όλοι μαζί ανέβηκαν στο δίδυμον όρος της Καισαρείας όπου στη μια από τις δύο κορυφές ήταν ο ναός της Υπεραγίας Θεοτόκου. Εκεί προσευχόμενος ο Άγιος είδε σε οπτασία, μια μεγάλη ουράνια στρατιά, να κυκλώνει το όρος και στη μέση να κάθεται σε θρόνο μια γυναίκα (η Παναγία) και να δοξάζεται, η οποία γυναίκα είπε στους αγγέλους να της φέρουν τον Μερκούριο για να φονεύσει τον Ιουλιανό, τον εχθρό του υιού της. Έπειτα είδε τον Μάρτυρα Μερκούριο να φθάνει οπλισμένος μπροστά στην βασίλισσα των Αγγέλων κι όταν εκείνη τον πρόσταξε αυτός να φεύγει γρήγορα. Κατόπιν προσκάλεσε τον Άγιο Βασίλειο και του έδωσε ένα βιβλίο που ήταν γραμμένη όλη η δημιουργία της κτίσεως κι έπειτα του ανθρώπου. Στην αρχή του βιβλίου ήταν η επιγραφή «Είπε» και στο τέλος του βιβλίου εκεί που έγραφε για την πλάση του ανθρώπου ήταν η επιγραφή «Τέλος». Μόλις είδε την οπτασία αυτή ο Άγιος ξύπνησε.
Το νόημα της οπτασίας του βιβλίου, ήταν ότι ο Άγιος Βασίλειος έγραψε, όντως, ερμηνεία στην Εξαήμερον του Μωϋσέως στην οποία διηγείται, πως ο Θεός εποίησε τον ουρανό, την γη, τον ήλιο, την σελήνη, τη θάλασσα, τα ζώα και όλα τα αισθητά κτίσματα. Όταν όμως, έμελλε να γράψει και για την έβδομη ημέρα κατά την οποία ο Θεός έπλασε τον Αδάμ και την Εύα, τότε ο Μέγας αυτός Άγιος άφησε την τελευταία του πνοή στη γη και πήγε στους ουρανούς να συναντήσει τον Κύριον του που με δύναμη αγάπησε και που γι' Αυτόν μέσα σε πολύ σύντομο διάστημα που έζησε έπραξε τόσα πολλά και τόσο μεγάλα. Το έργο του συμπλήρωσε κατόπιν ο αδελφός του ο Άγιος Γρηγόριος ο Αρχιεπίσκοπος Νύσσης, που έγραψε για την έβδομη ημέρα της πλάσεως του ανθρώπου.
Όταν ο Άγιος είδε την οπτασία, πήγε στην πόλη με μερικούς κληρικούς, στο Ναό του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Μερκουρίου, όπου μη βρίσκοντας το λείψανο του Αγίου και τα όπλα του που φυλάσσονταν στον Ναό έναν αιώνα αφότου μαρτύρησε επί της βασιλείας του Βαλεριανού και Βαλερίου, κατάλαβε τι είχε συμβεί κι έτρεξε αμέσως στο λαό να τους ειδοποιήσει ότι ο άφρων Ιουλιανός φονεύθηκε.
Βλέποντας το θαύμα οι Χριστιανοί και την παρρησία του Αγίου Βασιλείου δεν θέλησαν να πάρουν πίσω την περιουσία που είχαν αποθηκεύσει για τον τύραννο Ιουλιανό. Ο Άγιος όμως αφού τους επαίνεσε για την πράξη τους, το ένα τρίτο του ποσού τους το έδωσε και τα υπόλοιπο ποσό το διέθεσε για να κτίσουν πτωχοτροφεία, ξενοδοχεία, νοσοκομεία, γηροτροφεία και ορφανοτροφεία.


Ουάλης

Μετά τον Ιουλιανό τον παραβάτη, βασίλευσε ο θεοσεβής Ιοβιανός μόνο για ένα χρόνο και κατόπιν τη βασιλεία παρέλαβαν ο Ουαλεντιανός και ο αδελφός του Ουάλης που ήταν αιρετικός, οπαδός του Αρειανισμού και διώκτης των Ορθοδόξων Χριστιανών. Ο Ουάλης αφού πήρε με το μέρος του όλους τους επισκόπους, θέλησε να κάμψει και τον Μέγα Βασίλειο που έμαθε ότι ήταν ανένδοτος. Έστειλε δύο δικούς του ανθρώπους, οι οποίοι με απειλές προσπάθησαν να αποδεχθεί ο Άγιος τις αιρετικές και βλάσφημες δοξασίες του Αρείου. Ο ένας, μάλιστα ο άρχοντας Μόδεστος αφού γύρισε άπραγος στον βασιλιά του είπε ότι, ευκολότερο είναι να μαλακώσει κανείς το σίδηρο παρά την γνώμη του Βασιλείου. Ακούγοντας αυτά ο βασιλιάς Ουάλης θέλησε να πάει ο ίδιος στον Μέγα Βασίλειο. Αυτό και έκανε. Ήταν η μεγάλη εορτή των Θεοφανείων, όταν έφθασε ο βασιλιάς στον Ναό. Εκεί είδε την τάξη και την ησυχία των Χριστιανών που παρακολουθούσαν, τον Άγιο Βασίλειο να τους διδάσκει, σεμνός, απέριττος, με λόγο δυνατό, γεμάτο σοφία και χάρη του Αγίου Πνεύματος. Ο βασιλιάς έδειξε να μετανιώνει κι αφού μίλησε με τον Άγιο, έφυγε.
Οι Αρειανοί Αρχιερείς, όμως και πάλι μετέβαλαν τη γνώμη του βασιλιά και τον έπεισαν να εξορίσει τον Άγιο. Όρισε τότε ο βασιλιάς να συντάξουν ένα κείμενο με την απόφαση της εξορίας του Αγίου. ‘Ομως, βλέποντας ότι το χέρι εκείνου που θα έγραφε την απόφαση της εξορίας, ξεράθηκε και το ίδιο του το παιδί αρρώστησε βαριά, κάλεσε τον Άγιο να προσευχηθεί. Και κείνος μόνο που είδε το παιδί το ίασε. Και τον Μόδεστο, ακόμη γιάτρευσε που και κείνος κινδύνευε να πεθάνει. Αυτά είδε ο βασιλιάς και γύρισε στο θρόνο του.
Ο βασιλιάς Ουάλης αργότερα, θέλησε να χωρίσει την επαρχία της Καππαδοκίας σε δύο επαρχίες, με έδρα την Καισάρεια στη μία και τα Τύανα στην άλλη. Οι επίσκοποι αιρετικοί όπως ήταν βρήκαν ευκαιρία, γιατί συνέχεια φιλονικούσαν με τον Άγιο Βασίλειο να χωρίσουν και τις Μητροπόλεις σε δύο, ορίζοντας δικό τους Μητροπολίτη στα Τύανα. Τότε ο Άγιος με ταπείνωση τους είπε ότι η Εκκλησία δεν έχει υποχρέωση να ακολουθεί την βασιλεία, αλλά η βασιλεία την Εκκλησία, ούτε είναι πρέπον να χωρίζουν οι Μητροπολίτες, οι μιμητές του Χριστού επειδή χώρισαν οι έπαρχοι. Δεν τον άκουσαν όμως οι επίσκοποι και όρισαν Μητροπολίτη Τυάνων κάποιον Άνθιμον. Κι όχι μόνο αυτό αλλά έκλεψαν και κάποια κτήματα του Ναού του Αγίου Ορέστου που ήταν στη δικαιοδοσία του Αγίου Βασιλείου. Ο Άγιος ως μιμητής Χριστού, ειρήνευσε και αρκέσθηκε στην επαρχία της Καισαρείας. Βλέποντας ο Θεός την υπομονή του, σύντομα τιμώρησε τον Μητροπολίτη Τυάνων Άνθιμον και ενώθηκαν και πάλι οι επαρχίες. Τότε είναι καθώς λένε ότι χειροτόνησε ο Άγιος Βασίλειος τον Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο Επίσκοπο στα Σάσιμα.
Αργότερα πάλι, με περίσσιο θράσος οι Αρειανοί επίσκοποι και με την άδεια του βασιλιά Ουάλη εκδίωξαν τον Ορθόδοξο Αρχιερέα της Νίκαιας και τους Χριστιανούς της πόλης και κατέλαβαν τον Μητροπολιτικό Ναό. Τότε έδρασε γι' άλλη μια φορά ο Μέγας αυτός Άγιος της Εκκλησίας μας και αφού πήρε την άδεια του βασιλιά να διευθετήσει όπως αυτός ήθελε με τον τρόπο του, αρκεί να είναι δίκαιος και για τα δύο μέρη, έφθασε στη Νίκαια και είπε να σφραγίσουν τον Ναό και οι Ορθόδοξοι και οι Αρειανοί και αφού προσευχηθούν πρώτα οι οπαδοί του Αρείου, εάν ανοίξουν οι πύλες να πάρουν αυτοί τον Ναό, εάν όμως όχι να προσευχηθούν οι Ορθόδοξοι και εάν ανοίξουν οι πύλες να τους δοθεί και πάλι ο Ναός εάν όχι να πάει στους Αρειανούς. Συμφώνησαν όλοι και περισσότερο οι Αρειανοί αφού πλεονεκτούσαν στη περίπτωση που δεν άνοιγαν οι πύλες. Έτσι κι έγινε. Προσευχήθηκαν πρώτα οι Αρειανοί, για τρεις ημέρες. Πώς να τους ακούσει ο Υιός του Θεού, όταν αυτοί τον υβρίζουν; Οι πύλες και βέβαια έμειναν κλειστές. Μετά προσευχήθηκαν οι Ορθόδοξοι με τον Άγιο Βασίλειο στο Ναό του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Διομήδους, που ήταν κοντά στον Μητροπολιτικό Ναό. Κατόπιν ο Άγιος Βασίλειος με όλο το πλήθος των Ορθοδόξων Χριστιανών πήγαν στο Μητροπολιτικό Ναό και όταν ακούσθηκε ο Μέγας Βασίλειος να λέει «Ευλογητός ο Θεός των Χριστιανών εις τους αιώνας των αιώνων», έσπασαν οι μοχλοί και οι κλειδαριές και οι πύλες άνοιξαν. Μετά από αυτό το θαύμα ο Ναός επανήλθε στους Ορθοδόξους και πολλοί από τους πιστούς του Αρείου έγιναν Ορθόδοξοι.


Όσιος Εφραίμ ο Σύρος


Μαθαίνοντας ο Όσιος Εφραίμ ο Σύρος, τα θαύματα του Αγίου Βασιλείου, παρακάλεσε τον Θεό να του αποκαλύψει ποιος είναι ο Άγιος. Είδε τότε στήλη πυρός που έφθανε μέχρι τον ουρανό και άκουσε μια φωνή να λέει «Εφραίμ, Εφραίμ, καθώς την πυρίνην ταύτην στήλην, τοιούτος είναι ο Μέγας Βασίλειος». Τότε γρήγορα έφυγε από την έρημο παίρνοντας μαζί του ένα διερμηνέα που να μιλάει την Ελληνική και Συριακή γλώσσα και πήγε να βρει τον Άγιο Βασίλειο. Έφθασε την ημέρα της εορτής των Θεοφανείων, όταν την ώρα εκείνη λειτουργούσε ο Μέγας Βασίλειος και βλέποντας ο Όσιος Εφραίμ τα λαμπρά και πολύτιμα άμφια τα οποία φορούσε ο Άγιος Βασίλειος, θέλησε να φύγει γιατί νόμιζε ότι μάταια πήγε. Τότε έστειλε, ο Άγιος Βασίλειος ένα διάκονο να βρει στη δυτική πύλη τον Όσιο Εφραίμ και να τον φέρει στο ιερό. Ο Όσιος δεν θέλησε να πάει λέγοντας στον διάκονο, ότι μάλλον πλανήθηκε ο Αρχιερέας, γιατί αυτοί είναι ξένοι. Έστειλε πάλι τον διάκονο ο Άγιος Βασίλειος λέγοντας του να του πει «Κύριε Εφραίμ, ελθέ εις το Άγιον Βήμα, διότι σε καλεί ο Αρχιεπίσκοπος». Κατάλαβε έτσι ο Όσιος ότι στήλη πυρός ήταν ο Μέγας Βασίλειος και πήγε στο Άγιο Βήμα και αφού τον ασπάσθηκε συνομίλησε μαζί του για πνευματικά θέματα και θεία νοήματα.

Μια χάρη σου ζητώ, Άγιε Δέσποτα του είπε μέσω του διερμηνέα του ο Όσιος εφραίμ, να προσευχηθείς στον Κύριο μας να μου χαρίσει το Πανάγιο Πνεύμα την δύναμη να μιλήσω Ελληνικά. Προσευχήθηκε ο Άγιος Βασίλειος μαζί με τον Όσιο Εφραίμ και να το θαύμα. Ο Όσιος πραγματικά μίλησε Ελληνικά. Κατόπιν ο Άγιος Βασίλειος εχειροτόνησε τον Όσιο Εφραίμ Ιερέα και τον διερμηνέα του Διάκονο.


Όταν κάποτε παρατήρησε τον τοπικό άρχοντα για μία αδικία που έκανε σε μια χήρα γυναίκα, κι αφού ο άρχοντας δεν συμμορφώθηκε, αναγκάσθηκε ο Άγιος να του πει, ότι όπως έμενε ασυγκίνητος στις εκκλήσεις αυτής της αδικημένης γυναίκας έτσι κάποιοι θα μένουν ασυγκίνητοι όταν αυτός ο ίδιος θα έχει την ανάγκη τους. Έτσι έγινε όταν ο βασιλιάς του έδειξε την οργή του, οδηγώντας τον σιδηροδέσμιο οι στρατιώτες του στις πόλεις για να πληρώσει τις αδικίες που είχε κάνει. Τότε κατάλαβε την πρόρρηση του αγίου και παρακάλεσε τον Άγιο Βασίλειο και τον Θεό να τον λυπηθεί. Ο αμνησίκακος Άγιος προσευχόμενος στον Θεό και μόνο με την ευχή του ηρέμησε το βασιλιά και μετά από έξι μέρες αφ' ότου ο δυστυχής άρχοντας παρακάλεσε τον Άγιο Βασίλειο έφθασε γράμμα από το βασιλιά όπου τον ελευθέρωνε. Μ' αυτό τον τρόπο συνετίσθηκε ο άρχοντας κι αναγνώρισε την καλωσύνη του Αγίου τον οποίο κι ευχαρίσθησε. Και στη γυναίκα που είχε αδικήσει έδωσε διπλάσιο το ποσό.

Προς το τέλος της επίγειας πορείας του, καθώς μετέβαινε στην Εκκλησία, μία αμαρτωλή γυναίκα έπεσε στα πόδια του ρίχνοντας ένα γράμμα στο οποίο έγραψε τις αμαρτίες της, γιατί ντρεπόταν η ίδια να τις ξεστομίσει και κλαίγοντας παρακαλούσε τον Άγιο να το διαβάσει και να συγχωρήσει τις αμαρτίες της. Ο Άγιος την παρηγόρησε, και είπε ότι μόνο ο Κύριος συγχωρεί τις αμαρτίες μας. Φιλεύσπλαχνος, όπως ήταν, κρατούσε το γράμμα σ' όλη τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας. Στο τέλος κάλεσε τη γυναίκα και της επέστρεψε το γράμμα. Εκείνη μόλις το άνοιξε δεν βρήκε τίποτε γραμμένο, παρά μόνο ένα σημείο όπου αναφέρει ένα θανάσιμο αμάρτημά της. Κλαίγοντας πάλι τον παρακαλούσε να την λυπηθεί και να προσευχηθεί και πάλι στο Θεό να τη συγχωρήσει. Ο Άγιος Βασίλειος τότε της είπε να πάει αμέσως στην έρημο να βρει τον Όσιο Εφραίμ και να δεηθεί αυτός, στον Θεό για το αμάρτημα της. Η γυναίκα χωρίς να χρονοτριβήσει με την ευχή του Αγίου πήγε αμέσως στην έρημο. Εκεί βρήκε τον Όσιο Εφραίμ κι αφού του διηγήθηκε την ιστορία της, τον παρακάλεσε θερμά.
Ο Όσιος όμως της αρνήθηκε, λέγοντας της να πάει στον Άγιο Βασίλειο όπου οι δικές του δεήσεις έσβησαν τις αμαρτίες της έτσι αυτός πάλι μπορεί να δεηθεί στον Κύριο και για τη μία αμαρτία που έμεινε. Να το κάνει σύντομα όμως γιατί ο Άγιος σε λίγο πεθαίνει. Εκείνη μόλις το άκουσε έφυγε τρέχοντας να προλάβει ζωντανό τον Άγιο. Όταν έφθασε, όμως η δύστυχη βρήκε το φέρετρο του και πλήθος κόσμου πάνω του. Έκλαιγε και φώναζε, ρίχνοντας το γράμμα στα πόδια του Αγίου είπε σε όλους την ιστορία. Κλαίγοντας έλεγε ότι ο Άγιος μπορούσε να δεηθεί και γι' αυτή την αμαρτία αλλά την έστειλε σε άλλον. Ένας Ιερέας τότε θέλησε να δει στο γράμμα για ποια αμαρτία μιλούσε η γυναίκα. Και τότε να το θαύμα. Δεν υπήρχε στο γράμμα τίποτε γραμμένο.
Κατά την τελευταία μέρα πάλι της ζωής του ο Άγιος και Μέγας Βασίλειος έκανε Χριστιανό τον Εβραίο γιατρό και φίλο του Ιωσήφ καθώς και όλη του την οικογένεια με θαυμαστό τρόπο. Αφού ο γιατρός τον επισκέφθηκε, ρώτησε ο Άγιος να του πει πόσες ώρες του μένουν. Αυτός πιάνοντας τον σφυγμό του, του είπε ότι μένουν λίγες ώρες, κι ότι στη δύση του ηλίου θα πεθάνει. Ο Άγιος τότε του είπε ότι αν ζήσει μέχρι την επόμενη ημέρα τι θα κάνει. Ο Ιωσήφ του είπε ότι αν συμβεί κάτι τέτοιο να πεθάνει ο ίδιος. Καλά το λες του είπε ο Άγιος να πεθάνεις την αμαρτία και να ζήσεις εν Χριστώ. Δέχθηκε ο Ιωσήφ γιατί ήταν αδύνατο με τους φυσικούς νόμους να συνέβαινε κάτι τέτοιο. Όταν έφυγε ο Εβραίος, προσευχήθηκε ο Άγιος Βασίλειος στον Θεό να του παρατείνει τη ζωή και για να δώσει την πραγματική ζωή στο φίλο του Ιωσήφ και στην οικογένεια του και για να προλάβει να έρθει εκείνη η δυστυχισμένη γυναίκα, που έστειλε στην έρημο στον Όσιο Εφραίμ. Ο Θεός άκουσε τη δέηση του αγαπημένου δούλου του. Την επόμενη ημέρα το πρωΐ ζήτησε να του φέρουν τον Εβραίο γιατρό. Εκείνος αμέσως πήγε στο σπίτι του Αγίου νομίζοντας ότι θα τον βρει νεκρό. Βλέποντας όμως ότι ο Άγιος Βασίλειος ήταν ζωντανός χωρίς καν σφυγμό και ζωή στις φλέβες του έπεσε στα πόδια του κι αναγνώρισε τον αληθινό Θεό και Σωτήρα Ιησού Χριστό. Σε λίγο ο ίδιος ο Άγιος βάπτισε τον Ιωσήφ με το όνομα Ιωάννη και όλη του την οικογένεια.
Γύρω στις δέκα ρώτησε πάλι ο Άγιος τον φίλο του «Κύριε Ιωάννη πότε θα πεθάνω;» κι εκείνος του απάντησε «όταν ορίσεις εσύ Δέσποτα»


Η Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου

Κατανοώντας ο Άγιος Βασίλειος τα προβλήματα που είχαν δημιουργηθεί και στον κλήρο και στο λαό, να παρακολουθήσουν την μακρά Θεία Λειτουργία και τις ευχές προς τον Θεό, στην όλη ακολουθία του Αγίου Ιακώβου του αδελφοθέου, παρακάλεσε τον Κύριο με νηστεία και προσευχή να του φανερώσει τον τρόπο να βοηθήσει τους πιστούς. Ο τρόπος, θαυμαστός, όπως μόνο σε έναν Μεγάλο διδάσκαλο, Πατέρα και Άγιο της Εκκλησίας θα ταίριαζε. Σε οπτασία, λοιπόν, είδε ο Άγιος, ο σοφότατος Βασίλειος, τον Κύριο με τους Αποστόλους, να τελεί την Θεία Μυσταγωγία, λέγοντας τις ευχές όχι όπως ακριβώς είναι γραμμένες στη Θεία λειτουργία του αδελφοθέου Ιακώβου, αλλά συντετμημένες με τέτοιο τρόπο, όπως τις συνέθεσε κατόπιν ο Άγιος στη Θεία Λειτουργία του.


Απολυτίκιο. Ήχος α'.
Εις πάσαν την γήν εξήλθεν ο φθόγγος σου,
ως δεξαμένην τον λόγον σου
δι' ου θεοπρεπώς εδογμάτισας,
την φύσιν των όντων ετράνωσας,
τα των ανθρώπων ήθη κατεκόσμησας,
Βασίλειον ιεράτευμα, Πάτερ όσιε,
Χριστόν τον Θεόν ικέτευε,
δωρήσθαι ημίν το μέγα έλεος.

ΠΗΓΉ:Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου

Η ευχή του Αγίου

Κάποτε, ο Διοικητής της Καισαρείας είχε αδικήσει χρηματικά μια χήρα. Και εκείνη προσέτρεξε στον Άγιο Αρχιεπίσκοπο, παρακαλώντας τον να γράψει επιστολή στον άρχοντα για να της αποδώσει το δίκιο της. Πράγματι ο Μητροπολίτης έγραψε στο Διοικητή και εκείνος απάντησε: “δια την αγάπη σου Πάτερ, θέλησα να τη συμπαθήσω, αλλά Δε μπόρεσα, διότι χρωστά πραγματικά χρήματα”. Και ο Μακαριώτατος Βασίλειος ανταπάντησε προφητικά: “Εάν μεν όπως λέγεις, θέλησες να τη συμπαθήσεις και δε μπόρεσες έχει καλώς. Εάν όμως μπορούσες και δε θέλησες, να φέρει και σένα ο Θεός στην τάξη των δεομένων, ώστε όταν έχεις ανάγκη να σε συμπαθήσουν, να μη μπορέσεις”.

Δεν πέρασαν από τότε πολλές ημέρες και τόσο οργίστηκε ο βασιλιάς με εκείνο τον άρχοντα-διοικητή, που έστειλε και τον συνέλαβαν και τον γυρνούσαν σιδηροδέσμιο από πόλη σε πόλη για να πληρώνει τις αδικίες που είχε κάνει. Τότε θυμήθηκε ο άρχοντας την πρόρρηση του Αγίου και τον παρακάλεσε να κάνει δέηση προς τον Θεό, για να τον λυπηθεί ο βασιλιάς. Και ο Άγιος τότε Βασίλειος, γεμάτος καλοσύνη, με μία μονάχα ευχή του προς το Θεό, ημέρωσε την καρδιά του βασιλιά και σε έξι μονάχα ημέρες από τότε, ήρθαν βασιλικά γράμματα που πρόσταζαν να ελευθερωθεί ο άρχοντας από την καταδίκη του!!!

Ο Άγιος Μερκούριος

Όταν λοιπόν μαθεύτηκε ότι επιστρέφει, μάζεψε τους Χριστιανούς με τις γυναίκες και τα παιδιά τους και τους είπε να νηστεύσουν τρεις ημέρες. Έπειτα τους πήρε όλους και ανέβηκαν στο βουνό της Καισαρείας που ονομαζόταν Δίδυμο, επειδή είχε δύο κορυφές. Στο βουνό αυτό υπήρχε Ναός της Υπεραγίας Θεοτόκου, όπου όλοι οι Χριστιανοί σαν έφτασαν, άρχισαν με συντετριμμένη καρδιά να παρακαλούν τον εύσπλαχνο Χριστό και την Υπέραγνη Μητέρα Αυτού, όπως μεταλλάξει την απόφαση του ασεβέστατου βασιλιά. Τότε και ενώ συνεχιζόταν η προσευχή, είδε ο Άγιος Βασίλειος πλήθος στρατιάς ουρανίου να κυκλώνει το όρος και ανάμεσά τους μια γυναίκα να κάθεται σε θρόνο με πολλή δόξα, η οποία είπε στους Αγγέλους που βρισκόταν γύρω της:

Καλέσατέ μου το Μερκούριο, όπως μεταβεί και φονεύσει τον εχθρόν του Υιού μου Ιουλιανό”!

Είδε τότε ο Αρχιεπίσκοπος Καισαρείας ότι ήλθε ο Μάρτυς Μερκούριος ενδεδυμένος με τα όπλα του και λαβών προσταγή από τη γυναίκα εκείνη η οποία ήταν η Υπεραγία Θεοτόκος, έφυγε αμέσως!

Έπειτα, η Βασίλισσα των Αγγέλων, η Παναγία, προσκάλεσε τον Άγιο Βασίλειο και του παρέδωσε βιβλίο που περιείχε γραμμένη όλη τη δημιουργία της Κτίσεως και κατόπι τον άνθρωπο πλασμένο υπό του Θεού. Και στην αρχή του βιβλίου ήταν επιγραφή που έλεγε “Ειπέ”, ενώ στο τέλος του βιβλίου όπου και έλεγε για την πλάση του ανθρώπου έγραφε “Τέλος” (αυτό εσήμαινε ότι επειδή ο Άγιος έγραφε ένα βιβλίο ερμηνευτικό στην Εξαήμερο του Μωυσή σχετικά με τη δημιουργία του Κόσμου, το κεφάλαιο περί της πλάσεως του ανθρώπου από το Θεό δε θα το τελείωνε. Το τελείωσε όμως μετά την κοίμησή του, ο αδελφός του Άγιος Γρηγόριος Νύσσσης).

Αυτή την οπτασία αφού είδε ο Άγιος ευθύς εξύπνησε και μαζί με κάποιους Κληρικούς κατέβηκε αμέσως στην πόλη της Καισαρείας, όπου και βρισκόταν Ναός του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Μερκουρίου, στον οποίο βρισκόταν το λείψανο και τα όπλα του, επειδή ο Άγιος Μερκούριος είχε μαρτυρήσει εκεί προ εκατό ετών. Σ΄ αυτό το Ναό μπήκε λοιπόν ο Αρχιεπίσκοπος Βασίλειος και μη βρίσκοντας το λείψανο και τα όπλα, ρωτούσε τον Σκευοφύλακα της Εκκλησίας τι απέγιναν. Εκείνος βέβαια δε γνώριζε τίποτα. Τότε κατάλαβε ο Μέγας Βασίλειος ότι ήταν αληθινό το όραμα και ότι κατά τη νύχτα εκείνη εφονεύθη ο ασεβέστατος Ιουλιανός!

Αμέσως, ο Άγιος Μητροπολίτης ξανανέβηκε στο βουνό και λεει στους Χριστιανούς:

“Χαίρετε και αγαλλιάσθε σήμερον, αδελφοί. Εισακούσθηκε η δέησή μας, διότι ο μιαρός βασιλεύς υπέστη την πρέπουσα τιμωρία. Οπότε ευχαριστούντες το Θεό, ας πάμε στην πόλη, για να λάβει ο καθένας τα χρήματα που έδωσε”.

Μόλις άκουσαν αυτά οι Χριστιανοί, είπαν όλοι δυνατά με μια φωνή:

Σκεφθήκαμε να τα δώσουμε στον ασεβή βασιλιά για τη ζωή μας. Τώρα να μην τα προσφέρουμε στον Βασιλέα του ουρανού και της γης, ο οποίος μας εχάρισε τη ζωή;”...

Ο Άγιος, επαίνεσε τότε την προθυμία τους και όρισε να λάβουν το ένα τρίτο από ό,τι έδωσε ο καθένας και με τα υπόλοιπα να χτίσουν πτωχοτροφεία, ξενοδοχεία, νοσοκομεία, γηροτροφεία και ορφανοτροφεία (σ.σ. όλα αυτά που απετέλεσαν αργότερα το θαυμαστό χριστιανικό, φιλανθρωπικό συγκρότημα της Βασιλειάδας).

Αρχή

Ο σίδηρος και ο Βασίλειος

Αφού λοιπόν φονεύτηκε ο Ιουλιανός ο Παραβάτης από τον Άγιο Μερκούριο κατά τρόπο θαυματουργικό, βασίλεψε για ένα χρόνο ο θεοσεβής Ιοβιανός και μετά οι Ουαλεντιανός και Ουάλης, ο οποίος και ήταν Αρειανός. Οι Αρειανοί, οπαδοί του Αρείου, πρέσβευαν τη μέγιστη βλασφημία, πώς δήθεν ο Χριστός ήταν “κτίσμα του Θεού”. Το ίδιο πρεσβεύουν εκτός των άλλων σήμερα και οι Ιεχωβάδες, που λένε “Χριστός”, αλλά εννοούν κτίσμα, άγγελο-κτίσμα και όχι Θεό!..

Επόμενο ήταν επομένως να σηκωθεί μεγάλος διωγμός εναντίον των Ορθοδόξων Χριστιανών στην Ανατολή, όπου και βασίλεψε ο Ουάλης. Ο Άγιος Βασίλειος, ο γίγας ο αλύγιστος της Πίστης, παρρησία κήρυττε στον κόσμο της Καισαρείας ότι ο βασιλιάς ήταν αιρετικός! Αυτό όταν το έμαθε ο Ουάλης, θέλησε ο ίδιος να μεταβεί στην Καππαδοκία και καθοδόν έστειλε εμπρός του τον αρχιμάγειρά του Δημοσθένη για να απειλήσει τον Αϊ Βασίλη, αλλά δεν κατάφερε να αλλάξει τη γνώμη του Αγίου και επέστρεψε άπρακτος.

Ο Ουάλης έστειλε τότε ένα σπουδαίο άρχοντά του, τον Μόδεστο, να απειλήσει τον Άγιο με μεγάλες τιμωρίες, εάν δεν δεχθεί την αιρετική γνώμη του βασιλιά! Αλλά και αυτός εν τέλει επέστρεψε άπρακτος, χωρίς να μπορέσει να εκτρέψει τον Αρχιεπίσκοπο από την Ορθοδοξία, λέγοντας χαρακτηριστικά στον βασιλιά:

Ευκολότερο είναι να μαλάξει κάποιος το σίδηρο, παρά τη γνώμη του Βασιλείου”!!!

Αρχή

Θαυματουργικές θεραπείες

Μόλις άκουσε αυτά ο Ουάλης, θαύμασε την ανδρεία της ψυχής του Αγίου και θέλησε να πάει μόνος του στην Εκκλησία, να ακούσει τον Άγιο Βασίλειο πώς δίδασκε! Ήταν τότε η εορτή των Θεοφανίων και αντίκρισε ο βασιλιάς αναρίθμητο πλήθος λαού να κάθεται με κάθε τάξη και να ακούει τη διδασκαλία του Επισκόπου του και τον Άγιο να στέκεται με κάθε σεμνότητα και να διδάσκει ως άλλος Απόστολος, κατενύγη την ψυχή! Και τότε, εκείνη την ημέρα, μίλησε με σωφροσύνη στον Άγιο και έφυγε. Μετά όμως από μερικές ημέρες, πηγαίνοντας σε αυτόν οι “επίσκοποι” που προσχώρησαν στην αίρεση, άλλαξαν τη γνώμη του Ουάλη και τον έπεισαν να εξορίσει τον Άγιο! Οπότε και διατάχθηκε η γραφή της αποφάσεως εξορίας...

Άλλες όμως οι βουλές του Κυρίου... Διότι θαυμαστά ενήργησε και πάλι ο Χριστός μας, αφού την ώρα που ο γραφέας θα έγραφε την απόφαση, παρέλυσε το χέρι του! Αλλά και του βασιλιά ο γιος τόσο βαριά αρρώστησε, που κόντευε να πεθάνει! Βλέποντας αυτά λοιπόν ο Ουάλης, κατάλαβε ότι δεν ήταν θέλημα Θεού να εξοριστεί ο Ορθόδοξος Αρχιεπίσκοπος Καισαρείας και μάλιστα διεμήνυσε στον ίδιο τον Αϊ Βασίλη, να πάει να κάνει προσευχή πάνω από το παιδί! Και ω του θαύματος! Και μόνο που το είδε ο Άγιος εκείνο αμέσως γιατρεύτηκε!!!

Αλλά και τον έπαρχο Μόδεστο, που κινδύνευε να πεθάνει, μετά από λίγο ιάτρευσε από την ασθένειά του ο Μέγας Βασίλειος! Βλέποντας όλα αυτά ο βασιλιάς και θαυμάζοντας την αρετή του Αγίου, επέστρεψε τελικά πίσω, αφήνοντας ανενόχλητο τον Άγιο...

Αρχή

...Η βασιλεία να ακολουθεί την Εκκλησία

Αργότερα, ο Ουάλης θέλησε να μοιράσει την επαρχία της Καππαδοκίας σε δύο επάρχους και ο ένας να έχει έδρα της Καισαρεία, ο άλλος τα Τύανα. Μαθαίνοντας αυτό όμως κάποιοι Επίσκοποι στα Τύανα και ιδιαίτερα κάποιοι αιρετικοί, ερχόταν σε αντίθεση με τον Αρχιεπίσκοπο Καππαδοκίας και Μητροπολίτη Καισαρείας Βασίλειο, θέλοντας να χωρίσουν την Καππαδοκία σε δύο Μητροπόλεις, όπως θα ήταν και οι έπαρχοι. Όμως ο Άγιος έλεγε σε αυτούς με ταπείνωση ότι η Εκκλησία δεν έχει υποχρέωση να ακολουθεί τη βασιλεία, αλλά η βασιλεία την Εκκλησία και ότι δεν είναι πρέπον να χωρίσουν οι Μητροπολίτες, επειδή χώρισαν οι έπαρχοι.

Όμως εκείνοι δεν άκουσαν και χειροτόνησαν Μητροπολίτη Τυάνων κάποιον Άνθιμο και άρπαξαν και το Ναό του Αγίου Ορέστου στους πρόποδες του Ταύρου. Αλλά με την υπομονή του Αγίου και τη δικαιοσύνη του Θεού, ο Άνθιμος τιμωρήθηκε και σύντομα ενώθηκαν και πάλι εκκλησιαστικά οι επαρχίες. Τότε λέγεται πως ο Αρχιεπίσκοπος Καισαρείας Βασίλειος, χειροτόνησε τον Άγιο Γρηγόριο το Θεολόγο Επίσκοπο, σε μικρή Επισκοπή που λεγόταν Σάσιμα.

Αρχή

Ο Δεσπότης και ο Ιερέας

Κάποτε ο Άγιος, θέλησε να παει σε μια πόλη την οποία υπηρετούσε κάποιος Ιερέας Αναστάσιος, ενάρετος και δίκαιος. Ο Ιερέας αυτός εκτός από την εγκράτεια και τη νηστεία που μεταχειριζόταν, είχε και σύζυγο, τη Θεογνωσία, την οποία καθόλου δε γνώρισε σαν γυναίκα επί σαράντα ολόκληρα χρόνια και την είχε ως αδελφή του! Οι άνθρωποι της πόλεως, χωρίς να ξέρουν, έλεγαν ότι είναι στείρα και δε γεννά παιδιά...

Αλλά και άλλη κρυφή αρετή είχε εκείνος ο Ιερέας, διότι φιλοξενούσε στο σπίτι του άνθρωπο ασθενούντα από λώβη (λέπρα!), τον οποίο περιποιούνταν και φρόντιζε αυτός και η πρεσβυτέρα του, χωρίς να το γνωρίζει κανένας!..

Όταν λοιπόν ξεκίνησε ο Άγιος Βασίλειος να πάει εκεί, ο Ιερέας Αναστάσιος το πληροφορήθηκε δια Πνεύματος Αγίου και είπε στην πρεσβυτέρα του:

“Αδελφή μου, εγώ θα πάω στον αγρό μας επειδή είναι ανάγκη. Σήμερα δε έρχεται ο Δεσπότης μας και την τάδε ώρα να εξέλθεις με θυμίαμα και λαμπάδες για να τον προϋπαντήσεις”!

Όταν λοιπόν βγήκε η Θεογνωσία, την ώρα που της είπε ο Αναστάσιος, έφτανε πράγματι και ο Αϊ Βασίλης και της είπε:

“Πώς έχεις κυρία Θεογνωσία”;

Αυτή εξεπλάγη στο άκουσμα του ονόματός της και απάντησε:

“Καλώς, Δέσποτα Άγιε”.

“Πού είναι ο κύριος Αναστάσιος, ο πρεσβύτερος αδελφός σου”;

“Σύζυγός μου είναι Δέσποτα και έχει μεταβεί εις τον αγρό για να εργασθεί” απάντησε εκείνη.

“Αυτός ήλθε και είναι εντός της οικίας, μη στείλεις λοιπόν ανθρώπους να τον καλέσουν” την πληροφόρησε τότε ο Άγιος!

Όταν άκουσε λοιπόν η Θεογνωσία τις προφητείες του Αγίου, έπεσε στα πόδια του με δάκρυα λέγοντας:

“Εύχου υπέρ εμού της αμαρτωλής Δέσποτα Άγιε, διότι βλέπω σε σένα μεγάλα και θαυμαστά”!

Ευχήθηκε τότε για αυτή ο Δέσποτας Βασίλειος και ξεκίνησε για το σπίτι, όπου έξω από την πόρτα τον προϋπάντησε πράγματι ο Ιερέας Αναστάσιος. Και όταν κάθισαν, ζήτησε από αυτόν ο Αρχιεπίσκοπος να διηγηθεί τις αρετές του, για την ωφέλεια των παρισταμένων Χριστιανών.

“Αμαρτωλός άνθρωπος είμαι Δέσποτα Άγιε, αποκρίθηκε ο Αναστάσιος. Ποια αρετή ζητάς από μένα; Τούτο δε λέγω στην αρχιερωσύνη σου. Ότι έχω δύο άροτρα και το μεν ένα εργάζομαι εγώ, το δε άλλο ο δούλος μου. Από το προϊόν κρατούμε όσο αρκεί για να περάσουμε το χρόνο και το υπόλοιπο το δίνουμε στους πτωχούς. Έχω δε και τη σύζυγό μου και δούλη σου η οποία με υπηρετεί”.

“Μην τη λες σύζυγό σου, είπε τότε ο Άγιος, αλλά να τη λες αδελφή σου, καθώς πράγματι είναι και πες μου και τις άλλες αρετές σου”.

“Καμιά αρετή δεν έχω Δέσποτά μου, απάντησε ο Ιερέας και είμαι έρημος πάσης αγαθοεργίας”.

“Σήκω και έλα μαζί μου” του ζήτησε τότε ξαφνικά ο Αϊ Βασίλης και τον οδήγησε στο κελί, όπου ήταν ο ασθενής λεπρός και του λεει: “Άνοιξε αυτή την πόρτα”.

“Μη μπεις Άγιε του Θεού, διότι ο τόπος είναι μολυσμένος” είπε ο Ιερέας.

“Και εγώ τέτοιο τόπο χρειάζομαι” απάντησε ο Άγιος και επειδή ο Πρεσβύτερος δε θέλησε να ανοίξει την πόρτα για να μη γίνει φανερή η αρετή του, δια μόνης της προσευχής του την άνοιξε ο Άγιος και αφού μπήκε μέσα είπε στον Αναστάσιο:

“Γιατί αποκρύπτεις από εμένα αυτό το θησαυρό”;

“Είναι οργίλος και οξύθυμος Δέσποτά μου και φοβήθηκα να σας τον παρουσιάσω μήπως σας πει λόγο κάποιο βλάσφημο”.

“Καλά αγωνίσθηκες για αυτόν επί τόσους χρόνους, αλλά άφησε και εμένα αυτή τη νύχτα να τον υπηρετήσω” είπε ο Άγιος και κάθισε μαζί με τον λεπρό όλη τη νύχτα προσευχόμενος θερμά προς το Θεό. Και ω του θαύματος! Το πρωί έβγαλε αυτόν από το κελί τελείως θεραπευμένο, χωρίς να έχει ούτε το ελάχιστο σημάδι της λέπρας.

Ο άγιος Βασίλειος και ο Μοναχισμός




του Γεωργίου Φλωρόφσκυ

Επίτιμου καθηγητού της Ιστορίας της Ανατολικής Εκκλησίας του Πανεπιστημίου του Harvard

Πηγή: Απόσπασμα από το βιβλίο: "Οι Βυζαντινοί Ασκητικοί και Πνευματικοί Πατέρες". (Μετάφραση Παναγιώτη Κ. Πάλλη. Εκδόσεις Πουρναρά. Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 223-230).

(Τίτλος πρωτοτύπου: The Byzantine Ascetic and Spiritual Fathers. © BUCHERVERTRIEBSANSTALT. © 1992 Για την ελληνική γλώσσα Πουρναράς Παναγιώτης Καστριτσίου 12 Θεσσαλονίκη ISBN: 960-242-031-6).

Ο Άγ. Βασίλειος πήρε το μοναχισμό που υπήρχε στα χρόνια του, τον αναχωρητικό μοναχισμό και τον αυστηρό κοινοβιακό μοναχισμό του Παχωμίου, και άλλαξε τη δομή του. Αντί μιας «δοκιμασίας» που ήταν κατ' ουσίαν μοναχική, αυτός έφερε τη «δοκιμασία» κάτω από την άμεση εξάρτηση των κοινωνικών υποχρεώσεων της Εκκλησίας. Κατά τον άγιο Βασίλειο, μια μοναστική κοινότητα αδελφών είναι ένα στάδιο μέσα στο οποίο ασκούνται αθλητές, μια καλή οδός προς την πρόοδο, μια συνεχής εκγύμναση, ένα μόνιμο ενδιαφέρον για τις εντολές του Θεού: το τέλος του είναι η δόξα του Θεού σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου μας.

Το κοινοτικό Ιδεώδες έλαβε τη βασική θεμελίωση του τον τέταρτο αιώνα από τον Άγ. Βασίλειο τον Μέγα. Πραγματικά, δεν είναι υπερβολή ότι ο Άγ. Βασίλειος άλλαξε ριζικά το μοναχισμό. Ο Άγ. Βασίλειος έβλεπε την κοινοβιακή ζωή ως ένα μικρόκοσμο της Εκκλησίας, ως ένα κοινωνικό οργανισμό, ως ένα είδος ειδικής «πολιτείας». Ο Κανόνας του Αγ. Βασιλείου ήσκησε αποφασιστική επίδραση σε ολόκληρη τη μετέπειτα ιστορία του μοναστικού βίου στο Βυζάντιο και στη Δύση. Ο Άγ. Βασίλειος έγραψε τον Κανόνα του μεταξύ των ετών 358 και 364. Αποτελείται από δύο μορφές. Στην κοινή Λατινική ορολογία η πρώτη μορφή, η Regulae fusius tractatae (Όροι κατά Πλάτος), αποτελείται από 55 κατηγορίες (κεφάλαια)· η δεύτερη μορφή, η Regulae brevius tractatae (όροι κατ' επιτομήν), συνίσταται από 313 κατηγορίες (κεφάλαια). Αυτές οι κατηγορίες είναι με τη μορφή ερωτήσεως και αποκρίσεως. Αν και ο Κανόνας είναι αυστηρός, απέφευγε να ενθαρρύνει τις πιο ακραίες μορφές ασκητισμού που ζούσαν οι ερημίτες της ερήμου. Ο Κανόνας εννοούσε τον ασκητισμό ως μέσον για την τέλεια υπηρεσία του Θεού, κι αυτή έπρεπε να πραγματοποιηθεί σε κοινοτική ζωή με υπακοή. Ο Αγ. Βασίλειος προέβλεψε ώρες για λειτουργική προσευχή και ώρες για χειρονακτική εργασία και άλλες μορφές εργασίας. Πτώχεια και αγαμία περιλαμβάνονταν επίσης στον Κανόνα. Ο Κανόνας του Αγ. Βασιλείου έχει μέσα του μια κοινωνική εντολή: τα παιδιά πρέπει να διδάσκονται σε τάξεις που ήταν προσαρμοσμένες στα μοναστήρια και οι μοναχοί έπρεπε να μεριμνούν για τους φτωχούς. Η παρούσα μορφή του Κανόνα του Αγ. Βασιλείου είναι μια αναθεώρηση του Αγ. Θεοδώρου του Στουδίτη (πέθανε το 826). Ο ίδιος ο Άγ. Βασίλειος ίδρυσε μοναστήρια στον Πόντο. Εδώ συνέχισε το έργο που άρχισε ο Ευστάθιος Σεβαστείας (γεννήθηκε περί το 300 πέθανε περί το 377), που ήταν κάποτε στενός φίλος του Αγ. Βασιλείου και συμμετείχε στη μοναστική κίνηση, αλλά αργότερα αναδείχθηκε η ηγετική μορφή στην Μικρά Ασία στη διάδοση της αιρέσεως του Μακεδονίου (πέθανε περί το 362), Επισκόπου Κωνσταντινουπόλεως· η αίρεση είναι γνωστή ως αίρεση των Πνευματομάχων. Ο Ευστάθιος μάλιστα διέδιδε μια μορφή μοναχισμού που ισχυρίζονταν ότι ο γάμος εμπόδιζε τη σωτηρία και γι’ αυτό οι ιερείς έπρεπε να μην νυμφεύονται. Αν η «μεταρρύθμιση» του μοναχισμού από τον Αγ, Βασίλειο ήταν τόσο ριζοσπαστική, τι τον ώθησε σ’ αυτήν;

Στην υπ' αριθμό 223 επιστολή του, που απευθύνεται, παρεμπιπτόντως, στον Ευστάθιο Σεβαστείας, ο Άγ. Βασίλειος εκθέτει τις σκέψεις του πάνω στο θέμα: «Είχα διαθέσει πολύν χρόνο σε μάταια πράγματα … Αλλά μια μέρα, καθώς ξύπνησα σαν από βαθύ ύπνο, άνοιξα τα μάτια μου στο θαυμαστό φως της αληθείας του ευαγγελίου … Και κλαίοντας για την ελεεινή ζωή μου, προσευχήθηκα να μου δοθεί ένας κανόνας συμπεριφοράς για να μπω στους δρόμους της ευσέβειας. Και προ πάντων, φρόντισα να διορθώσω κάπως τον τρόπο της ζωής μου, που είχε από καιρό διαστραφεί από τη συναναστροφή με φαύλους ανθρώπους. Ύστερα διάβασα το ευαγγέλιο και είδα ότι τα μεγάλα μέσα για την τελείωση ήταν να πωλήσει κανείς τα υπάρχοντα του, και να τα μοιράσει στους ενδεείς αδελφούς, και να αποδεσμευτεί πλήρως από τις φροντίδες αυτής της ζωής χωρίς να διατηρεί καμιά προσκόλληση της ψυχής στα αγαθά αυτής της γης, και ήλπιζα να βρω κάποιον αδελφό που είχε επιλέξει αυτήν την οδό του βίου, και να επιτύχω μαζί μ' αυτόν να διαπεράσω τον βαθύ κλύδωνα της σύντομης αυτής ζωής» (Patrologia Graeca 31, 337). Εδώ ακριβώς βρίσκεται η ιδέα του Αγ. Βασιλείου για τον «άλλον», η ιδέα του για τον κοινοβιακό βίο, για εκείνη την οδό τελειώσεως θα ταξίδευε μαζί με «κάποιον αδελφόν», όχι μόνος του, όχι στην απομόνωση του αναχωρητικού μοναχισμού.

Αυτή η σκέψη συνεχίζεται στους «Όρους κατά πλάτος» (Regulae fusius tractatae) (3): «Ποιος δεν γνωρίζει ότι ο άνθρωπος, πράγματι, είναι ένα ήμερο και κοινωνικό ζώο, και όχι μοναστικό και άγριο; Γιατί τίποτε δεν είναι τόσο σύμφωνο με τη φύση μας όσο το να επικοινωνούμε με τον άλλο, το να έχουμε την ανάγκη ο ένας του άλλου, και το να αγαπούμε τον άνθρωπο που έχει την ίδια με μας φύση. Ο Κύριος μας έχει δώσει αυτά τα σπέρματα που τα φύτεψε μέσα στις καρδιές μας. Αυτός τώρα έρχεται να ζητήσει τους καρπούς και λέγει: 'Σας δίνω μια καινούρια εντολή να αγαπάτε αλλήλους' (Ιωάννης 13,34). Ο Κύριος ήθελε να διεγείρει την ψυχή μας για να τηρήσουμε αυτήν την εντολή. Δεν ζήτησε από τους μαθητές του ανήκουστα σημεία ή θαύματα έστω κι αν τους έδωσε τη δύναμη να κάνουν τέτοια πράγματα εν Αγίω Πνεύματι αλλά τι τους είπε; από αυτό όλοι θα γνωρίζουν ότι είστε μαθητές μου, αν έχετε αγάπη μεταξύ σας' (Ιωάννης 13:35). Συνάπτει αυτές τις αρχές παντού σε τέτοιο βαθμό, ώστε αποδίδει στον εαυτό του ό,τι καλό κάνουμε στον πλησίον. Γιατί πείνασα, και μου δώσατε να φάγω… » και προσθέτει: ό,τι κάνατε στους ελάχιστους αδελφούς μου, το κάνατε σε μένα' (Ματθαίος 15:35-40). Και έτσι, μέσω της πρώτης εντολής είναι δυνατό να τηρήσεις τη δεύτερη, και με τη δεύτερη να πας πίσω στην πρώτη: Όταν αγαπάς τον Κύριο, να αγαπάς και τον πλησίον, 'γιατί οποίος με αγαπά', λέγει ο Κύριος, 'θα τηρήσει τις εντολές μου και 'η εντολή μου είναι να αγαπάτε αλλήλους όπως εγώ σάς αγάπησα' (ίω. 14:15· 15,12). Ο Αγ. Βασίλειος γίνεται πιο σαφής. «Έτσι στη μονήρη ζωή ό,τι έχουμε είναι άχρηστο (στους άλλους), και είμαστε χωρίς βοήθεια σε ό,τι μας λείπει, γιατί ο Θεός, ο δημιουργός μας, μας έφτιαξε έτσι ώστε να χρειαζόμαστε ο ένας τον άλλον … Αλήθεια! Ο Κύριος, υπερβαίνοντας την κένωση του, δεν αρκέστηκε να μας διδάξει τη διδασκαλία του αλλά, για να μας δώσει ένα σαφές και πρόδηλο παράδειγμα της ταπεινώσεώς του, ο ίδιος, με την τέλεια αγάπη του, έπλυνε και σκούπισε με μια πετσέτα τα πόδια των μαθητών του … Αλλά εσείς τίνος τα πόδια θα πλύνετε; Για ποιόν θα νοιαστείτε; πώς θα βάλετε τον εαυτό σας στην τελευταία θέση, αν ζείτε μόνοι σας; … Στην απομόνωση πώς μπορείτε να επαληθεύσετε ότι είναι ευχάριστο και καλό να ζουν οι αδελφοί μαζί; (Ψαλμοί 132:1). Έτσι, μια κοινότητα αδελφών είναι ένα στάδιο μέσα στο οποίο ασκούνται αθλητές, μια καλή οδός προς την πρόοδο, μια συνεχής εκγύμναση, ένα μόνιμο ενδιαφέρον για τις εντολές του Θεού: το τέλος του είναι η δόξα του Θεού σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου μας (Ματθαίος 5:16), αλλά αυτό επίσης διατηρεί το παράδειγμα των Αγίων για τους οποίους οι Πράξεις των Αποστόλων μας λέγουν (Πράξεις 2:44· 4:32): «Όλοι οι πιστοί έμεναν μαζί και τα είχαν όλα κοινά» και «Όλοι όσοι είχαν πιστέψει είχαν μια καρδιά και μια ψυχή, και κανένας δεν έλεγε ότι κάτι από τα υπάρχοντα του είναι δικό του, άλλα όλα ήταν σ’ αυτούς κοινά» (Patrologia Graeca 30, 340· 345· 347). Ο Αγ. Βασίλειος τονίζει τη Βιβλική έννοια «κοινά». Ο Αγ. Βασίλειος απορρίπτει την «κατά μόνας» διαβίωση με θεολογικά επιχειρήματα, και το θεολογικό του δράμα βρίσκει υποστήριξη στη ζωή και τους λόγους του Χριστού και στο παράδειγμα της πρώτης Εκκλησίας. Αλλά η έμφαση που δίνει ο Άγ. Βασίλειος στον κοινοβιακό βίο πρέπει να ειδωθεί στο φως όλων όσα ο ίδιος έχει γράψει. Δεν αντιτίθεται στη μόνωση, και ασφαλώς δεν απορρίπτει τη θεωρία. Αντιτίθεται στο να γίνει η απομόνωση η μόνη μορφή μοναστικής ζωής. Και, όντως, «προτιμά» και βρίσκει τον κοινοβιακό βίο «πιο επωφελή». Στη 2η επιστολή του προς τον Γρηγόριο, που είναι μια από τις πιο εποικοδομητικές επιστολές στην Ιστορία της Χριστιανικής σκέψεως, συνηγορεί υπέρ της απομονώσεως («ερημίας»), αλλά και πάλι πρέπει κανείς να το κατανοήσει αυτό μέσα στα συμφραζόμενα. «Αυτό που βοήθα πάρα πολύ από αυτήν την άποψη είναι η «ερημιά» (η απομόνωση). Αυτή κατευνάζει τα πάθη και δίνει στο λογικό την ευκαιρία να τα αποκόψει από την ψυχή… . Έτσι ο τόπος που πρέπει να επιλεγεί πρέπει να είναι σαν τον δικό μας εδώ, απαλλαγμένος λόγω της αποστάσεως από την ανθρώπινη επικοινωνία, ώστε να μην μπορεί τίποτα να διακόψει τη συνέχεια της ασκήσεως … Η ησυχία λοιπόν είναι η αρχή της καθάρσεως της ψυχής». Το όλο περιεχόμενο αυτής της θαυμάσιας επιστολής δεν υποστηρίζει την προβαλλόμενη ένταση ότι ο Άγ. Βασίλειος συνηγορεί υπέρ της απομονώσεως ως της σταθερής οδού πνευματικής ζωής. Μάλλον, αυτή φανερώνει ότι ο Γρηγόριος χρειάζεται προσωρινή απομόνωση. Αυτός είναι ακριβώς εκείνος ο τύπος απομονώσεως που υποστηρίζει ο Άγ. Βασίλειος.

Ρωτήθηκε ο Άγ. Βασίλειος «αν αυτός που απομονώνεται είναι ανάγκη να παραμένει μόνος ή να ζει μαζί με άλλους αδελφούς που έχουν αποφασίσει να ακολουθήσουν τον ίδιο σκοπό της ευσέβειας». Η απάντηση του στους Όρους κατ' Επιτομήν (74) [Patrologia Graeca 30, 441] εκφράζει πλήρως τη σκέψη του: «Νομίζω ότι η ζωή αρκετών στον ίδιο τόπο είναι πολύ προτιμότερη. Πρώτον, γιατί για τις σωματικές ανάγκες κανένας μας δεν μπορεί να επαρκέσει μόνος του, αλλά έχουμε ανάγκη ο ένας του άλλου για την προμήθεια αυτού που είναι αναγκαίο. Γιατί όπως ακριβώς το πόδι έχει μια ικανότητα, αλλά στερείται μια άλλη, και χωρίς τη βοήθεια των άλλων μελών δεν θα μπορούσε να βρει ούτε τη δύναμη του ισχυρή ούτε ικανή από μόνη της να συνεχίσει, ούτε κανένα εφόδιο που του λείπει, έτσι είναι και στην περίπτωση του μονήρους βίου: ό,τι χρειαζόμαστε και ό,τι μας λείπει δεν μπορούμε να το βρούμε μόνοι μας, γιατί ο Θεός, που δημιούργησε τον κόσμο, έχει έτσι κανονίσει όλα τα πράγματα ώστε να στηριζόμαστε ο ένας στον άλλον, όπως γράφτηκε ότι πρέπει να ενωθούμε ο ένας με τον άλλον. Αλλά, επιπλέον, ο σεβασμός προς την αγάπη του Θεού δεν επιτρέπει να νοιάζεται κανείς μόνο για τις δικές του υποθέσεις, γιατί η αγάπη, λέγει, δεν ζητά το δικό της. Ο μονήρης βίος έχει ένα μόνο σκοπό, την εξυπηρέτηση των δικών του ενδιαφερόντων. Αυτό σαφώς αντιτίθεται στο νόμο της αγάπης, τον οποίο ο Απόστολος ετήρησε όταν δεν ζητούσε τη δική του ωφέλεια αλλά την ωφέλεια των πολλών, ώστε αυτοί να μπορέσουν να σωθούν. Επιπλέον, κανένας, όταν ζει μόνος, δεν αναγνωρίζει τα ελαττώματά του, αφού δεν έχει κανέναν να τον διορθώσει και με πραότητα και ευσπλαχνία να τον καθοδηγήσει στο δρόμο του. Γιατί η διόρθωση, ακόμα κι αν είναι από εχθρό, μπορεί συχνά στην περίπτωση εκείνων που έχουν καλή διάθεση να εγείρει την επιθυμία για θεραπεία … επίσης οι εντολές μπορούν να τηρηθούν καλύτερα από μια μεγαλύτερη κοινότητα, αλλά όχι από έναν μόνο … Ποιος λοιπόν θα εκτιμούσε καλύτερα την άεργη, άχρηστη ζωή από την καρποφόρα η οποία τηρεί τις εντολές του Θεού; επίσης για τη διατήρηση των δωρεών που δόθηκαν από τον Θεό είναι προτιμότερη η κοινοβιακή ζωή … Γιατί γι’ αυτόν που πέφτει στην αμαρτία, η επιστροφή στην ορθή οδό είναι πολύ πιο εύκολη, γιατί αυτός ντρέπεται για τη μομφή που εκφράζεται από κοινού από τόσους πολλούς … Υπάρχουν ακόμα και άλλοι κίνδυνοι, οι οποίοι ισχυριζόμαστε ότι συνοδεύουν τον μονήρη βίο, και ο πρώτος και μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος της αυτό-ικανοποιήσεως. Γιατί αυτός που δεν έχει κανέναν για να ελέγξει το έργο του εύκολα πιστεύει ότι έχει πλήρως εκπληρώσει τις εντολές … Γιατί πώς θα φανερώσει την ταπείνωσή του όταν δεν έχει κανέναν προς τον οποίο να μπορεί να αποκαλύψει το εσωτερικό του; πώς θα δείξει συμπόνια, αποκομμένος από την κοινωνία των πολλών; πώς θα ασκήσει τον εαυτό του στην υπομονή, αν δεν αντιτίθεται κανένας στις επιθυμίες του;».

Ο Αγ. Βασίλειος απαντά στους Όρους κατ' Επιτομήν (277) στο ερώτημα που τέθηκε από την εντολή του Κυρίου στο Ματθαίος 6:6: «Συ όταν προσεύχεσαι πήγαινε στο πιο απόμερο δωμάτιό σου, κλείσε την πόρτα και προσευχήσου στον Πατέρα σου που είναι παρών εκεί στο κρυφό μέρος» («Συ δε όταν προσεύχη, είσελθε εις το ταμείον σου και κλείσας την θύραν σου πρόσευξαι τω Πατρί σου τω εν τω κρυπτώ»). Η εξήγηση του Αγ. Βασιλείου και η εν γένει θεολογική του κατανόηση τοποθετεί αυτό το χωρίο μέσα σ' ένα ευρύτερο πλαίσιο, ένα πλαίσιο που δεν περιλαμβάνει μόνο τον αναχωρητικό μοναχισμό, γιατί το αντιπαραθέτει προς το χωρίο Ματθαίος 5:14-16. «Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες αυτή η εντολή δίδεται δηλώνουν τη σημασία της. Απευθύνεται σε αυτούς που κατατρώγονται από την επιθυμία να φαίνονται ευχάριστοι στους ανθρώπους. Οποίος λοιπόν υποφέρει από αυτό το πάθος είναι σωστό να αποσυρθεί στην ώρα της προσευχής και να ζήσει σε απομόνωση μέχρις ότου δεν κατατρώγεται πια από το πάθος της αναζητήσεως του επαίνου των ανθρώπων, άλλα μπορεί να κοιτάζει μόνο τον Θεό. Αλλά, όταν κάποιος, με τη χάρη του Θεού, καθαρθεί από αυτό το πάθος, δεν είναι πια ανάγκη να κρύβει ό,τι είναι ωραίο. Αυτό μας διδάσκει ο Κύριος όταν λέγει: 'Δεν είναι δυνατό να κρυφτεί μια πόλη που βρίσκεται πάνω σ' ένα βουνό, ούτε ανάβουν ένα λυχνάρι και το τοποθετούν κάτω από ένα μόδιο, αλλά πάνω στο λυχνοστάτη και έτσι λάμπει σ' όλους που βρίσκονται μέσα στο σπίτι. Επομένως, ος λάμψει το φως σας μπροστά στους ανθρώπους για να δουν τα καλά σας έργα και να δοξάσουν τον επουράνιο Πατέρα σας'» [Patrologia Graeca 30,513].

Ο Άγ. Βασίλειος πήρε το μοναχισμό που υπήρχε στα χρόνια του, τον αναχωρητικό μοναχισμό και τον αυστηρό κοινοβιακό μοναχισμό του Παχωμίου, και άλλαξε τη δομή του. Αντί μιας «δοκιμασίας» που ήταν κατ' ουσίαν μοναχική, αυτός έφερε τη «δοκιμασία» κάτω από την άμεση εξάρτηση των κοινωνικών υποχρεώσεων της Εκκλησίας. Η «δοκιμασία» τώρα γίνεται αχώριστη από την υπηρεσία στον άνθρωπο. Οι μοναχοί τώρα πρέπει να λαμβάνουν μέρος στην εκπαίδευση των παιδιών, στην ανακούφιση των ασθενών, και στη φροντίδα των ορφανών. Η επίδραση του Αγ. Βασιλείου στο μοναχισμό, στην Ελληνική ανατολή και στη Λατινική Δύση, ήταν τεράστια. Ο «κανόνας» του μεταφράστηκε στα Λατινικά προ του τέλους του τέταρτου αιώνα από τον Ρουφίνο που ήταν από την Ακυληία. Αυτός ήταν γνωστός του Αγ. Ιωάννου του Κασσιανού, αν και το ιδεώδες του Αγ. Bασιλείου έρχεται σε αντίθεση προς την έμφαση και τη συνηγορία που έδινε στη θεωρία ο Άγ. Ιωάννης ο Κασσιανός -ο Κασσιανός ήταν, λόγω καταγωγής και πνεύματος, «Αιγύπτιος μοναχός», και δεν θα μπορούσε να επηρεαστεί από τη μορφή μοναχισμού του Αγ. Βασιλείου. Στον πρόλογό του στο βιβλίο του Institutes of the Coenobia (Θεσμοί των Κοινοβίων), όμως, ο Άγ. Κασσιανός μνημονεύει τον Άγ. Βασίλειο συμπτωματικά: «Επάνω σ' αυτό ακριβώς το θέμα άνθρωποι που ήταν ευγενείς στη ζωή και διακεκριμένοι στο λόγο και τη γνώση έχουν ήδη γράψει αρκετά μικρά βιβλία, εννοώ τον Βασίλειο και τον Ιερώνυμο». Η Λατινική Δύση χαρακτηρίζει συχνά τον Ανατολικό Ορθόδοξο μοναχισμό ως «Βασιλειανό». Αυτό είναι μια εσφαλμένη εφαρμογή της ονοματολογίας. Δεν υπάρχουν «τάγματα» («orders») του μοναχισμού στον Ανατολικό Χριστιανισμό. Ο Ανατολικός Χριστιανικός μοναχισμός, αν και επηρεάστηκε βαθιά από τον Άγ. Βασίλειο, ποτέ δεν απέρριψε τον αναχωρητικό μοναχισμό ως μια έγκυρη μορφή μοναστικής ζωής. Η Ρωμαιοκαθολική Curia απέδωσε τον όρο «Βασιλειανό τάγμα» στους Ουνίτες μοναχούς και στους Μελχίτες μοναχούς του Λιβάνου.


πηγή:www.oodegr.com

Νουθεσίες του Κ. Μητσοτάκη στον Γ. Παπανδρέου


ΒΑΣΙΛΗΣ ΧΙΩΤΗΣ | Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2009



Εκκληση προς την κυβέρνηση και τον κ. Γ. Παπανδρέου προσωπικά, να προχωρήσει σε όλες τις αναγκαίες κινήσεις για τη σταθεροποίηση της οικονομίας και την αποκατάσταση του κύρους της χώρας στο εξωτερικό, θα απευθύνει σήμερα ο πρώην πρωθυπουργός κ. Κ. Μητσοτάκης, επιχειρώντας μια νέα σημαντική πολιτική παρέμβαση λίγο πριν από την ανατολή της νέας χρονιάς. Οπως το συνηθίζει, τα τελευταία χρόνια, ο κ. Μητσοτάκης θα προβεί σήμερα σε μια πολιτική δήλωση προτού ξεκινήσει για τις πρωτοχρονιάτικες αγορές του, σχολιάζοντας την πορεία της κυβέρνησης και της χώρας, παραμένοντας πιστός στην πεποίθησή του ότι πρέπει οι πολιτικοί να ομολογούν την αλήθεια στον λαό.

Οπως πληροφορείται «Το Βήμα» ο κ. Μητσοτάκης θα αποφύγει τις αναφορές στη νέα ηγεσία της ΝΔ στα πρώτα βήματά της και θα μιλήσει αποκλειστικά για τις επιλογές της νέας κυβέρνησης, υποστηρίζοντας ότι εξακολουθούν να διακρίνονται από ατολμία και έλλειψη αποφασιστικότητας για την οριστική επίλυση των μεγάλων προβλημάτων της χώρας, όπως ο περιορισμός των ελλειμμάτων και του δημοσίου χρέους αλλά και η επίλυση του Ασφαλιστικού.

Αν και έως χθες το βράδυ η τελική μορφή της δήλωσης του επίτιμου προέδρου της ΝΔ δεν είχε οριστικοποιηθεί, εθεωρείτο βέβαιο ότι ο κ. Μητσοτάκης θα καλούσε τον Πρωθυπουργό να προχωρήσει στη λήψη επώδυνων μέτρων, όπως η αύξηση των έμμεσων φόρων και η περικοπή επιδομάτων και αποδοχών από όσους μπορούν να αντέξουν την κρίση, επισημαίνοντας πως η νέα κυβέρνηση δεν έχει καθόλου χρόνο στη διάθεσή της και συνεπώς δεν μπορούν πλέον να δικαιολογηθούν ατολμίες και αναβολές στη λήψη όλων των αναγκαίων πρωτοβουλιών.

Σ ύμφωνα με πληροφορίες ο κ. Μητσοτάκης πιστεύει επίσης ότι ο κ. Παπανδρέου θα πρέπει να προχωρήσει άμεσα σε ανασχηματισμό, συμπεριλαμβάνοντας στη νέα κυβέρνηση και πρόσωπα εγνωσμένου κύρους που θα μπορούσαν να κερδίσουν και πάλι τον σεβασμό της Ευρωπαϊκής Ενωσης και να αποκαταστήσουν ταχέως τη χαμένη αξιοπιστία της χώρας. Σύμφωνα με τον πρώην πρωθυπουργό τέτοιου είδους πρόσωπα είναι ο κ. Κ. Σημίτης και ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κ. Λ. Παπαδήμος, αλλά και πολιτικά πρόσωπα που θήτευσαν σε προηγούμενες κυβερνήσεις του ΠαΣοΚ, καθώς ο ίδιος πιστεύει ότι δεν έχουν ακόμη δημιουργηθεί συνθήκες συνεργασίας του ΠαΣοΚ με πολιτικά πρόσωπα από άλλους χώρους.

πηγή:www.tovima.gr

Βίος της Οσίας Μελάνης της Ρωμαίας,





Η Οσία Μελάνη η Ρωμαία



Έζησε στα χρόνια που βασιλιάς ήταν ο Ονώριος, ο δεύτερος γιός του Μεγάλου Θεοδοσίου. Οι γονείς της, ευγενείς και πλούσιοι, την πάντρεψαν σε μικρή ηλικία και απέκτησε δύο παιδιά.

Όμως μεγάλες δοκιμασίες την περίμεναν. Τη μητρική της καρδιά σπάραξε ο θάνατος των δύο παιδιών της. Μετά από λίγο και εντελώς ξαφνικά, πέθανε ο σύζυγος της. Και για να γεμίσει το πικρό ποτήρι της λύπης, χάνει και τους γονείς της.

Οι στιγμές που περνούσε ήταν πολύ δύσκολες. Το μόνο που την παρηγορούσε ήταν ο λόγος του Θεού «Τῇ ἐλπίδι χαίροντες, τῇ θλίψει ἁπομένοντες, τῇ προσευχῇ προσκαρτεροῦντες»(προς Ρωμ.,ιβ΄12)

Δηλαδή, η ακλόνητη ελπίδα σας στα μέλλοντα αγαθά να σας γεμίζει χαρά και να σας ενισχύει για να δείχνετε υπομονή στη θλίψη. Και να επιμένετε στην προσευχή, συνεχίζει ο λόγος του Θεού, από την οποία θα λαμβάνετε σπουδαία βοήθεια στις δύσκολες περιστάσεις της ζωής σας.

Έτσι και η Μελάνη, αδιάφορη για τις κοσμικές απολαύσεις, αποσύρθηκε σε ένα εξοχικό της κτήμα, όπου αφοσιώθηκε στην μελέτη και στην προσευχή. Εκεί επίσης καλλιγραφούσε ιερά βιβλία και τα έδινε να τα διαβάζουν οι πιστοί.

Διέθεσε όλη της την περιουσία για την ανακούφιση των πτωχών και των ασθενών. Και αφού επισκέφτηκε πολλούς τόπους βοηθώντας τους πάσχοντες, κατέληξε στην Ιερουσαλήμ, όπου και πέθανε από πλευρίτιδα.

Η εκκλησία μας τιμά την μνήμη της στις 31 Δεκεμβρίου.

Απολυτίκιο, Ήχος δ΄.
«Καταυγασθεῖσα τήν ψυχήν φρυκτωρίαις
τοῦ ἀναλάμψαντος ἡμῖν ἐκ Παρθένου,
ἐν ἀρεταῖς διέλαμψας, πανεύφημε∙
πλοῦτον γάρ σκορπίσασα ἐπι γῆν ἐφθαρμένον,
ἐναπεθησαύρισας τόν οὐράνιον πλοῦτον
καί ἐν ἀσκήσει ἒλαμψας φαιδρῶς.
Ὃθεν, Μελάνη, σε πόθῳ γεραίρομεν.»

πηγή:www.xfe.gr

Ομαδικές βαπτίσεις στο Χαράρε τέλεσε ο Ζιμπάμπουε Γεώργιος


Με τις ευχές και τις ευλογίες του Πάπα και Πατριάρχου Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής κ. Θεοδώρου Β΄, ο Μητροπολίτης Ζιμπάμπουε κ. Γεώργιος, σήμερα Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2009, τέλεσε ομαδικές βαπτίσεις 327 κατηχουμένων στο Ιεραποστολικό Κέντρο Αγίου Νεκταρίου στο Χαράρε.

Οι περισσότεροι κατηχούμενοι ήταν νέοι και νέες που παρακολούθησαν τα οργανωμένα προγράμματα κατηχήσεων τους τελευταίους δώδεκα μήνες.

Μετά το πέρας των βαπτίσεων διανεμήθηκαν καινούργια ρούχα και παπούτσια σε περισσότερα από χίλια άτομα, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, μέλη του προαναφερθέντος Ιεραποστολικού Κέντρου.

Στο Ιερό Μυστήριο του Αγίου Βαπτίσματος τον Σεβασμιώτατο πλαισίωσαν ο Αρχιερατικός Επίτροπος Πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Σαγάνης (αποσπασμένος κληρικός της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών), οι Αφρικανοί Ιερείς π. Ραφαήλ Gada, και π. Αυγουστίνος Moketsi και ο νεοχειροτονηθείς Διάκονος Δημήτριος Nyandebvu.

πηγή:www.Romfea.gr

Ιλαρίωνας «Ο άνθρωπος είναι η αιτία των οικολογικών προβλημάτων»


Στα πλαίσια εβδομαδιαίας τηλεοπτικής εκπομπής «Εκκλησία και κόσμος», ο Πρόεδρος του Τμήματος Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας Αρχιεπίσκοπος Βολοκολάμσκ Ιλαρίων απάντησε σε ερωτήσεις σχετικά με τα οικολογικά προβλήματα.

Ο Αρχιεπίσκοπος Ιλαρίων τόνισε ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία δίνει ιδιαίτερη σημασία στο περιβάλλον, πράγμα το οποίο επιβεβαιώνεται και από το επίσημο κείμενο της Ρωσικής Εκκλησίας «Αρχές του κοινωνικού δόγματος της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας». Ολόκληρο κεφάλαιο αυτού του κειμένου ασχολείται με αυτά τα προβλήματα. Ο Πατριάρχης Κύριλλος, σύμφωνα με τον Σεβασμιώτατο Ιλαρίωνα, επίσης είχε μιλήσει επανειλημμένως πάνω στα οικολογικά θέματα.

Ο Πρόεδρος του ΤΕΕΣ επεσήμανε ότι σε περίπτωση που ο άνθρωπος «δεν εκλαμβάνεται το περιβάλλον ως τομέα της δικής του ευθύνης και το αντιμετωπίζει αποκλειστικά καταναλωτικά», γίνεται αίτιος των οικολογικών προβλημάτων.

«Πρέπει να αρχίσουμε από τον εαυτό μας και στη συνέχεια μόνο να παραπονιόμαστε για τους ισχυρούς της γης και τα εργοστάσια. Βεβαίως η διευθυντές των μεγάλων εργοστάσιων έχουν πολύ μεγάλη ευθύνη για το περιβάλλον. Και στο σημείο αυτό πρέπει να τίθονται σε ισχύ κάποιοι μηχανισμοί ελέγχου ακόμα και του διεθνούς», τόνισε ο Αρχιεπίσκοπος Ιλαρίων.

Σύμφωνα με τη μαρτυρία των Αγίων Πατέρων ο Θεός εξ αρχής έθεσε άνθρωπο κυρίαρχο και βασιλιά της φύσης, καλώντας αυτόν στη συν-δημιουργία και στην τελειοποίηση του κτίσματος διά των έργων αυτού. Όμως αντί να γίνει «συνεργάτης του Θεού στη διακόσμηση της γης» ο άνθρωπος αντιμετώπισε τη φύση καταναλωτικά.

Εφόσον οι φυσικοί πόροι δεν είναι απεριόριστοι ο άνθρωπος δεν δικαιούται να κρατάει ανεύθυνη και επιπόλαιη στάση απέναντι στη γη, αλλά πρέπει να την προστατεύσει ώστε να την αφήσει για τους απογόνους του σε εύχρηστη κατάσταση, θεωρεί ο Πρόεδρος του ΤΕΕΣ.

Ασκώντας πολεμική κατά της υπόθεσης ότι ο πλανήτης μας κινδυνεύει από τον υπερπληθυσμό, ο Αρχιεπίσκοπος Ιλαρίων τόνισε ότι η ανθρωπότητα σε παγκόσμιο επίπεδο αντιμετωπίζει «όχι τόσο το πρόβλημα του υπερπληθυσμού, όσο της ορθής και λογικής χρήσης των φυσικών πόρων».

Οι επιστημονικές υποθέσεις που προϋποθέτουν την ανάγκη μείωσης της γεννητικότητας με σκοπό να αποφευχθεί ο υπερπληθυσμός της γης «κατά κανόνα είναι πολύ κακόβουλες», είπε εν κατακλείδι ο Πρόεδρος του ΤΕΕΣ

πηγή:www. Romfea.gr

Ο ησυχαστικός μοναχισμός του Μ. Βασιλείου (Δ')



Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου


ζ) Σχέσεις με τον κόσμο

Τό Μοναστήρι, όπως το περιγράφει ο Μ. Βασίλειος, είναι μιά κοινότητα που σαφώς βρίσκεται σε χώρο έξω από την κοινωνία και απαρτίζεται από μοναχούς που προηγουμένως έκαναν αποταγή όλων των υλικών αναγκών, ακόμη και των συγγενικών σχέσεων και εντάσσονται σε μιά αδελφότητα, οπότε αποκτούν μιά άλλη πνευματική οικογένεια. Όμως, αν και οι μοναχοί ευρίσκονται έξω από την κοινωνία, είναι υποχρεωμένοι μερικές φορές να έχουν μιά επικοινωνία με την ανθρώπινη κοινωνία. Ακριβώς για τον λόγο αυτό ο Μ. Βασίλειος καθορίζει και τον τρόπο με τον οποίο οι μοναχοί θα έρχονται σε επικοινωνία με τον κόσμο.

Κατ’ αρχάς ο Μ. Βασίλειος τονίζει ότι ο μοναχός πρέπει να αποφεύγη κάθε δημόσια εμφάνιση, γιατί με τέτοιες εμφανίσεις γίνονται διαχύσεις της καρδίας. “Πάσαν προέλευσιν παραιτού, όσον εστίν εν σοί, φεύγων τάς της καρδίας σου διαχύσεις”. Μάλιστα στο κείμενο αυτό συνδέει την έξοδο από το Μοναστήρι και την συναναστροφή με τον κόσμο, ωσάν μιά συναναστροφή με την πόρνη γυναίκα: “Απέλιπες την εγκράτειαν, ενέκυψας τώ κόσμω, συνέτυχες πόρνη γυναικί”. Ο μοναχός με την συναναστροφή στον κόσμο θέλγεται από τα όσα διαθέτει ο κόσμος, όπως κάποιος που συναντάται με την πόρνη γυναίκα και έτσι αφήνει την εγκράτεια, που πρέπει να εξασκή και ελκύεται προς την ζωή του κόσμου. Αλλά και αν μπορέση με την βοήθεια του Θεού να ξεφύγη τα δίκτυα του κόσμου, θα επιστρέψη στο Μοναστήρι άρρωστος και θα χρειασθή πολύ χρονικό διάστημα για να επανέλθη στην προηγούμενη κατάσταση: “Ει δέ πού και βοηθούμενος υπό του Θεού διαδράναι δυνηθής τα τοιαύτης δίκτυα, επανήκες μέν τή κέλλη, αλλ’ ουχ ο αυτός, πάρετος δέ τις και νενοσηκώς και προς άπαν έργον των αρετών δυσάρεστος, πολλώ δέ χρόνω επανελθείν εις την οικείαν έξιν δυνάμενος”. Ακριβώς για τον λόγο αυτό ο Μ. Βασίλειος συνιστά στούς μοναχούς: “Πρόοδος δέ, πλήν των τεταγμένων και αναγκαίων εξόδων, από ασκητηρίου ουκ έστιν”.

Βεβαίως, όταν υπάρχει ανάγκη για το Μοναστήρι, ο μοναχός εξέρχεται από το Μοναστήρι του. Αλλά και τότε ο μοναχός πρέπει να το κάνη “περιτεθωρακισμένος τον φόβον του Θεού”, μέσα στο χέρι του να έχει βάλει την αγάπη του Χριστού και να αντιμετωπίζη την προσβολή των ηδονών με την εγκράτεια. Καί όταν εκτελέση το έργο του να επανέρχεται χωρίς χρονοτριβή στο Μοναστήρι “ώσπερ τις άκακος περιστερά”, όπως το περιστέρι επέστρεψε στην Κιβωτό του Νώε φέροντας στο στόμα του τα ελέη του Θεού. Μέ τον τρόπον αυτό πείθει τούς εσωτερικούς λογισμούς “άβατον είναι την επί παντός ετέρου τόπου σωτηριώδη ανάπαυσιν”. Ο μοναχός πρέπει να αισθάνεται ότι ο μοναδικός τόπος αναπαύσεως και σωτηρίας είναι ο χώρος της Ιεράς Μονής του.

Όμως, όχι μόνον δεν πρέπει να αναχωρή στον κόσμο, αλλά και πρέπει να φροντίζη να μή εισαγάγη τον κόσμο, δηλαδή το κοσμικό φρόνημα, στην Ιερά Μονή. Ο μοναχός, όπως λέγει ο Μ. Βασίλειος, πρέπει να αποφεύγη τις συναναστροφές με τούς συνομηλίκους, ιδιαίτερα αν είναι νέος στην ηλικία και το φρόνημα: “Νέος ών είτε την σάρκα είτε το φρόνημα, φεύγε την συνδιαγωγήν των ομηλίκων και αποδίδρασκε απ’ αυτών ως από φλογός”. Καί εξηγεί ότι πολλές φορές ο διάβολος με την δήθεν πνευματική αγάπη οδήγησε πολλούς στην αμαρτία και τελικά στην αιώνια κόλαση. Καί είναι φοβερό να διασωθή κανείς από το πέλαγος και από τούς ανέμους και τα κύματα και να καταστραφή στο λιμάνι, ενώ τελούσε σε αμεριμνησία. Γενικά πρέπει να αποφεύγη όσο είναι ακόμη νέος την συναναστροφή με νέους στις συζητήσεις, την ψαλμωδία, το κελλί, τις οικίες ακόμη και με το πρόσχημα “μελέτης θείων λογίων ή ετέρας οποιασούν και αναγκαιοτάτης χρείας”. Αντίθετα, ο μοναχός πρέπει να συναναστρέφεται δυσπροσίτους Γέροντες που έχουν την δυνατότητα να του δώσουν γηραλέο φρόνημα και να τον βοηθήσουν να διανύη τον υψηλό δρόμο της μοναχικής ζωής: “Πρόστρεχε γέρουσι δυσεντεύκτοις, οίτινες λόγοις μέν παροιμιών αλείφουσι τούς νέους προς τάς εναρέτους πράξεις, βλάπτουσι δέ προσώπω ουδαμώς”.

Ο μοναχισμός είναι μία πορεία προς την θέωση και πρέπει να εξασκήται με σοβαρό τρόπο και με υψηλό λόγο. Η μοναχική ζωή είναι άνοδος σε υψηλότερα επίπεδα πνευματικής ζωής, και, βεβαίως, όταν συναναστρέφεται ο μοναχός με τον κόσμο είναι ενδεχόμενον να παρασύρεται σε χαμηλότερα μέτρα και επίπεδα πνευματικής ζωής, τα οποία για μέν τούς ανθρώπους είναι φυσικά, αλλά για τούς μοναχούς συνιστούν πτώση.

η) Γυναικείος Μοναχισμός

Είδαμε προηγουμένως ότι οι μοναχοί καλούνται στρατιώτες Ιησού Χριστού. Αλλά το ίδιο λέγεται και για τις μοναχές. Λέγει ο Μ. Βασίλειος: “Στρατεύεται γάρ και το θήλυ παρά Χριστώ”. Γράφει ότι οι γυναίκες δεν αποδοκιμάζονται “διά την του σώματος ασθένειαν”, αλλά λόγω της ψυχικής ανδρείας που τις διακρίνει, καταλέγονται και αυτές “εις στρατείαν” και έτσι “πολλαί γυναίκες ηρίστευσαν ανδρών ουκ έλαττον”. Μερικές δέ από τις γυναίκες απεδείχθησαν ανώτερες από τούς άνδρες. “Εισί δέ αί και μειζόνως ευδοκίμησαν”. Μερικές από τις γυναίκες ανήκουν στον χορό των παρθένων, άλλες έδωσαν την ομολογία της πίστεως και άλλες υπέστησαν το μαρτύριο. Άλλωστε και οι γυναίκες ακολουθούσαν τον Χριστό διότι “δι’ αμφοτέρων (των φύλων) η λειτουργία του Σωτήρος επετελείτο”.

Όταν ο Μ. Βασίλειος αναλύει διεξοδικώς ποιός είναι ο σκοπός του μοναχισμού και ποιά πρέπει να είναι η ζωή τόσο του Ηγουμένου, όσο και των μοναχών μέσα στο Κοινόβιο σημειώνει ότι το ίδιο ισχύει και για τις μοναχές. Μάλιστα δέ υπογραμμίζει ότι “εν πάσι γάρ τούτοις μετά πλείονος σπουδής ο των παρθένων οφείλει κατορθούσθαι βίος”. Δηλαδή, ο βίος των μοναχών απαιτεί σε μεγαλύτερο βαθμό την ευσχημοσύνη, την ακτημοσύνη, την ησυχία, την υπακοή, την φιλαδελφία, την αυστηρότητα στις εξόδους από την Ιερά Μονή, την προσοχή στις συναντήσεις, την μεταξύ τους αγάπη και την αποφυγή της ιδιαίτερης φιλίας.

Τήν Ηγουμένη στα Γυναικεία Μοναστήρια ο Μ. Βασίλειος την χαρακτηρίζει με τρία ονόματα, ήτοι “η πεπιστευμένη την ευταξίαν”, “η διδάσκαλος”, “η προκαθηγουμένη”. Η Γερόντισσα πρέπει να είναι σοβαρή και σεβαστή, να μήν επιδιώκη το ευχάριστο ούτε την εύνοιά τους, αλλά να εμπνέη το δέος. Νά φροντίζη για όλες τις υλικές ανάγκες, ήτοι να απαγορεύη την νηστεία και να συμβουλεύη για την λήψη τροφής. Σέ όλα αυτά “το παρ’ εκείνης λεγόμενον νόμος εστίν”. Γενικά η Ηγουμένη πρέπει να αναγνωρίζη ότι θα δώση λόγο στον Θεό, για όλα τα σφάλματα που γίνονται στην κοινότητα. “Ειδέναι γάρ αυτήν χρή ότι των παρά το δέον εν τώ κοινώ πλημμελουμένων εκείνη επί Θεού τον λόγον υφέξει”.

Κάθε μοναχή πρέπει να αποδέχεται όλες τις εντολές της Ηγουμένης ως εντολές του Θεού. Καί μάλιστα αυτές τις εντολές πρέπει να τις επιτελή “μή εκ λύπης ή εξ ανάγκης, ίνα γένηται αυτή έμμισθος η υπακοή”. Κάθε δέ αδελφή πρέπει να ζητή από την Ηγουμένη όχι το ευχάριστο, αλλά το επωφελές και χρήσιμο. Ούτε, βέβαια, πρέπει να σχολιάζη τις εντολές της Ηγουμένης, γιατί μιά τέτοια συνήθεια “μελέτη και ακολουθία της αναρχίας γίνεται”.

Εάν παρίσταται ανάγκη να γίνη κάποια συζήτηση με άνδρα ή με επιμελητή, τότε αυτήν την συζήτηση πρέπει να την κάνη η Ηγουμένη “συμπαρούσης αυτή μιάς ή δευτέρας εκ των αδελφών”, οι οποίες λόγω βίου και ηλικίας δεν θα έχουν κάποιο πρόβλημα. Καί εάν κάποια άλλη μοναχή έχει κάτι χρήσιμο να πή, τότε να το αναφέρη στην Ηγουμένη και εκείνη θα πή ό,τι είναι ανάγκη, και έτσι “δι’ εκείνης λαληθήσεται ό δεί λαληθήναι”.

Φαίνεται λοιπόν, ότι στον γυναικείο μοναχισμό όχι μόνον δεν γίνονται πιό ελεύθερα τα πράγματα, αλλά τίθενται αυστηρότεροι κανόνες για να διασφαλίζεται και η τάξη, αλλά και να εξυπηρετήται ο σκοπός της παρθενίας.

θ) “Όροι κατά πλάτος”, “όροι κατ’ επιτομήν”

Μελετήσαμε προηγουμένως τα κείμενα του Μ. Βασιλείου “ασκητική προδιατύπωσις”, τούς τρείς “ασκητικούς του λόγους” και τον λόγο “περί ασκήσεως” και είδαμε την διδασκαλία του περί του μοναχισμού. Βεβαίως υπάρχουν και οι “όροι κατά πλάτος” και οι “όροι κατ’ επιτομήν”, οι οποίοι κινούνται στην ίδια προοπτική. Γιά να μή μακρύνη αυτή η ανάλυση, απλώς θα ήθελα να παραθέσω εδώ μερικά σημεία από τα προοίμια από τούς “όρους κατά πλάτος” και τούς “όρους κατ’ επιτομήν”, στα οποία φαίνεται η ησυχαστική αντίληψη του Μ. Βασιλείου περί του μοναχισμού.

Ο σκοπός του μοναχού πρέπει να είναι η επιμέλεια της ψυχής, η επιμέλεια και διόρθωση της ματαιότητος του παρόντος βίου και η αναζήτηση των μελλόντων αγαθών: “αψώμεθά ποτε της φροντίδος των ψυχών ημών' λυπηθώμεν επί τή ματαιώσει του προλαβόντος βίου, αγωνισώμεθα υπέρ των μελλόντων εις δόξαν του Θεού και του Χριστού αυτού και του προσκυνητού και αγίου Πνεύματος” Ο χρόνος της παρούσης ζωής είναι χρόνος και καιρός μετανοίας, ενώ ο άλλος αιώνας είναι αιώνας της παρακλήσεως. Αυτό σημαίνει ότι ο μοναχός είναι ο άνθρωπος εκείνος που ζή μέσα στο πνεύμα της μετανοίας και όχι της ανθρωπίνης παρακλήσεως. “Ούτος ο αιών της μετανοίας, εκείνος της ανταποδόσεως' ούτος της υπομονής, εκείνος της παρακλήσεως”.

Τό σημαντικό είναι ότι ο Μ. Βασίλειος διαγράφει και την μέθοδο την οποία πρέπει να μετέλθη ο μοναχός για την σωτηρία του και αυτή είναι η ορθόδοξη ησυχία. Αυτό σημαίνει σαφώς ότι ο μοναχός ζή έξω από την κοινωνία, απηλλαγμένος από τούς θορύβους και τις κοσμικές μέριμνες. “Καιρός δέ επιτηδειότατος ημίν ο παρών και τόπος ούτος ησυχίαν παρέχων και σχολήν πάσαν από των έξωθεν θορύβων, συνευξώμεθα αλλήλοις...”. Σαφώς από τα γραφόμενα αυτά φαίνεται ότι πρόκειται περί κοινότητος, η οποία βρίσκεται κεχωρισμένη από τον κόσμο.

Ο μοναχός, κατά τον Μ. Βασίλειο, είναι εκείνος που εξέλεξε τον ήσυχο και απερίσπαστο βίο, ώστε στην συνέχεια να τηρήση πλήρως τις εντολές του Χριστού στην καθημερινή του ζωή. Είναι χαρακτηριστικός ο λόγος του Μεγάλου αυτού Πατρός της Εκκλησίας που δείχνει και τον σκοπό και τον τρόπο της μοναχικής ζωής: “...φέρε δή οι της ευσεβείας αγωνισταί, οι τον ησύχιον και απράγμονα βίον ως συνεργόν της φυλακής των ευαγγελικών δογμάτων τιμήσαντες, κοινήν φροντίδα και βουλήν προθώμεθα, όπως αν μηδέν ημάς διαφύγη των εντεταλμένων”. Δηλαδή, η πλήρης και τέλεια τήρηση των εντολών του Θεού, και μάλιστα όχι από τον φόβο της κολάσεως, ούτε από το κέρδος του μισθού, αλλά από χαρά για τον Θεό που έδωκε τον νόμο και από αίσθηση υιοθεσίας, απαιτεί ησυχία και απράγμονα βίο. Μόνον διά της νοεράς, αλλά και σωματικής, ησυχίας μπορεί κανείς να τηρήση επακριβώς τις εντολές του Θεού. Γι’ αυτό και ο μοναχός είναι εκείνος που ζή ευαγγελικώς, και έτσι καθαρίζει την καρδιά του από τα πάθη. “Ει γάρ δεί τέλειον είναι τον του Θεού άνθρωπον,... ανάγκη πάσα διά πάσης εντολής καθαρισθήναι εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού”. Επομένως η τήρηση των εντολών του Θεού καθαρίζει τον άνθρωπο και τον οδηγεί στην τελείωση, την θέωση, αλλά και η δυνατότητα τηρήσεως των εντολών συνεπάγεται ήσυχον και απράγμονα βίο.

Ο μοναχός κατά τον Μ. Βασίλειο είναι εκείνος που ξεφεύγει από τον συνήθη βίο και αγωνίζεται για την βίωση της ακριβείας του Ευαγγελίου. Ερωτά: “Ουκ ανακαλεσόμεθα εαυτούς από του κατά συνηθείαν βίου προς την ακρίβειαν του Ευαγγελίου;”.

Τό ίδιο πνεύμα συναντούμε και στο προοίμιο των “όρων κατ’ επιτομήν” του Μ. Βασιλείου. Έχει συνείδηση ο θείος Πατήρ ότι έχει λάβει από τον Θεό την διακονία του λόγου και αισθάνεται υποχρεωμένος να καθοδηγήση τούς μοναχούς προς τον καταρτισμό των ψυχών τους. Γράφει: “Διόπερ ανάγκη ημάς μέν, τούς την διακονίαν του λόγου πεπιστευμένους, εν παντί καιρώ προθύμους είναι προς τον καταρτισμόν των ψυχών...”.

Αυτή η καθοδήγηση γίνεται άλλοτε με το κήρυγμα ενώπιον όλης της Εκκλησίας και άλλοτε με το να επιτρέπη τούς άλλους να ερωτούν: “τα τε προς υγείαν της πίστεως και αλήθειαν της κατά το Ευαγγέλιον του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού πολιτείας”. Όμως οι μοναχοί δεν πρέπει απλώς να ερωτούν, αλλά να μήν αφήνουν τίποτε άκαρπο: “υμάς δέ μηδέν άκαρπον παριέναι...” και βεβαίως “πάσαν σχολήν του βίου προς το χρήσιμον διατίθεσθαι”.

Άν αυτό πρέπει να κάνουν όλοι οι Χριστιανοί, πολύ περισσότερο πρέπει να συμβαίνη με τούς μοναχούς, γιατί αυτός είναι ο σκοπός της μοναχικής ζωής. Γιά την τήρηση των εντολών του Θεού και την κατάρτιση των ψυχών τούς συγκέντρωσε στα Μοναστήρια ο Θεός και σε αυτό βοηθά η πολλή ησυχία και η απαλλαγή από τούς θορύβους: “...εις τούτο συνήγαγεν ημάς ο Θεός, και ησυχία πολλή από των έξωθεν θορύβων εστίν...”. Ο μοναχός πρέπει να εδιαφέρεται, ώστε μέρα και νύκτα να μελετά τον νόμο του Κυρίου. Γράφει ο Μ. Βασίλειος: “μήτε προς ετέραν τινά εργασίαν τρεπώμεθα μήτε ύπνω πάλιν παραδώμεν τα σώματα, αλλ’ εν τή μερίμνη και εξετάσει των αναγκαίων το λειπόμενον μέρος της νυκτός διενέγκωμεν πληρούντες το ειρημένον υπό του μακαρίου Δαβίδ, ότι "εν νόμω Κυρίου μελετήσει ημέρας και νυκτός"”.

Η έρευνα σε όλα τα ασκητικά συγγράμματα του Μ. Βασιλείου αποδεικνύει ότι ο θείος Πατέρας καθ’ όλην την διάρκεια της ζωής του ησχολείτο με μοναχικά θέματα. Άλλα από τα ασκητικά συγγράμματά του εγράφησαν κατά τον χρόνο που ήταν μοναχός στον Πόντο, άλλα στον καιρό που ήταν Πρεσβύτερος και άλλα όταν είχε γίνει Επίσκοπος. Τό γεγονός είναι ότι ο Μ. Βασίλειος διοργάνωσε τον μοναχικό βίο της Καππαδοκίας και όρισε τον σκοπό της μοναχικής πολιτείας που είναι η πορεία προς την θέωση, διά της τηρήσεως των εντολών του Θεού, διά των οποίων επιτυγχάνεται η κάθαρση του ανθρώπου. Σέ αυτό βοηθά πολύ η ησυχαστική μέθοδος με όλη την σημασία της, ως ησυχία σωματική, ησυχία αισθήσεων και ησυχία νοός. Καί μάλιστα όταν η ησυχία συνδέεται με την προσευχή τότε αναπτύσσεται η μεγάλη αγάπη προς τον Θεό και μέσα σε αυτήν την ατμόσφαιρα της αγάπης ο μοναχός γεμίζει από τα χαρίσματα και τις δωρεές του Θεού.

ι) Συμπεράσματα

Από όσα παρατέθησαν προηγουμένως από την διδασκαλία του Μ. Βασιλείου περί του μοναχισμού φαίνεται καθαρά ότι ο Μ. Βασίλειος δεν ευνοεί καθόλου έναν μοναχισμό κοινωνικό, το να διαμένουν οι μοναχοί και οι μοναχές μέσα στον κόσμο, να συμφύρονται με αυτόν, χάρη μιάς κοινωνικής προσφοράς και ενός ιεραποστολικού έργου. Τά Μοναστήρια, κατά τον Μ. Βασίλειο, είναι οργανωμένες κοινότητες, που ζούν πλησίον της κοινωνίας, όχι όμως μέσα στην κοινωνία. Ο Μ. Βασίλειος εκείνο που έκανε είναι ότι διοργάνωσε τούς ερημίτες μοναχούς σε έναν κοινοβιακό τρόπο ζωής και πολιτείας.

Από την διδασκαλία του Μ. Βασιλείου περί του ορθοδόξου μοναχισμού εξάγεται το συμπέρασμα ότι ο Φωστήρ της Καισαρείας υποστηρίζει έναν ησυχαστικό μοναχισμό με νήψη και προσευχή, με την ιερά ησυχία και την υπακοή. Από τα ασκητικά του κείμενα αποπνέει ένα άρωμα πνευματικής υγείας και νηπτικής ζωής. Ο μοναχός ενδιαφέρεται για την σωτηρία του, για την ένωσή του με τον Θεό, την κάθαρση από τα πάθη, και την απόκτηση της νοεράς προσευχής. Ο μοναχισμός του Μ. Βασιλείου δεν είναι μοναχισμός κοινωνικός, όπως εννοείται σήμερα η κοινωνικότητα, ούτε ιεραποστολικός, όπως εκλαμβάνεται σήμερα η Ιεραποστολή. Ορθόδοξος μοναχός κατά τον Μ. Βασίλειο είναι υπέρβαση της ανθρωπίνης φύσεως, είναι μιά ασώματη και αγγελική πολιτεία: “Λογίζεσθαι δέ εκείνο μάλιστα χρή, ότι, διαβάς τα μέτρα της ανθρωπίνης φύσεως, προς την ασώματον πολιτείαν εαυτόν μετέστησεν ο τον των αγγέλων βίον ελόμενος”. Μάλιστα χαρακτηριστικό γνώρισμα των αγγέλων είναι η απαλλαγή από την κοινωνία του γάμου και το να μή μετεωρίζεται προς άλλο κάλλος, “αλλ’ εις το θείον πρόσωπον διηνεκώς ατενίζειν”. Αυτό που κάνουν οι άγγελοι, αυτό πρέπει να κάνουν και οι μοναχοί. Πρέπει να ζούν αγγελικό βίο και να ατενίζουν διαρκώς το πρόσωπο του Θεού.

Αυτά διδάσκει ο Μ. Βασίλειος, ο Καθηγητής του ορθοδόξου μοναχικού ησυχαστικού βίου. Καί μή νομίζη κανείς ότι δεν πρέπει να βλέπουμε τον σύγχρονο μοναχισμό μέσα από τα βιβλία των αγίων Πατέρων, ωσάν αυτό να είναι ένδειξη ελλείψεως πείρας μοναχισμού. Αντίθετα μάλιστα σε περιόδους κατά τις οποίες υπάρχει εκκοσμίκευση του μοναχισμού και επομένως αγνοείται και ο βαθύς σκοπός της μοναχικής πολιτείας και αλλοιώνεται η αληθινή έκφραση του μοναχισμού, τότε πρέπει να μελετούμε τα άγια συγγράμματα των Πατέρων της Εκκλησίας, ιδίως του Μ. Βασιλείου, ώστε να εντοπίζουμε τις ασθένειες του μοναχισμού και να τις θεραπεύουμε.

Τελικά πρέπει να υπογραμμισθή ότι ο Ορθόδοξος μοναχισμός είναι ησυχαστικός-νηπτικός, εμπνέεται από την ιερά ησυχία, όπως την ερμηνεύουν οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας.

Μεγάλη ευθύνη για την αλλοίωση του ορθοδόξου μοναχισμού στις ημέρες μας έχουν οι Ηγούμενοι, όσοι από αυτούς είναι πνευματικώς και εκκλησιαστικώς άρρωστοι, άπειροι στα πνευματικά ζητήματα και έτσι μεταδίδουν την δική τους πνευματική ασθένεια και στούς μοναχούς, τούς οποίους αντί να τούς οδηγούν στην Βασιλεία του Θεού, τούς περικλείουν μέσα στις αρρωστημένες επιδιώξεις τους, στην δική τους βασιλεία!

Πρέπει να βλέπουμε το ύψος της αγγελικής αυτής πολιτείας και με ταπείνωση να διορθώνουμε όλες τις ελλείψεις. Τελικά αυτό είναι ευθύνη και έργο του Επισκόπου. Γιατί ο σύγχρονος κόσμος δεν έχει ανάγκη από κοινωνικά έργα και ακτιβιστικές προσπάθειες, αλλά από την διατήρηση της αληθινής θεραπευτικής μεθόδου διά της οποίας θα φθάση ο άνθρωπος στο αρχέτυπο κάλλος, στην εμπειρία της δόξης του Θεού, που καθίσταται δόξα και του ιδίου του ανθρώπου.

www.parembasis.gr