Οι πρώτοι ιθαγενείς ιερείς της ιεραποστολής του Κολουέζι
Ιωάννης Δ. Λάππας Υποψ. Διδάκτωρ Ιεραποστολικής
Πηγή: Έκδοση Ιεραποστολικού Συνδέσμου «Άγ. Κοσμάς ο Αιτωλός» Θεσσαλονίκη 2009. Η Αρχή της Προσαρμογής (της Σάρκωσης) στην ιεραποστολική σκέψη και πράξη του π. Κοσμά Γρηγοριάτη1
Αναδημοσίευση από: http://www.iersyn.gr/magazines/agkosmas%20a-10-entheto.pdf
Εισαγωγικά
Με τον όρο Προσαρμογή2, στον χώρο της Επιστήμης της Ιεραποστολικής, ορίζεται η σάρκωση του Ευαγγελίου στον Πολιτισμό του κάθε λαού, στις αυτόχθονες κουλτούρες και ταυτόχρονα η εισαγωγή αυτών στη ζωή της Εκκλησίας, με σκοπό την κένωση και την από μέσα «ανακαίνισή» τους, ώστε να καταφέρει η Εκκλησία να δώσει με ουσιαστικό τρόπο το μήνυμα και την Αλήθεια, της οποίας αποτελεί ζώσα έκφραση3.
Η Ορθόδοξη Ιεραποστολή είχε από πάντα μία αξιοσημείωτη θέση έναντι των πολιτισμών που συναντούσε και στους οποίους σαρκωνόταν το Ευαγγέλιο. Για να μπορέσει το Ευαγγέλιο να βιωθεί στην οικουμενική του διάσταση, σε κάθε τόπο και σε κάθε εποχή, πρέπει να σαρκωθεί στις νοητικές και πολιτιστικές συνθήκες του ευαγγελιζόμενου λαού. Αυτός με τη σειρά του θα το εγκολπωθεί, θα το βιώσει και θα το εκφράσει, μέσω της δικής του πνοής, του δικού του ψυχισμού. Κάθε έθνος καλείται να ενεργοποιήσει τη δική του έκφραση προκειμένου να καταστήσει πραγματικά δικό του το «Ευ-αγγέλιο». Κάθε Τοπική Εκκλησία είναι υποχρεωμένη να αφιερώσει και να αναπτύξει τα θετικά στοιχεία του δικού της πολιτισμού4. Είναι σαφές δηλαδή ότι η ίδρυση μιας Τοπικής Εκκλησίας πρέπει να απέχει από οποιαδήποτε εκδοχή «πνευματικής αποικίας» ή «αντιπροσωπείας» άλλων τοπικών Εκκλησιών5.
Η κληρονομιά της πολυπολιτισμικής βυζαντινής πραγματικότητας, το πρωτοποριακό έργο των Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου, αλλά και το παράδειγμα των ρωσικών ιεραποστολών, (ό)που σεβάστηκαν και ανέδειξαν τοπικούς πολιτισμούς σε: Σιβηρία, Κίνα, Αλάσκα, Ιαπωνία και Κορέα, από τον 15ο μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, συνιστούν ασφαλές προηγούμενο. Αποτελούν τη βάση, την τεκμηρίωση, αλλά και το υπόδειγμα για την Ορθόδοξη θεώρηση της Αρχής της Προσαρμογής και για τις σύγχρονες ορθόδοξες ιεραποστολές σε όλο τον κόσμο.
Βασικά στοιχεία του Πολιτισμού πού προσλαμβάνονται και υπηρετούν τη νέα Εκκλησία συνιστούν: η γλώσσα, η ιδιοσυγκρασία, τα έθιμα, οι παραδόσεις και αντιλήψεις του λαού. Δεδομένο προαπαιτούμενο είναι ο εξαγιασμός τους, δηλαδή η εγκατάλειψη του παλαιού ανθρώπου και των χαρακτηριστικών πού δεν μπορούν να εισαχθούν στη νέα, χριστιανική πραγματικότητα. Απαραίτητο γνώρισμα για μια τοπική Εκκλησία είναι ο ντόπιος κλήρος και αργότερα, όταν η Εκκλησία έχει «ριζωθεί» ουσιαστικά, η ντόπια ιεραρχία.
Τα κριτήρια τώρα και οι προϋποθέσεις που διέπουν την κάθε διαδικασία Σάρκωσης στα πλαίσια της Ορθόδοξης Ιεραποστολής6, μακριά από όποιο κίνδυνο συγκρητισμού, συνθέτουν οι αλήθειες περί της Ενσαρκώσεως του Θείου Λόγου, αλλά και η ορθόδοξη κατανόηση της Ιεράς Παράδοσης και της στενής σχέσης Λειτουργίας και Ιεραποστολής.
Θεωρείται ακόμη σκόπιμο να διευκρινισθεί ότι η χρήση των διαφόρων όρων που φανερώνουν τη διαδικασία της Προσαρμογής δεν έχει τύχει της ίδιας χρήσης, ανάπτυξης και προβληματισμού σε όλα τα ιεραποστολικά περιβάλλοντα. Στον χώρο της Ορθόδοξης Ιεραποστολικής, λοιπόν, έχουν χρησιμοποιηθεί κυρίως ο όροι Προσαρμογή και Σάρκωση, ενώ στο παρόν έργο, όπου είναι αναγκαίο, θα αναφέρονται και οι αντίστοιχοι όροι, όπως αυτοί νοούνται στη Δυτική Ιεραποστολική.
Υπό τις παραπάνω προϋποθέσεις θα επιχειρηθεί να τεκμηριωθεί η θέση που κατείχε η αρχή της Προσαρμογής στη σκέψη και την ιεραποστολική πράξη του π. Κοσμά Γρηγοριάτη, ιεραποστόλου που έδρασε από το 1975 έως το 1989 στην επαρχία Σάμπα του Κονγκό (τότε Ζαΐρ).
Για την κατανόηση και την ορθή αξιολόγηση του έργου Προσαρμογής αυτού του ιεραπόστολου, χρήζει να γίνει αναφορά σε κάποιους ιδιαίτερους παράγοντες. Ίσως, από μία άποψη, η Προσαρμογή που πραγματοποιήθηκε από αυτόν να μη θεωρηθεί πολύ προχωρημένη ή πολύ βαθιά. Εντούτοις, είναι ο ίδιος ο ιεραπόστολος που δεν κρύβει τον πειραματικό ακόμα χαρακτήρα του ιεραποστολικού του έργου, δεδομένου και του γεγονότος ότι οι πρώτοι ορθόδοξοι ιεραπόστολοι δεν είχαν φτάσει στο Ζαΐρ, παρά 5-6 χρόνια νωρίτερα. Παρά τη σύντομη ωστόσο ιστορία του ζαϊρινού ορθόδοξου ιεραποστολικού έργου, θα γίνει προσπάθεια να καταδειχθεί η σημασία της συνεισφοράς του π. Κοσμά στην ανάπτυξη κάποιων, τουλάχιστον, μορφών της Προσαρμογής. Ακόμη, τα αποτελέσματα του έργου του πρέπει να αξιολογηθούν υπό το δεδομένο, ότι η ιεραποστολική ακαδημαϊκή του κατάρτιση περιοριζόταν στη φοίτηση στο Διορθόδοξο Ιεραποστολικό Κέντρο «Πορευθέντες» της Αθήνας και στις προσωπικές του μελέτες γύρω από το αντικείμενο της Ιεραποστολής.
Πάντως, είναι αξιοπρόσεκτη η βαθιά ευαισθητοποίησή του προς τον ιθαγενή πολιτισμό και η έγνοιά του για την Προσαρμογή σε νέα στοιχεία, χωρίς να διακινδυνεύει εκπτώσεις της χριστιανικής ζωής, που θα οδηγούσαν στο να χαθεί κάτι από τη σωτηριώδη διάσταση των ευαγγελικών αληθειών.
Η Προσαρμογή στο έργο των προκατόχων
Το έργο Προσαρμογής του π. Κοσμά χαρακτηρίζεται και παίρνει βασικές κατευθύνσεις από την κατάσταση που βρήκε στο Ζαΐρ, από τη δράση του μεγάλου, πρωτοπόρου ιεραπόστολου, π. Χρυσόστομου Παπασαραντόπουλου, ο οποίος έδρασε ανάμεσα στα 1970 και 1972 στην Κασένγκα και το Κολουέζι του Ζαΐρ.
Αυτός ο ιεραπόστολος, εμπνευστής πολλών ελλήνων ιεραποστόλων του 20ου αιώνα, θα βρεθεί το 1960 στην Ουγκάντα, επαναδραστηριοποιώντας για τον ελληνορθόδοξο χώρο –μετά από αιώνες ιεραποστολικής απραξίας, οφειλόμενης σε προφανείς ιστορικούς λόγους- την «ξεχασμένη εντολή». (Η έκφραση ανήκει στον μελετητή της Ορθόδοξης Ιεραποστολής, νυν Αρχιεπίσκοπο Τιράνων και Πάσης Αλβανίας Αναστάσιο Γιαννουλάτο7). Θα βρεθεί στην Ουγκάντα και στη συνέχεια στην Κένυα, την εποχή που αρχίζει να ευοδώνεται μια συγκλονιστικά σημαντική εξέλιξη στα πλαίσια της Ορθόδοξης Ιεραποστολής, σχετιζόμενη άμεσα με την έννοια της Σάρκωσης: Πρόκειται για τη δράση των Ουγκαντέζων: π. Ρουβήμ Σεμπάνια Μουκάσα Σπάρτας και π. Οβαδία Μπασαγιακιτάλο, όπως και του Κενυάτη π. Γεωργίου Άρθουρ Γκαντούνα, του Παναφρικανικού Κινήματος. Στην προσπάθειά τους για μια ανεξάρτητη αφρικανική Εκκλησία, θα γίνουν οι ίδιοι ιδρυτές της Τοπικής Εκκλησίας της Ουγκάντας8. Τούτο συνιστά κορυφαίο γεγονός για το ζήτημα της ιθαγενοποίησης (indigenization)9 της Εκκλησίας.
Το ενδιαφέρον του π. Χρυσόστομου Παπασαραντόπουλου και ο σεβασμός του για τους τοπικούς πολιτισμούς που συναντούσε είναι αξιόλογα. Οι αντίξοες συνθήκες, η έλλειψη μέσων ή η ελλιπής ακαδημαϊκή του κατάρτιση δεν θα τον εμποδίσουν στο να διαμορφώσει ευνοϊκή στάση σχετικά με την Προσαρμογή. Στις επιστολές του καταδεικνύει ως απαραίτητες προϋποθέσεις του ιεραποστόλου τη γνώση: της τοπικής γλώσσας, της ψυχοσύνθεσης του ευαγγελιζόμενου λαού, του τοπικού πολιτισμού. Τούτα θα βοηθήσουν στην εισαγωγή των θετικών στοιχείων στη χριστιανική πραγματικότητα και θα συνεισφέρουν κατά πολύ στην Προσαρμογή της πίστης. Επιπλέον, θεωρεί μεγάλης σημασίας τη «Συμμετοχή στις εκδηλώσεις των ιθαγενών για να αποδείξουμε έμπρακτα ότι σεβόμαστε την πολιτιστική παράδοση κάθε λαού. Έτσι θα κατορθώσουμε να μας νιώσουν ολότελα δικό τους, ένα με αυτούς10».
Ο Παπασαραντόπουλος θα συνεχίσει το έργο του στην Κένυα, αναδεικνύοντας συνεχώς την ευαισθησία της Ορθόδοξης Ιεραποστολής προς τους πολιτισμούς και λαμβάνοντας υπόψη την υπάρχουσα πολιτική και κοινωνική κατάσταση. Όταν διακονούσε ανάμεσα στους Κικούγιου –εποχή που η αποικιοκρατία και οι συνέπειές της ήταν ακόμα σε πρώτο πλάνο- εγκαινίασε ένα ναό προς τιμήν του Αγίου Ελευθερίου, μαρτυρία και σάρκωση της αγάπης αυτής της φυλής προς την αξία της ελευθερίας! Εξηγούσε πως το όνομα του Αγίου Ελευθερίου είναι συνώνυμο του uhuru (= η ελευθερία στη σουαχίλι) που οι Κικούγιου αγαπούσαν τόσο11.
Όταν ο π. Χρυσόστομος βρεθεί στο Ζαΐρ, μέσα σε δύο μόλις χρόνια θα κάνει σημαντικές κινήσεις για την Προσαρμογή στη νέα του ιεραποστολή12. Αυτός ο πρωτοπόρος, για την εποχή του, ιεραπόστολος, συνεχίζοντας στην πραγματικότητα την ορθόδοξη ιεραποστολική παράδοση των ιστορικών ορθόδοξων ιεραποστολών, θέλησε να ξεκινήσει την ιεραποστολική του εργασία χρησιμοποιώντας σε όλα τα επίπεδα τη γλώσσα των ευαγγελιζόμενων πληθυσμών της περιοχής. Αποδείκνυε, κατ’ αυτόν τον τρόπο, τη μεγάλη του προσοχή και έγνοια για ό,τι σχετίζεται με την επι-κοινωνία μέσα στη λατρεία, αλλά και με την πνευματική καθοδήγηση και κατάρτιση των ντόπιων.
Στο ίδιο πνεύμα κινούμενος ο π. Χρυσόστομος μετέφρασε στη σουαχίλι: τη Θεία Λειτουργία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, μέρος της ακολουθίας του Όρθρου, του Μικρού Αποδείπνου, την ακολουθία του Ακαθίστου Ύμνου, καθώς και της Ορθοδόξου Κατηχήσεως του Μητροπολίτου Γερμανού Πολυζωίδη. Αξιοσημείωτο στοιχείο από το μεταφρασμένο και τυπωμένο κείμενο της Θ. Λειτουργίας του Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου, είναι το ότι στην πρώτη σελίδα υπάρχει η βυζαντινή απεικόνιση του μεγάλου αυτού Πατέρα της Εκκλησίας, με πρόσωπο όμως χρωματισμένο μαύρο!
Η στάση σεβασμού που κράτησε ο π. Χρυσόστομος Παπασαραντόπουλος, ειδικά προς τα τοπικά έθιμα, και γενικά η εκτίμησή του προς το ποίμνιό του, βρήκε την απάντησή της κατά την κήδευση αυτού του ιεραποστόλου. Οι ιθαγενείς τον τίμησαν με τα δικά τους έθιμα της κηδείας, ντυμένοι με τις τοπικές ενδυμασίες της Κανάνγκα του Ζαΐρ13.
Η θεωρητική σκέψη του π. Κοσμά Γρηγοριάτη περί της Προσαμογής-Σάρκωσης
Όλο το έργο του π. Κοσμά Γρηγοριάτη διακρίνεται για το σεβασμό προς τον τοπικό πολιτισμό και τη συνεχή προσπάθειά του για την κήρυξη και την ουσιαστική ένταξη του Ευαγγελίου στην τοπική πραγματικότητα. Εκτελεί το έργο του, προσπαθώντας πάντοτε να κατανοήσει και να συνθέσει όλα τα στοιχεία των ντόπιων πολιτισμών, χρήσιμων για την κήρυξη του Λόγου του Θεού στους κατηχούμενούς του. Συλλέγει τα θετικά στοιχεία των αφρικανικών πολιτισμών, των νοημάτων των θρησκευτικών τους συλλήψεων, των εκάστοτε εθίμων τους και των διαφόρων τους συνηθειών, με σκοπό να πλησιάσει τους Αφρικανούς στο Χριστό και όχι να τους αφομοιώσει πολιτιστικά μέσω ψυχολογικών καταναγκασμών14. Μπορούμε με βεβαιότητα να δεχτούμε ότι π. Κοσμάς «έψαξε την καρδιά του Αφρικανού», μελέτησε τον αφρικάνικο ψυχισμό, σεβάστηκε την ιστορία του τόπου, ούτως ώστε να επιτρέψει στους Αφρικανούς να ανακαλύψουν μέσα τους τον Χριστό, χωρίς να αποκοπούν από τις ρίζες τους. Σύμφωνα, μάλιστα, με τη μαρτυρία του (τότε) τοπικού Επισκόπου (Κεντρώας Αφρικής κ. Τιμοθέου), είναι προφανές «…το χρέος μας να σεβαστούμε τις παραδόσεις και τα έθιμα. Τα αποδεχόμαστε και τα εξαγιάζουμε… Δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας η απόφαση [και το παράδειγμα] της Αποστολικής Συνόδου (Πράξ. 15, 20)15».
Δεν είναι καθόλου τυχαίο, ότι ο Γρηγοριάτης Ιεραπόστολος κλείνοντας το μοναδικό του σύγγραμμα Σκέψεις περί Ιεραποστολής μέσα από την πράξι, γράφει σχετικά με την Προσαρμογή: «…Ας μη βγάλουμε τον αφρικανό από τον χώρο του. Προτιμώτερο εμείς να μπούμε στον δικό του και εκεί θα βρούμε νόμους-τρόπους προσαρμογής … ώστε να αισθάνεται άνετα ο νεοφώτιστος, εγκλιματισμένος στον δικό του χώρο και επιπλέον επισκιασμένος από την χάρι του Θεού. Δεν χρειάζεται να μπολιάσουμε τον δικό μας πολιτισμό στο αφρικανικό σώμα με όλα τα παρεπόμενα καρκινώματα. Ο Αφρικανός έχει δικόν του, πολύ αξιόλογον πολιτισμό, δική του κοινωνικότητα. Πρέπει όμως ο ιεραπόστολος να κοπιάση πολύ, να τον ανακαλύψη και να τον εκχριστιανίση16».
Είναι, ακόμη, αξιοσημείωτο το περιεχόμενο κάποιων προσωπικών σημειώσεων, που εμπεριέχονται σε ένα χειρόγραφο τετράδιό του, από την πρώτη ιεραποστολική του περίοδο στο Ζαΐρ (1975-1976) και που αναφέρονται σε άρθρο του (νυν Αλβανίας) Αναστασίου Γιαννουλάτου17: «Η ‘Σάρκωσις’ του Λόγου του Θεού εις την γλώσσαν και τα ήθη μιας χώρας υπήρξε και πρέπει να παραμείνη η πρώτη μέριμνα πάσης ορθοδόξου ιεραποστολής.
Προοπτική της δε, η ανάπτυξις γηγενούς Εκκλησίας, αυτοδυνάμου και αυτονόμου, η οποία θα αξιοποιήση όλα τα γνήσια στοιχεία των εθνικών παραδόσεων και συμφώνως προς την ιδιοσυγκρασίαν του λαού θα τα μεταμορφώση και εξαγιάση προς δόξαν Θεού… Το παράδειγμα των Θεσσαλονικέων αδερφών Κυρίλλου και Μεθοδίου παραμένει πάντοτε επίκαιρον και καθοδηγητικόν… Πολύτιμον αρχήν εξακολουθεί να αποτελή η γραμμή του μεγάλου ορθοδόξου ιεραποστόλου της Ιαπωνίας, Νικολάου Κασσάτκιν». Οι σημειώσεις κάνουν νύξη και για τον πολιτιστικό πλουραλισμό, υπογραμμίζοντας το καθήκον του ιεραπόστολου να κάνει γνωστό στους πιστούς του και τον πολιτισμό άλλων λαών, με την προοπτική να τους καταστήσει γνώστες, αφ’ ενός, διαφορετικών πολιτιστικών μοντέλων και, αφ’ ετέρου, πιθανών νέων πολιτιστικών συνθέσεων.
Ο π. Κοσμάς Γρηγοριάτης θα προσπαθήσει να εισαγάγει το Ευαγγέλιο στο τοπικό αφρικανικό περιβάλλον, χωρίς να επιχειρήσει απλοϊκές βυζαντινές «μεταμοσχεύσεις». Είναι προφανές ότι μια τέτοια διαδικασία δεν μπορεί να ολοκληρωθεί γρήγορα. Χρειάζεται βαθιά μελέτη και γνώση της δυναμικής και των τρόπων με τους οποίους θα επιτευχθεί η κατάλληλη σύνθεση του πνεύματος των ιθαγενών. Βεβαιότατα, το έργο της Προσαρμογής θα ολοκληρωθεί μόνο υπό μεγάλες αφρικανικές προσωπικότητες, που θα καταφέρουν να συνθέσουν όλα αυτά τα στοιχεία. Το ίδιο πέτυχαν παλαιότερα οι μεγάλοι Ανατολικοί Πατέρες της Εκκλησίας, που συνδύασαν με τρόπο απαράμιλλο, το χριστιανικό πνεύμα με εκείνο της κλασικής ελληνικής φιλοσοφίας18.
Σεβασμός της τοπικής κουλτούρας
Ερευνώντας περαιτέρω το έργο του π. Κοσμά Γρηγοριάτη, διαπιστώνουμε ότι ο εν λόγω ιεραπόστολος θα αφιερωθεί στην, με κάθε μέσο, μελέτη της τοπικής κουλτούρας, επιχειρώντας να κατανοήσει κατά το δυνατόν πληρέστερα τον χαρακτήρα του Αφρικανού. Δεν είναι διόλου τυχαίο το γεγονός, ότι θα ξεχωρίσει, ανάμεσα στις άλλες υποχρεώσεις ενός ιεραποστόλου, τη μελέτη και τη γνώση του πολιτισμού και του χαρακτήρα του ιθαγενούς. Ειδικότερα, θα θεωρήσει σημαντική την εμβάθυνση στη γλώσσα, επίσημη και τοπική, στην ιστορία του κράτους, στην αρχαία και την παλιότερη θρησκεία, στα σύγχρονα θρησκεύματα, και στα ήθη, τα έθιμα και τις παραδόσεις. Όλα αυτά με σκοπό να ξεχωρίσει ο εργάτης του Ευαγγελίου το σύνολο των θετικών στοιχείων των τοπικών πολιτισμών, προς εκχριστιάνισή τους19. «Πιο συγκεκριμένα», υποστηρίζει ότι ο ιεραπόστολος «πρέπει να μελετήση ποιοι είναι οι ιθαγενείς… τις διαμάχες μεταξύ φυλής ή φυλών, τους μικροπολέμους, τις βεντέτες ή τα αντάρτικα, το βαθμό προσκολλήσεως στους μάγους, την… πίστι στα είδωλα και τα προγονικά πνεύματα, το μορφωτικό και πολιτισμικό επίπεδο… τον χαλαρό ή ισχυρό σύνδεσμο οικογενείας… την ευπείθεια ή επαναστατικότητα… Βάσει αυτών των στοιχείων [ο ιεραπόστολος] κανονίζει τον…τρόπο δράσεως…20».
Θεωρεί την παραμονή του ανάμεσα στους ιθαγενείς-πιστούς του, μία συνεχή του εκπαίδευση, σχετικά με τον πολιτισμό και την ψυχολογία τους. Παραδέχεται ότι: «Ίσως πρέπει να περάσουνε πολλά χρόνια, για να τους μάθωμε ακριβώς. Να μάθουμε την ψυχολογία του Αφρικανού21». Γνωρίζει ότι ο Αφρικανός είναι μία προσωπικότητα με ένα μυστικισμό, μία φιλοσοφία και μια εσωτερικότητα θαυμάσια. Παρά ταύτα, πολλοί Ευρωπαίοι δεν έχουν εντρυφήσει ή υποτιμούν αυτά τα στοιχεία, θεωρώντας τα «πρωτόγονα», επειδή πιθανόν δεν παρουσιάζουν «αξιοπρεπείς» (κατά τα μέτρα του δυτικού πολιτισμού) εξωτερικές συμπεριφορές22.
Είναι αρκετές οι αναφορές του Γρηγοριάτη Ιεραπόστολου στα ημερολόγιά του όπου αντανακλούν την ανησυχία του σχετικά με την κατανόηση και εμβάθυνση στην αφρικανική ψυχοσύνθεση. Καταρχήν, ισχυρίζεται ότι, όσο πιο «πρωτογενής» είναι ένας πολιτισμός, τόσο πιο αυθεντικά σχετίζονται μεταξύ τους οι φορείς του23. Σε μια από τις πρώτες διαπιστώσεις του κάνει αναφορά στα χαρακτηριστικά των ιθαγενών που είναι «φιλόξενοι και φιλόστοργοι. Συμμετέχουν στον πόνο του άλλου… Διανέμουν μεταξύ τους το λίγο φαγητό, που θα έχει κάποιος… (Βλέπω… τους εργάτες, που έχω, να διανέμουν μεταξύ τους ό,τι έχει ο καθένας)24». Αυτή η «φυσική ακτημοσύνη» και η αδιαφορία προς την ιδιοκτησία, θα του προκαλέσει εντύπωση. Στα μεταγενέστερα χρόνια, έπεσε στην αντίληψή του ότι τα παιδιά του Οικοτροφείου της ιεραποστολικής του βάσης κρατούσαν, κάθε φορά, ένα μόνο χρηστικό αντικείμενο (οδοντόβουρτσα, κύπελλο, σαπούνι κλπ.) προς κοινή χρήση όλων τους25. Σε άλλη επίσης ενδιαφέρουσα καταγραφή του, ο π. Κοσμάς κάνει αναφορά στις αιτίες της παρεξηγημένης εικόνας που έχουν οι Δυτικοί για τους Αφρικανούς. Τονίζει τον ρόλο που μπορεί να έχουν οι διάφοροι πολιτισμικοί παράγοντες στη συγκρότηση του χαρακτήρα του Αφρικανού· ενός χαρακτήρα, όχι εύκολα κατανοήσιμου με την πρώτη επαφή26.
Επί παραδείγματι, αυτός ο ιεραπόστολος σε σχέση με τη χαρακτηριστική «αργοπορία» του Αφρικανού, με την οποία στην πράξη ο ίδιος δυσκολεύτηκε, μεταφέρει τη μαρτυρία ενός ιθαγενούς σεμιναρίστα. Διαμαρτυρότανε εναντίον των Ευρωπαίων, που κατηγορούσαν τους Αφρικανούς για τεμπελιά, λέγοντας: «Οι Αφρικανοί ζουν πέραν του χρόνου, δεν κυνηγούνται από τους λεπτοδείκτες. Οι πρόγονοί μας, προκειμένου να μας θρέψουν, περίμεναν στη ζούγκλα τα θηρία με τις ώρες. Δεν τους ενδιαφέρει ο χρόνος, αλλά το αποτέλεσμα… Είναι επομένως άλλη η νοοτροπία η δική μας, την οποίαν δεν εννοούν οι Ευρωπαίοι27».
Σε κάποιες περιπτώσεις, ο π. Κοσμάς ήταν αντίθετος προς την πρακτική υιοθεσιών βρεφών εκ του Ζαΐρ, από ελληνικές οικογένειες. Οργανώνονταν από κάποιους οργανισμούς και συνδέσμους στην Ελλάδα, με σκοπό τη μόρφωση και τη χριστιανική τους καλλιέργεια… Θεωρούσε την περίπτωση πολύ επικίνδυνη. Είχε γράψει: «Τα Αφρικανόπουλα αυτά ξεριζώνονται από τον τόπο τους και μεταφυτεύονται σε ξένο χώμα, με διαφορετικά ήθη, έθιμα και παραδόσεις, με άλλον τρόπο ζωής… Το πιο πιθανόν είναι, ότι θα μεγαλώσουν με σωρεία κόμπλεξ, και, λόγω ξενιτείας, θα μείνουν τραυματισμένα και ψυχικώς απροσάρμοστα και στον ευρωπαϊκό και στον αφρικανικό τρόπο ζωής. Η ταυτότητά τους δεν θα είναι ούτε αφρικανική, ούτε ευρωπαϊκή28».
Η κατανόηση και η ευαισθητοποίηση σχετικά με την κουλτούρα και τον χαρακτήρα του Αφρικανού, υπέδειξαν στον Ιεραπόστολο μία οδό μεγάλου σεβασμού, εκδηλωμένου στην καθημερινή του ζωή, ανάμεσα στους Ζαϊρινούς της (επαρχίας) Σάμπα.
Υποστήριζε ότι «Ο ιεραπόστολος πρέπει να ζήσει κοντά στους μαύρους, να μοιραστεί τα προβλήματά τους, να φάει μαζί τους στην καλύβα τους και να πεθάνει κοντά τους. Μόνο έτσι θα αγαπήσουν τον Χριστό29». Στις καθημερινές του σχέσεις, σεβόταν τους κανόνες της αφρικάνικης επικοινωνίας30. Παρόμοιας σημασίας ήταν και η διαδικασία ευλογίας της τράπεζας, κατά τους εορτασμούς που έπονταν της Θ. Λειτουργίας μεγάλων εκκλησιαστικών γιορτών, αλλά και των γάμων και των βαπτίσεων. Ειδικότερα, ο π. Κοσμάς πήγαινε στον τόπο κοντά στον ναό, όπου οι γυναίκες κατά τη διάρκεια όλης της νύχτας είχαν ετοιμάσει το φαγητό και όπου όλοι οι πιστοί είχαν λάβει τη θέση τους. Ευλογούσε και, αμέσως, πρώτος αυτός δοκίμαζε το μπουκάρι (= τύπος «πουρέ» από το αλεύρι του ντόπιου μανιόκ, που αποτελεί τη βάση της διατροφής του τοπικού πληθυσμού και που τρώγεται με το χέρι), υπό τους χαρακτηριστικούς αλαλαγμούς των πιστών, για τη συμμετοχή αυτού του Ευρωπαίου στη διατροφική τους παράδοση31.
Γλώσσα – Μεταφράσεις
Περνώντας στους ειδικότερους τομείς του έργου του Ιεραπόστολου Κοσμά Γρηγοριάτη, σε σχέση πάντα με την Προσαρμογή, συναντά κανείς τη βασική Αρχή του σεβασμού και της αξιοποίησης της γλώσσας του τόπου κατά το έργο του ευαγγελισμού. Όπως υποστηρίζει ο ίδιος, «Η Ορθοδοξία, ανέκαθεν, δεν προσπάθησε να κάνει Έλληνες τους Ορθόδοξους, αλλά προσπάθησε να δώσει την Ορθοδοξία στις διάφορες φυλές. Γι’ αυτό και από την πρώτη στιγμή κάνουμε τη Λειτουργία και μεταφέρουμε όλα τα λειτουργικά βιβλία στη γλώσσα τους· στην προκειμένη περίπτωση, στη γλώσσα Σουαχίλι της Αφρικής32». Υιοθετώντας μια τέτοια μέθοδο, απολύτως σύμφωνη με την ορθόδοξη ιεραποστολική παράδοση, εισάγει τους Ζαϊρινούς πιστούς στη λειτουργική ζωή και στη μετοχή στον δοξολογικό ύμνο της Παγκοσμίου Εκκλησίας, χωρίς να στερήσει τον πληθυσμό από τη γλώσσα του και από την πολιτιστική του ταυτότητα. Σε μια σελίδα του ημερολογίου του, που αφορά τις πρώτες ημέρες της παρουσίας του στο Ζαΐρ, γράφει σημειολογικά: «Σήμερα άκουσα την πρώτη Θεία Λειτουργία να ψάλλεται στη σουαχίλι... Είναι συγκινητική η παρακολούθηση33», σημειώνοντας μάλιστα: «Κύριε ελέησον (μπουάνα ουρόμια)».
Αποκαλυπτικές του σεβασμού του, προς τον πολιτιστικό και γλωσσικό πλουραλισμό θα θεωρηθούν μερικές σελίδες από το ημερολόγιό του, που ανάγονται στο Πάσχα του 1984. Στον Εσπερινό της Αγάπης, το Ευαγγέλιο της Αναστάσεως θα διαβαστεί σε όλες τις πιθανές διαλέκτους και γλώσσες, από τους παρευρισκόμενους στην ιεραποστολική βάση. «Ο πρώτος ήμουν εγώ [σημ.: ο π. Κοσμάς]. Διάβασα στα ελληνικά. Ακολούθησε δεύτερος ο Γιώργος Σόνης…στη σουαχίλι. Αυτή είναι η γλώσσα που μιλάμε εδώ. Ύστερα ο Αντώνιος Κογκόλο μας διάβασε…στη…λούγκα, που είναι η επικρατέστερη φυλή, στην περιοχή... Μετά…είχαμε τον Καμπέγια που είναι ένας κατηχούμενος και μας διάβασε στην τσόκουε… δεύτερης στην περιοχή μας φυλής. Μετά από την τσόκουε είχαμε την τσιλούμπα των Κασάι. Διάβασε ο Γιώργος Καπόγκο… Ύστερα είχαμε έναν νεαρό χριστιανό, τον Φερντινάντ Κούλο, που μας απήγγειλε στην τσιλούμπα τη δική μας, της Σάμπα. Ο Σελεστέν μας διάβασε ντέμπο. Δεν είναι δική του, δεν την πρόφερε καλά, αλλά προσπάθησε να μας την διαβάσει. Μετά είχαμε τον Ανδρέα Νάγκα, με κάποια γλώσσα από τη Ροδεσία. Ο Διονύσιος μας διάβασε στη Νυάσα – Μαλάουι. Ο Δημήτρης μας διάβασε λιγκάλα, τη γλώσσα του Προέδρου της χώρας και του στρατού…», και ούτω καθεξής και με τις ευρωπαϊκές γλώσσες των ιεραποστόλων-συνεργατών του π. Κοσμά34.
Η γνώση της γλώσσας του τόπου αποτελεί, σύμφωνα με τον Γρηγοριάτη Ιεραπόστολο, απαραίτητο προσόν κάθε ιεραποστόλου, κάνοντας αυτήν τη σύσταση και σε όλους τους μελλοντικούς συνεργάτες της ιεραποστολής35. Ο ίδιος θα φτάσει στο Ζαΐρ χωρίς να γνωρίζει τη σουαχίλι, αλλά θα αρχίσει τη μελέτη της τον ίδιο καιρό που θα ασχοληθεί με το κτίσιμο των πρώτων ναών. Στην πράξη, θα μάθει τη σουαχίλι ρωτώντας, αρχικά, τους εργάτες το όνομα του κάθε αντικειμένου ή εργαλείου και κρατώντας σημειώσεις· μαθαίνοντας, αργότερα, τους λειτουργικούς και θεολογικούς όρους, και ξεκινώντας τη συστηματική εκμάθησή της με δάσκαλο ντόπιο, ώστε στη συνέχεια να προχωρήσει και στην εκμάθηση της τσιλούμπα, με την καθοδήγηση του ιθαγενή ονόματι Μπακαφούα36. Πάντως θα φτάσει σε τέτοιο επίπεδο γνώσης της σουαχίλι, ώστε να καταφέρει να αρχίσει το έργο μετάφρασης διαφόρων βιβλίων λειτουργικών και γενικότερα εκκλησιαστικών.
Οι μεταφράσεις θα αποτελέσουν μία από τις μεγαλύτερες φροντίδες του, στο ιεραποστολικό του έργο. Από τον προκάτοχό του, π. Χρυσόστομο Παπασαραντόπουλο, δεν είχε βρει μεταφρασμένες όλες τις ακολουθίες. Γι’ αυτό τον λόγο, στα πρώτα χρόνια πολλές φορές κατά τη διάρκεια των διαφόρων ακολουθιών σταματούσε, για να εξηγήσει στους πιστούς, στη γλώσσα τους, το περιεχόμενο όσων ψέλνονταν και αναγιγνώσκονταν. Στο καθ’ αυτό μεταφραστικό έργο έδινε μεγάλη προσοχή, ώστε να αποδίδεται επακριβώς η σημασία του πρωτότυπου κειμένου και γι’ αυτό έλεγχε τα μεταφρασμένα κομμάτια πάρα πολλές φορές37.
Το μοναδικό κείμενο που βρήκε ο π. Κοσμάς μεταφρασμένο ήδη στη σουαχίλι (πέραν της Θείας Λειτουργίας του Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου, μεταφρασμένης από τον Παπασαραντόπουλο) ήταν η Αγία Γραφή, στην έκδοση των Προτεσταντών. Με τη βοήθεια του ιθαγενούς γραμματέα του, διόρθωσε και συμπλήρωσε το Μικρό Απόδειπνο και τον Όρθρο, στη βάση των κειμένων του π. Χρυσόστομου Παπασαραντόπουλου, του π. Αμφιλόχιου Τσούκου και των αδελφών ιεραποστόλων-συνεργάτιδών του38.
Η πρώτη μετάφραση, που πραγματοποίησε ο π. Κοσμάς, ήταν εκείνη της Θείας Μετάληψης39. Στη συνέχεια μετέφρασε: τη Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων, το Μεγάλο Απόδειπνο, τον Εσπερινό, την αναστάσιμη ακολουθία, τον Μικρό Αγιασμό, τη νεκρώσιμη ακολουθία, την ακολουθία της βάπτισης, του γάμου, του Μεγάλου Αγιασμού, του Μεγάλου Κανόνος του Αγ. Ανδρέα Κρήτης, του Εσπερινού της Πεντηκοστής (της γονυκλισίας), την ακολουθία της Πεντηκοστής –με οδηγίες για τους ιερείς- και επιπλέον μια μεγάλη συλλογή λειτουργικών ύμνων.
Ο ίδιος θα πραγματοποιήσει και μεταφράσεις πατερικών κειμένων του Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου40, για ποιμαντική χρήση και λόγω της αμεσότητας και διαχρονικής επικαιρότητας με την κοινωνική πραγματικότητα των λόγων αυτού του Πατέρα της Εκκλησίας. Αυτές οι μεταφράσεις, όμως, δεν θα τυπωθούν. Θαύμαζε και αγαπούσε πολύ τα πατερικά κείμενα και αναρωτιόταν αν θα βρισκόταν κάποιος που να μπορούσε να πραγματώσει το μεταφραστικό έργο κάποιων από αυτά τα βιβλία41. Είχε γράψει: «Στερούμεθα της πίστεως των Ρώσων Ιεραποστόλων της Ιαπωνίας, οι οποίοι το πρώτο βιβλίο που μετέφρασαν ήταν οι Ασκητικοί λόγοι του αγίου Ισαάκ του Σύρου42».
Επιπλέον, ο εν λόγω ιεραπόστολος, με τη βοήθεια ντόπιων συνεργατών, ανάμεσα στους οποίους σημαντικό ρόλο είχαν: η μοναχή Θεμελίνα και ο λαϊκός Μωϋσής, πραγματοποίησε τη μετάφραση: της Λειτουργικής Κατήχησης (από τα γαλλικά)· εκκλησιαστικών ημερολογίων για κάθε έτος, με χρήσιμες υποδείξεις για τους ιερείς και τις ενορίες σε σχέση με θέματα λειτουργικής και ποιμαντικής· διαφόρων ομιλιών· αντιαιρετικών φυλλαδίων. Παρόμοιο υλικό, στη σουαχίλι, χαριζόταν και στα νεόνυμφα ζευγάρια.
Κατόπιν αίτησης και παρακίνησης του π. Κοσμά, κάποιες Ιερές Μονές στην Ελλάδα, ανάμεσα στις οποίες και η Ι. Μ. Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους, στην οποία ανήκε, πραγματοποίησαν μεταφράσεις43. Στην παραπάνω Μονή, με την παρουσία και τη βοήθεια δύο κονγκολέζων από το χώρο της ιεραποστολής, πραγματοποιήθηκε η μετάφραση της Παρακλητικής. Μετά τη μετάφραση, μερικοί μοναχοί με επικεφαλής τον π. Αρτέμιο Γρηγοριάτη μελοποιούσαν τα τροπάρια, με τρόπο ώστε να μπορούν πλέον να ψαλούν στη σουαχίλι. Παρομοίως, η Ι. Μ. Σίμωνος Πέτρας του Αγίου Όρους, με την ευλογία του τότε ηγούμενου Αιμιλιανού, τύπωσε-εξέδωσε: ομιλίες στα γαλλικά· ομιλίες στη σουαχίλι, γραμμένες από τον μοναχό εκ της Ζιμπάμπουε π. Τιμόθεο· ένα Πανορθόδοξο Συναξάριον και ένα Κυριακοδρόμιον, μεταφρασμένα από τον ίδιο τον Ιεραπόστολο. Αποσπάσματα από τα δύο τελευταία έργα μεταδόθηκαν από τον ραδιοφωνικό σταθμό της Ιεραποστολικής Βάσης του Κολουέζι.
Ακόμη, κατόπιν αίτησης του π. Κοσμά, το Ιεραποστολικό Σωματείο των Πατρών πραγματοποίησε την έκδοση ενός Προσευχηταρίου, μεταφρασμένου επίσης από τον ίδιο στη σουαχίλι, και προσαρμοσμένου στο ζαϊρινό περιβάλλον με όρους οικείους στους ιθαγενείς πιστούς44.
Κήρυγμα, Κατήχηση
Σε όλη τη διαδικασία του ευαγγελισμού, της Κατήχησης και της Διακονίας του Λόγου, ο π. Κοσμάς Γρηγοριάτης θα δώσει μεγάλη προσοχή στις μεθόδους, τη θεματική και την ορολογία που θα χρησιμοποιούσε. Σκοπός του να επιτύχει την προσαρμογή τους στην αφρικανική ψυχοσύνθεση και να εξασφαλίσει έτσι ένα επαρκή βαθμό νοητικής προσβασιμότητας στους ιθαγενείς πιστούς. Είναι προφανές το ενδιαφέρον του για ένα εγκεντρισμένο (σαρκωμένο) χριστιανικό μήνυμα.
Μελετώντας διαρκώς τον εσωτερικό κόσμο του Αφρικανού, είχε βεβαιωθεί για την ύπαρξη του αφρικανικού μυστικισμού, στη βάση του οποίου θα μπορούσε να οικοδομηθεί το ευαγγελικό μήνυμα. «Ζώντας μεταξύ των απλών και ταπεινών Αφρικανών, βλέπω ότι η Ορθοδοξία με τα μυστήρια ζωντανά, την τελετουργική της λαμπρότητα και την πνευματικότητά της, ταιριάζει… στον ψυχικό κόσμο των Αφρικανών αδελφών. Αυτοί οι άνθρωποι με τον μυστικισμό τους, την εσωστρέφειά τους, την προγονολατρία τους και τη θεοσέβειά τους αποτελούν πρόσφορο ψυχικό έδαφος για την ορθόδοξη διδασκαλία45».
Σε συμφωνία με τα παραπάνω και ακολουθώντας την Αρχή της Προσαρμογής, επεδίωξε οι τοπικές παραδόσεις να συναντήσουν την πνευματική παράδοση της χριστιανικής Ανατολής46. Στο Κήρυγμα του Ευαγγελίου προσαρμόζει τις ομιλίες του στα αφρικανικά ήθη και έθιμα47. Το κείμενο Κατήχησης, που ο ίδιος είχε γράψει, είναι επίσης πάνω στην αυτή κατεύθυνση. Σημαντική είναι μία σχετική με το Κήρυγμα προφορική του μαρτυρία, από μια φυλή της Σάμπα. Στην ομιλία του για το Ευαγγέλιο της Τελικής Κρίσεως έπρεπε να προσέξει ιδιαίτερα, αφού η τοπική αντίληψη σχετικά με τον συμβολισμό του καλού και του κακού, «των προβάτων και των ερίφων», είναι αντίστροφη εκείνης του Ευαγγελίου! Οπότε, τα ερίφια θα αποτελούσαν τον συμβολισμό εκείνων που θα σωθούν, ενώ τα πρόβατα, τον συμβολισμό εκείνων που δεν θα σωθούν.
Παράλληλα, διηύθυνε τη μύηση των πιστών στην ορθόδοξη λειτουργική ζωή και στο βυζαντινό Τυπικό, δίνοντας βάση και προσοχή σε εκείνα τα στοιχεία που μπορούσαν να εισαχθούν στο αφρικανικό περιβάλλον48. Είναι χαρακτηριστική η μέθοδός του. «Ξεκινούμε πάντοτε από τα δικά τους δεδομένα. Κάθε φυλή έχει ορισμένα ‘πιστεύω’. Δεν γκρεμίζουμε τα δικά τους. Παίρνουμε θετικά στοιχεία απ’ αυτά και τα χρησιμοποιούμε ως σκαλοπάτι, για να προχωρήσουμε προς την Ορθόδοξη διδασκαλία. Αν αυτοί, για παράδειγμα, πιστεύουν ότι τους κυβερνούν τα πνεύματα των προγόνων τους, αυτό το παίρνουμε εμείς ως αθανασία της ψυχής και μιλούμε περί παραδείσου, περί κολάσεως και περί άλλων πραγμάτων. Ξεκινούμε, δηλαδή, από κάτι που γνωρίζουν, για να προχωρήσουμε σε κάτι άλλο49».
Ηθική
Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο π. Κοσμάς ως ποιμένας αναλάμβανε καθήκοντα δικαστή, ενσαρκώνοντας ένα ρόλο που έως τότε ανήκε μόνο στον σεφ, τον αρχηγό της φυλής. Φυσικά, για σεβασμό στην παράδοση της φυλής αναλάμβανε την «εκδίκαση» μόνο θεμάτων ηθικής, ενώ στα υπόλοιπα (κοινωνικά θέματα, σχέσεις με τις άλλες φυλές, κλπ.), διατηρούσε ένα ρόλο συμβούλου του ιθαγενή αρχηγού50. Κεντρικό στοιχείο της Προσαρμογής στο ιεραποστολικό του έργο, αποτελεί το ενδιαφέρον του για την, όσο το δυνατόν, καταλληλότερη «στοιχειοθέτηση» μιας χριστιανικής Ηθικής που αφορά τους νεοφώτιστους, λαμβανομένων υπόψη της πραγματικότητας, των συνθηκών και των προγενεστέρων ηθικών τους παραδόσεων, αλλά και μιας ρεαλιστικής εφαρμογής της χριστιανικής Ηθικής.
Έτσι, με μια ευρύτητα πνεύματος και στηριζόμενος στην πνευματική-ασκητική του εμπειρία, δεν μειοδοτεί σε μια «απλή» εφαρμογή ηθικών εκκλησιαστικών Κανόνων. Παρατηρεί τις καταστάσεις, που ζει κάθε μέρα στο ιεραποστολικό πεδίο, και τις διάφορες ή διαφορετικές πολιτισμικές οπτικές των κατηχούμενων και των πιστών. Παρ’ όλα αυτά, δεν προχωρεί από μόνος του στη σύνθεση κάποιας εκκλησιαστικής Οικονομίας. Εναποθέτει τις ανησυχίες του στον Γέροντά του Γεώργιο, φανερώνοντας έτσι τις σκέψεις του σχετικά με μια Προσαρμογή και στον τομέα της Ηθικής. Όπως ο ίδιος παραδέχεται: «Εάν προ μιας δεκαετίας, ζώντας στο Ελλαδικό περιβάλλον, μου έθιγε κανείς [αυτά] τα… θέματα, θα απορούσα διά το ποιόν των ερωτήσεων. Σήμερα όμως ζώντας τα προβλήματα των Αφρικανών μέσα εις τον χώρο που ζουν, θεωρώ πολύ φυσικό να…απευθύνω μερικά από τα προβλήματα που συναντώ καθημερινώς51». Ρωτάει, λοιπόν, με αυτόν τον τρόπο, μέχρι τίνος σημείου μπορεί να εφαρμόσει μια Προσαρμογή στην Ηθική για το αφρικανικό περιβάλλον, δεδομένου ότι γνωρίζει ήδη την Κανονικότητα για τα διάφορα θέματα, στη βάση του Πηδαλίου.
Το θέμα της πολυγαμίας αποτελεί, οπωσδήποτε, για τον Γρηγοριάτη Ιεραπόστολο τη μεγαλύτερη ανησυχία του στον τομέα της Ηθικής. «Σε περίπτωσι πολυγάμων ανδρών, τους λέμε να κρατήσουν μία γυναίκα και να παντρέψουν τις άλλες με άλλους. Πολλοί το έκαναν, τους βαπτίσαμε. Οι συνέπειες, όμως, που επιφέρει η διάλυσις (συναισθήματα, παιδιά κ.λπ.) είναι σοβαρές. Σημειωτέον, ότι η αφρικανική πολυγαμία δεν είναι του τύπου των χαρεμιών, με σκοπό την σαρκική απόλαυσι. Πολυγαμία στον Αφρικανό σημαίνει ένδειξι πλούτου και η πολυτεκνία ένδειξι δυνάμεως52». Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση ενός ιθαγενούς, ονόματι Κασόγκο, που σε ηλικία 60 περίπου ετών παρέμενε κατηχούμενος για αρκετά χρόνια. Επέμενε μάλιστα να προχωρήσει στη βάπτισή του, αλλά δεν του ήταν δυνατόν, διότι είχε δύο γυναίκες. Όταν τους επισκέφτηκε ο π. Κοσμάς, συζήτησαν το θέμα όλοι μαζί, ενώ τον παρακαλούσαν να τους επιτρέψει να βαπτιστούν. Αυτός τους απάντησε ότι μετά τη βάπτιση, η μία γυναίκα θα έπρεπε να παντρευτεί τον Κασόγκο (με χριστιανικό γάμο), ενώ η άλλη θα έπρεπε να ζήσει σε μια ξεχωριστή καλύβα. Παρ’ όλα αυτά, όταν επιχείρησαν να αποφασίσουν ποια θα παρέμενε μοναδική σύζυγος, δεν κατάφεραν να καταλήξουν, λέγοντας: «Μια ζωή μαζί ζήσαμε … πάντα ήμασταν αγαπημένοι, μια φορά δεν μαλώσαμε. Πώς τώρα να χωρίσουμε;». Τελικά, την ημέρα της βάφτισης, τα ίδια τους τα παιδιά απήγαγαν και έκρυψαν στο δάσος και τις δύο γυναίκες, ώστε να μην βαπτιστούν και καταστραφεί ο οικογενειακός δεσμός, η ομόνοια και η αγάπη τους! Ο Κασόγκο, με το βαπτιστικό του όνομα Άγγελος, έζησε το υπόλοιπο της ζωής του χωριστά, αφήνοντας τις γυναίκες στις καλύβες του53.
Έγραφε ο π. Κοσμάς: «Αντιμετωπίζω και άλλα τέτοια άλυτα προβλήματα ποιμαντικής… Θα ήταν πολύ τρομερό, αν αποφάσιζε η Εκκλησία, να δεχθή, κατ᾿ οικονομίαν, τις παραπάνω ειδικές περιπτώσεις ως έχουν και στις επόμενες γενεές, να εφαρμόση την ακρίβεια των κανόνων;54». Σε μια παρόμοια περίπτωση, αποτέλεσμα της πολυγαμίας, βρίσκονται οι γυναίκες-δεύτερες σύζυγοι μη χριστιανών, που έχουν όμως πολύ μεγάλη επιθυμία να προσέλθουν στο βάπτισμα. Όπως είχε ξαναγράψει: «Δεχόμαστε και βαπτίζουμε τα παιδιά των γυναικών αυτών… [αυτές θα μείνουν σε όλη τους τη ζωή κατηχούμενες;] …Μπορούσαν να βαπτισθούν με σύζυγο ειδωλολάτρη, βάσει του Παυλείου: «Γυνή ήτις έχει άνδρα άπιστον, και αυτός συνευδοκεί οικείν μετ αυτής, μη αφιέτω αυτόν» (Α΄ Κορ. 7,13). Αλλά, ο Απόστολος δεν ομιλεί για δευτέρα σύζυγο. Τι γίνεται με αυτές τις ψυχές;55».
Παρόμοιο πολιτισμικό πρόβλημα με κοινωνικές προεκτάσεις αποτελεί η περιτομή, που «υπάρχει από τους προγόνους τους· είναι δηλαδή μέσα στα έθιμά τους και δημιουργεί προβλήματα στους παππούδες, όταν οι ορθόδοξοι γονείς αρνούνται να κάνουν περιτομή στο παιδί». Αναρωτιόταν ο Ιεραπόστολος, εάν έπρεπε να την καταργήσει ή να την επιτρέπει56.
Έθιμα
Κεντρικό σημείο στη διαδικασία της Προσαρμογής μιας Τοπικής Εκκλησίας θεωρείται η εισαγωγή των τοπικών συνηθειών, ηθών και εθίμων της ντόπιας κουλτούρας στην εκκλησιαστική ζωή. Ο π. Κοσμάς Γρηγοριάτης μελετούσε όλες αυτές τις πρακτικές, παρόμοια με τις αντίστοιχες καταστάσεις που σχετίζονταν την προσαρμογή στην τοπική κουλτούρα. Ήθελε και προσπαθούσε να κατανοήσει το νόημα των διαφόρων εθίμων57, «διατηρώντας» πάντοτε εκείνες τις πολιτισμικές πλευρές, οι οποίες ήταν κατάλληλες για τη νέα, χριστιανική πλέον, πραγματικότητα των ιθαγενών.
Το Μυστήριο του Γάμου διανθίστηκε με στοιχεία εντόπια. Έτσι, το χριστιανικό τελετουργικό σαρκώνεται σιγά-σιγά στη ζαϊρινή πραγματικότητα, αναμενόμενης βεβαίως και μιας Προσαρμογής σε επίπεδο θεολογικό-Λειτουργικό. Δηλαδή, αυτά τα πρώτα βήματα της Προσαρμογής αφορούν, ακόμα, στοιχεία εξωτερικά των Μυστηρίων.
Πάντως, ως πρώτα βήματα σε αυτήν την πορεία, συναντά κανείς έθιμα και συνήθειες, όπως οι ακόλουθες. Στο Χορό του Ησαΐα, αντί ρυζιού, πάντα με τον συμβολισμό της γονιμότητας, οι χριστιανοί ραίνουν το ζευγάρι με λουλούδια , ενώ στους γάμους που γίνονται στην ύπαιθρο, στα χωριά, τους ραίνουν με τα φύλλα θάμνων-μικρών δέντρων, που υπάρχουν τριγύρω. Με το τελείωμα του Μυστηρίου, ακριβώς έξω από τον ναό ή δίπλα στο σημείο όπου τελέστηκε ο γάμος (στην ύπαιθρο), ξεκινούν οι πανηγυρικές εκδηλώσεις, οι οποίες περιλαμβάνουν χαρακτηριστικά κογκολέζικα τραγούδια, χορούς και αλαλαγμούς, που συνεχίζονται ως τη νύχτα. Τα τραγούδια, αυτοσχέδια ή τυποποιημένα, συνδυάζουν τις ευχές προς το ζευγάρι με χριστιανικά μηνύματα58. Ο γάμος, κοινωνικό γεγονός και για τον Αφρικανό, ολοκληρώνεται κατά τέτοιον τρόπο στη χριστιανική του πλέον μορφή, δίχως να αποσπάται από το πολιτιστικό πλαίσιο του λαού.
Εξάλλου, η πλούσια σωματική έκφραση του Αφρικανού δεν θα μπορούσε να μην αποτελεί μέρος της χριστιανικής πραγματικότητας των φυλών στις οποίες δρούσε ιεραποστολικά ο εν λόγω Ιεραπόστολος. Οι χοροί, οι κινήσεις του σώματος, τα αυθόρμητα και αυτοσχέδια πολυφωνικά τραγούδια, οι ήχοι των μουσικών οργάνων βοηθούν – ή μάλλον αποτελούν μοναδικό τρόπο- να εκφράσουν οι ιθαγενείς εκείνο που θέλουν. Με τους ίδιους εύγλωττους εκφραστικούς τρόπους συνοδεύουν πολλές τους εκδηλώσεις συνδεόμενες με την εκκλησιαστική ζωή59: Πρώτα και κύρια, την υποδοχή στις ενορίες, αλλά και στις εισόδους των διαφόρων χωριών, των ιεραποστόλων, του τοπικού Επισκόπου, των επισκεπτών. Παρόμοια επίσης κλείνουν κάποια Ομιλία ή κάποια σύναξη κατηχητική. Αποτελούν τέλος αναπόσπαστο διάκοσμο των εορτασμών της ημέρας, κάθε φορά που γιορτάζει ο Άγιος της ενορίας. Είναι ενδιαφέρον ότι πολλά αυτοσχέδια τραγούδια-μοιρολόγια θα συνοδεύσουν τον π. Κοσμά, κατά την Εξόδιο ακολουθία του. Οι Ορθόδοξοι της Σάμπα θα κλάψουν τον ευαγγελιστή τους, σύμφωνα με τις παραδόσεις τους, για πολλές ημέρες.
Εθνολογία
Το ενδιαφέρον του Γρηγοριάτη Ιεραπόστολου για τον τοπικό πολιτισμό καταδεικνύεται με ενδιαφέροντα τρόπο στα ημερολόγιά του. Γι’ αυτόν, η παρατήρηση, καταγραφή και κατανόηση των εθνολογικών και θρησκευτικών στοιχείων του τόπου αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση στην επιτέλεση του ευαγγελισμού. Ένα θέμα που επανέρχεται συχνά στα γραπτά του. Στα ημερολόγιά του, λ.χ., γραπτά και ηχογραφημένα, αποκαλύπτεται ο θαυμασμός του για τις τοπικές παραδόσεις, τα έθιμα και τις ιδιαιτερότητες των πολιτισμών των φυλών της Σάμπα.
Συγκεκριμένα, στα ημερολόγιά του υπάρχουν εθνολογικές περιγραφές οι οποίες αφορούν τις καθημερινές συνήθειες, τα τελετουργικά, τις κοσμολογικές αντιλήψεις, κλπ., που συναντά κανείς στις διάφορες φυλές. Είναι πολύ ενδιαφέρουσες οι περιγραφές των σεφ-αρχηγών των φυλών (π.χ. η περιγραφή του σεφ του χωριού Μούσιμα με την τυπική στολή του, το σιδερένιο βραχιόλι και το σκήπτρο, όλα σύμβολα της δύναμής του60), αλλά και του χαιρετισμού που ιεροτελεστικά δίνεται, με παραλλαγές σε κάθε φυλή. Στο χωριό Κισότε61, για παράδειγμα, ο χαιρετισμός γίνεται ως εξής: αυτός που χαιρετά λέει «Γιάμπο!» (= Καλημέρα/Καλησπέρα!) και σφίγγει το δεξί χέρι του άλλου και με τα δύο χέρια, και ο άλλος, επίσης, αντιστρόφως. Στη συνέχεια, χτυπάει παλαμάκια δυνατά τρεις φορές. Όλη η διαδικασία επαναλαμβάνεται δύο φορές. Είναι σημαντικό να χαιρετήσει κανείς όλους τους παριστάμενους, μέχρι και τα μωρά. Ο χαιρετισμός παρουσιάζει ποικίλες εκδοχές, ανάλογα με την περιοχή. Για παράδειγμα, σε άλλα χωριά δίνεται χειραψία με το δεξί, ενώ το αριστερό χέρι σφίγγει τον δεξί αγκώνα του άλλου. Αλλού, σφίγγει κανείς το χέρι του άλλου και στη συνέχεια, τον αντίχειρα, και αντιστρόφως. Ο παλιός χαιρετισμός προς τους γηραιότερους σεφ προβλέπει, πριν τη χειραψία, να χτυπάει κανείς παλαμάκια ρυθμικά για αρκετά λεπτά και στη συνέχεια, να υποκλίνεται. Αξιοσημείωτο είναι, ότι πλέον οι χριστιανοί χαιρετούν τους ιεραποστόλους τους με αντίστοιχους τρόπους, προσφέροντάς τους την τιμή που αποδίδουν και στους γηραιότερους ιθαγενείς σοφούς.
Σε άλλο σημείο των γραπτών κειμένων γίνεται λόγος για τα (αυτόβουλα) σημάδια, που χαράσσουν στα πρόσωπά τους διάφορες φυλές, ώστε να διακρίνονται τα μέλη τους, από αυτά άλλων φυλών62. Οι γυναίκες, αλλά και οι άντρες των φυλών Μπαταμπούα, Μαζέμπα και Ταχέμπα, χαράσσουν τα μάγουλά τους, κάνοντας σχέδια και βάζοντας μία μαύρη πούδρα, ώστε να διατηρηθεί το σημάδι. Οι Κατσόκουε τροχίζουν τα επάνω μπροστινά δόντια τους και τα κάνουν τριγωνικά και σουβλερά. Οι Μπαλούμπα βγάζουν τα δύο μπροστινά κάτω δόντια τους, ενώ οι Κασάι τα τρία μπροστινά επάνω. Χαρακτηριστική, επίσης, είναι η περιγραφή πολλών καθημερινών συνηθειών και εορταστικών περιστάσεων, όπως των εορτασμών των γάμων63. Για παράδειγμα: οι γονείς βρίσκουν τη σύζυγο για τον γιο τους· δεν επιτρέπεται οι συμπέθεροι να καθίσουν στο ίδιο κάθισμα· τις υπόλοιπες γυναίκες, τη δεύτερη, την τρίτη, κ.ο.κ., τις βρίσκει η πρώτη σύζυγος· όταν κάποιος πεθαίνει, ο αδερφός του παίρνει τη νύφη του για σύζυγο, κλπ.
Σχετικά με τους κανόνες που διέπουν την ιεραρχία της φυλής64, κάθε βράδυ η Βουλή των Γερόντων τρώει στο «κιόσκι» του χωριού· στο κάθισμα που κάθεται άντρας δεν επιτρέπεται να πλησιάσει γυναίκα· ο κόκορας θεωρείται το πουλί του σεφ και απαγορεύεται να το τρώνε γυναίκες.
Ένα θέμα που αναφέρεται συχνά, στις καταγραφές των ημερολογίων, είναι η διήγηση για την Πουμίνα. Η Πουμίνα, σύμφωνα με τους ιθαγενείς της Σάμπα, είναι ένα τεράστιο ερπετό που ζει υπογείως, προκαλεί τους σεισμούς και φυλάει τον υπόγειο (ορυκτό) πλούτο της περιοχής. Η Πουμίνα ζητάει κάθε τόσο να φάει ανθρώπους. Εάν δεν ικανοποιείται η επιθυμία της αυτή, προκαλεί τους σεισμούς, κινούμενη με τεράστια ταχύτητα κάτω από τη γη. Έτσι, για να μπορούν να δουλεύουν και να σκάβουν στα ορυχεία τα οποία υπάρχουν σε μεγάλο αριθμό στο Κονγκό και ειδικά στην επαρχία Σάμπα, πρέπει να ικανοποιούν τις επιθυμίες της Πουμίνα. Ο π. Κοσμάς διαπίστωνε και προσπαθούσε να εξηγήσει πως μ’ αυτήν την αντίληψη οι λευκοί αποικιοκράτες κρατούσαν τον πληθυσμό υπό έλεγχο, εκμεταλλευόμενοι, τόσο τις ανθρώπινες ζωές, όσο και τον υλικό πλούτο της χώρας.
Η σημασία του ενδιαφέροντος του Ιεραπόστολου για τις εθνολογικές καταγραφές συμπορεύεται, φυσικά, με την προοπτική της Προσαρμογής. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, εφάρμοσε τις Αρχές της Προσαρμογής, της Σάρκωσης, και στη διαδικασία του ευαγγελισμού. Για να επιτύχει η ιεραποστολική του δραστηριότητα, θεωρούσε σημαντικό, όπως έχει ήδη αναφερθεί, να γνωρίζει τις συνήθειες των φυλών.
Μεθοδικότητα έργου ευαγγελισμού
Όσον αφορά την υλοποίηση του ιεραποστολικού έργου, ο π. Κοσμάς Γρηγοριάτης θεωρούσε χρήσιμη τη γνώση των προβλημάτων, οπότε και απαραίτητη την προσαρμογή του ξένου-ευρωπαίου ιεραπόστολου στην πολιτιστική συνάφεια του τόπου.
Σχετικά, εφιστούσε την προσοχή στο γεγονός, ότι «Η απόδοσις του Ευρωπαίου κατά το πρώτο τετράμηνο [στην Αφρική] είναι μειωμένη, λόγω του ότι δεν είναι προσαρμοσμένος στο τροπικό κλίμα. Αυξάνεται η απόδοσις μετά τον εγκλιματισμό του65». Ο ξένος ιεραπόστολος πρέπει να λαμβάνει υπόψη του όλες τις συνθήκες του τόπου66: το περιβάλλον, το κλίμα, το υψόμετρο, τη μέση, την ανώτατη και την κατώτατη θερμοκρασία, καθώς και τις ασθένειες και τις πιθανές επιδημίες. Πάντως, σύμφωνα με την κεκτημένη γνώση και εμπειρία του π. Κοσμά, «το [ιεραποστολικό] έργον είναι συνάρτησις ιδιοσυγκρασίας, γνώσεων, δυνατοτήτων, και τοπικών συνθηκών67». Κατ’ αυτήν τη μέθοδο, δεν ακολουθούσε φόρμουλες στη δραστηριότητά του, αλλά ήταν ανοιχτός στην Προσαρμογή.
Για να αντιμετωπίσει τις πρακτικές δυσκολίες στις περιοδείες του υιοθετεί μέσα και τρόπους κατάλληλους68. Διανυκτερεύει στο φορητό του αντίσκηνο. Οι ιθαγενείς ιερείς μετακινούνται στις ιεραποστολικές και ποιμαντικές τους περιοδείες με κάθε πιθανό μέσο, μέχρι και με ποδήλατα, ώστε να προσεγγίζουν τα διάσπαρτα στη ζούγκλα χωριά.
Από την άλλη, η μελέτη των συνηθειών των φυλών, τον βοηθούν για την κατασκευή των ναών των ευαγγελιζόμενων χωριών. Μερικές φυλές (π.χ. οι Μπασάγκα, οι Ντέμπο και οι Μπαλάμπα), συνηθίζουν, όταν πεθάνει ο αρχηγός της φυλής, να καίνε τις καλύβες τους και να εγκαταλείπουν το χωριό, μετακινούμενοι αλλού και φτιάχνοντας νέο χωριό. Σε μερικές περιπτώσεις, κάποιες φυλές αφήνουν το χωριό για να εργαστούν σε χωράφια, σε μακρινές τοποθεσίες, ενώ επιστρέφουν στο χωριό κάθε 3-4 μήνες. Μια τρίτη περίπτωση είναι εκείνη των νομαδικών φυλών. Για καθεμία από αυτές τις καταστάσεις, ο Γρηγοριάτης Ιεραπόστολος έψαχνε να βρει την καταλληλότερη λύση. Συχνά, επέλεγε την κατασκευή ναών από άχυρο και λάσπη. Ρωτούσε τους ίδιους τους πιστούς να αποφασίζουν, βάση της διάρκειας της παραμονής τους σε έναν τόπο, σε τι είδους κατασκευή να προχωρήσει. Ακόμα, ιθαγενείς ιερείς συνόδευαν τις φυλές, ειδικά εκείνες τις νομαδικές, για καθορισμένα χρονικά διαστήματα69.
Ιεραποστολή της συνάφειας
Το έργο προσαρμογής του π. Κοσμά Γρηγοριάτη μπορεί να ενταχθεί και στα πλαίσια μιας ιεραποστολής της Συνάφειας70. Το ιεραποστολικό του έργο πραγματοποιούταν λαμβάνοντας υπόψη τη συνάφεια της κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας. Μπροστά στα κοινωνικά προβλήματα, αυτός ο ιεραπόστολος αντιδρούσε με πνεύμα κριτικό και χωρίς φόβο, αποφεύγοντας βεβαίως πολιτικές τοποθετήσεις ή προπαγάνδα οποιουδήποτε τύπου.
Ως υπεύθυνος πνευματικός άνθρωπος παρέμβαινε σε διάφορα κρατικά συνέδρια, όπου συναντούσε κυβερνητικούς παράγοντες ή περιφερειακούς διοικητές. Ζητούσε να μην καταπιέζονται οι πληθυσμοί και να μην επιτρέπεται στους στρατιωτικούς να κατακλέβουν τα χωριά71. (Υπενθυμίζεται ότι, ειδικά τα πρώτα χρόνια της παρουσίας του στο Ζαΐρ, επικρατούσε στρατιωτικό καθεστώς). Είχε συνεχώς κατά νου τους ανταγωνισμούς των φυλών, αποτέλεσμα συγκρούσεων και κοινωνικών ανισοτήτων. Όπως σημειώνει σε ένα του χειρόγραφο, η Ιεραποστολή δεν πρέπει να προωθεί την υπεροχή μίας φυλής επάνω στις άλλες. Η Ορθοδοξία δεν πρέπει να αντιπροσωπεύει τη μία ή την άλλη φυλή (δεδομένων των ανταγωνισμών), αλλά πρέπει να αποτελεί ένα δεσμό ενωτικό ανάμεσά τους.
Σχετικά με τον διεθνή παράγοντα, αυτός ο Ιεραπόστολος παρουσιάζει απόψεις ιδιαιτέρως κριτικές απέναντι στη Δυτική αποικιοκρατία των περασμένων εποχών στο Ζαΐρ. Διακρίνει τις συνέπειες, όχι μόνο στο επίπεδο της εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων της χώρας, αλλά ακόμα και στη διαμόρφωση του χαρακτήρα των ιθαγενών και της καχυποψίας τους απέναντι στους λευκούς/Δυτικούς72. Επιπλέον, καταγγέλλει την διαφορετικού τύπου αποικιοκρατία που εφαρμόζεται στη σύγχρονη εποχή στην Αφρική από τις Δυτικές χώρες, με την παγκόσμια οικονομική πολιτική τους. «Κάτω από τέτοια καταπιεστική μεταχείρισι ο απλός Αφρικανός παραμορφώνεται, μετατρέπεται σε ασυνείδητον και άοπλον επαναστάτη, που μισεί τους πάντες και τα πάντα, μη γνωρίζοντας πού και ποιον να χτυπήσει, δεχόμενος από όλους βολές και τραύματα, ώστε χάνει τελικώς την ταυτότητά του, επειδή χάνει τον προσανατολισμό του. Σε αυτό το ψυχικό αδιέξοδο, που βρίσκεται ο Αφρικανός, θέλει και πρέπει να βοηθηθή, να βρη τις θεϊκές ρίζες του, να γαληνέψη η ψυχή του, να συνδεθή με τον Θεό, να αγαπήση τον συνάνθρωπο και τότε, με ηρεμία και ησυχία, να αποφασίση μόνος του για το μέλλον του73». Σημαδιακό γεγονός, για μια τέτοια προοπτική, μπορεί να θεωρηθεί η υποψηφιότητα στις πρώτες δημοκρατικές εκλογές του Ζαΐρ το 1991, του Νεο-ορθόδοξου χριστιανοδημοκρατικού κόμματος του (γιατρού, στο επάγγελμα) Ρίτσαρντ Αϊμέ74.
Ιθαγενοποίηση
Ουσιαστικό στοιχείο κατά την πορεία της Σάρκωσης μιας Εκκλησίας, θεωρείται η διαδικασία της Ιθαγενοποίησης (Indigenization), με την έννοια της στελέχωσης του κλήρου και, γενικότερα, όλων των εκκλησιαστικών υπευθύνων θέσεων από ντόπιους χριστιανούς75. Στο σκεπτικό του π. Κοσμά Γρηγοριάτη, μία τέτοια προοπτική θεωρείται απολύτως αναγκαία και μονόδρομος για την οικοδόμηση μιας νεόφυτης Εκκλησίας, που θέλει να ριζώσει στο τοπικό περιβάλλον. Σύμφωνα με τα γραπτά του, «Η Ιεραποστολή στοχεύει στην πλήρη αντικατάστασί της από το ιθαγενές στοιχείον. Η Ιεραποστολή λειτουργεί ως πυρήνας εκκινήσεως, ενώ αργότερα θα λειτουργήση ως τοπική Εκκλησία με δική της διοίκησι76». Οπότε, «Από τους νεοφύτους πιστούς επιλέγονται οι πρώτοι συνεργάτες. Προϊόντος του χρόνου και με την εξέλιξι της εργασίας, ετοιμάζονται και καταρτίζονται κατηχητές και κληρικοί. Όταν όλα ετοιμαστούν, αρχίζει η αποκέντρωσις των στελεχών ακτινοειδώς, με τάξι και πρόγραμμα77».
Για τη στελέχωση του ντόπιου κλήρου, έχει ως αναφορά το Α΄ Τιμόθ. 5, 22: «Χείρας ταχέως μηδενί επιτίθει, μηδέ κοινώνει αμαρτίαις αλλοτρίαις…».
Για να έχει επιτυχία ένα τέτοιο εγχείρημα, επιλέγονται και εκπαιδεύονται οι «καλύτεροι» υποψήφιοι, κατά την κρίση του υπευθύνου-ιεραπόστολου, και προτείνονται στη συνέχεια στον Επίσκοπο προς χειροτονία78. Ο π. Κοσμάς έλεγχε τα κατάλληλα κριτήρια γι’ αυτές τις χειροτονίες, που αφορούσαν την οικογενειακή κατάσταση, τη μόρφωση και την εκκλησιαστική εμπειρία των υποψήφιων ιερέων. Επιπλέον, με δεδομένη τη χειροτονία εγγάμων ιερέων στην Ορθόδοξη Εκκλησία, τη θεωρούσε πιο κατάλληλη για την αφρικανική πραγματικότητα, σε σύγκριση με τον άγαμο κλήρο. Μεγάλη βέβαια σημασία, όπως ήδη σημειώθηκε, έδινε στην επιλογή των ανδρών που προορίζονταν για χειροτονία, σε σχέση με τη φυλή και την καταγωγή τους. Έτσι αποφεύγονταν φυλετικές διακρίσεις και διασφαλίζονταν τα χριστιανικά αιτήματα της ομόνοιας και της συμφιλίωσης. Συνακόλουθα, συμβούλευε να αντιμετωπίζονται με αυστηρότητα περιπτώσεις αυταρχικών συμπεριφορών εκ μέρους κληρικών έναντι πιστών της ίδιας ή άλλης φυλής.
Τη χρονιά του θανάτου του, το 1989, υπήρχε ένας μόνο μη ιθαγενής ιερέας, σε όλη την περιοχή δράσης της Ορθόδοξης ιεραποστολής του Κολουέζι, ενώ οι ιθαγενείς ιερείς ήταν 13, συν 3 διάκονοι.
Από το πρώτο έτος της ιεραποστολικής του διακονίας ο Γρηγοριάτης Ιεραπόστολος είχε υπόψη του το θέμα των ιθαγενών ιερέων και των μελλοντικών συνεργατών του. Ανέλαβε μερικούς ντόπιους νέους και εγκαινίασε το οικοτροφείο της ιεραποστολικής βάσης, από όπου θα «έβγαινε» το μελλοντικό προσωπικό της ιεραποστολής. Στα οικοτροφεία της ιεραποστολής δέχεται αγόρια και κορίτσια, ξεκινώντας τη μόρφωση και εκκλησιαστική εκπαίδευσή τους, όχι αποκομμένα από τα ήθη και έθιμά τους και πάντα με αυθεντικό χριστιανικό ορθόδοξο πνεύμα79. Κατ’ αυτόν τον τρόπο δίνεται η μόρφωση των νέων, καταφέρνοντας ταυτόχρονα να διακρίνει ως υπεύθυνος ιεραπόστολος την κλίση και την καταλληλότητα αυτών που θα γίνουν ιερείς, αλλά και κατηχητές-κατηχήτριες, και εν πάση περιπτώσει, αυτών που αργότερα θα αποσταλούν για να ιδρύσουν νέες ιεραποστολικές εστίες στους δικούς τους τόπους, στα δικά τους χωριά80. Σύμφωνα με παραδοχή του ίδιου: «Τελικά αν θα κάνουμε κάτι καλό στην Ιεραποστολή, θα βγει μέσα από αυτά τα παιδιά81». Και όντως, σύμφωνα και με τη μαρτυρία του συνεχιστή του έργου του π. Κοσμά, (νυν) επισκόπου Κολουέζι κ. Μελετίου (Γρηγοριάτη), ήδη στις αρχές του ’90, πολλοί και πολλές από τους πρώτους και τις πρώτες οικοτρόφους που εκείνος είχε αναλάβει, κατείχαν υπεύθυνες θέσεις διακονίας στην Τοπική Εκκλησία82.
Αξιομνημόνευτο είναι επίσης το γεγονός, ότι αυτός ο Ιεραπόστολος, έχοντας την πρόθεση να ιδρύσει ακόμα και μοναστήρι στα πλαίσια της ιεραποστολικής του προσπάθειας, είχε προβληματιστεί για την καταλληλότητα και τις πιθανές ιδιαιτερότητες που θα έπρεπε να προσεχθούν για την εφαρμογή της ιδέας στην αφρικανική της διάσταση. Σε αυτήν την προοπτική, «Ετοιμάζοντας συνεργάτες, η μονή επανδρώνεται από ιθαγενείς δοκίμους και το έργο ακμάζει σταδιακώς. Ας ληφθή όμως υπ’ όψιν, ότι οι ιθαγενείς προσαρμόζονται στο μοναστικό κλίμα, εάν υπάρχη ανάλογη παράδοσις μοναχικού βίου. Οι ασιατικές χώρες έχουν μοναστική παράδοσι αλλά και η Αφρική δεν έμεινε πίσω. Η Θηβαΐδα της Αιγύπτου ανέδειξε χιλιάδες ασκητές, Αφρικανούς. Βασική, όμως προϋπόθεσις είναι, οι πρώτοι αδελφοί της μονής να έχουν μοναχική πείρα…83».
Προς την ίδρυση μιας Τοπικής Εκκλησίας
Ο εν λόγω ιεραπόστολος του Κονγκό συνέβαλε δυναμικά προς τη γένεση μιας αφρικανικής Ορθοδοξίας84, ενεργοποιώντας στο έργο του την ιεραποστολική Αρχή της «τοπικότητας» (localization85). Αυτή η Αρχή υπήρχε στη σκέψη του π. Κοσμά Γρηγοριάτη, όχι μόνο με την έννοια μιας Εκκλησίας ριζωμένης στη γήινη πραγματικότητα, αλλά και με προοπτική εσχατολογική. Κατακλείνοντας το μοναδικό γραπτό του πόνημα –Σκέψεις περί Ιεραποστολής μέσα από την πράξι-, ακριβώς στον επίλογο, γράφει: «Ας συνεχίσωμε πλέον τον αγώνα του Ευαγγελίου της ειρήνης. Ας ζητήσουμε ταπεινά από τον Θεό… τον φωτισμό Του προς τα ευαγγελιζόμενα έθνη, απ’ όπου αναμένουμε τους καρπούς, τους υποψηφίους αγίους και, κατά τον Μ. Βασίλειον, τους «κεκελευσμένους θεούς»86.
Αξιοποίηση των τοπικών πηγών – υλικών αγαθών
Το έργο ευαγγελισμού του Γρηγοριάτη αυτού Ιεραπόστολου έδωσε «σάρκα και οστά» σε μια ακόμα διάσταση της Αρχής της ιθαγενοποίησης. Προχώρησε ταυτόχρονα στην αυτονόμηση και επάρκεια της ιεραποστολικής βάσης στον υλικό τομέα. Πραγματοποίησε δηλαδή σειρά όλη σοβαρών γεωργο-κτηνοτροφικών και φιλανθρωπικών έργων, εξασφαλίζοντας βαθμιαία την οικονομική ανεξαρτησία και αυτο-διαχείρηση της ιεραποστολής. Τούτο συνιστά μια ιθαγενοποίηση ενεργητική, που στηρίζεται στην αξιοποίηση των φυσικών πόρων και πηγών του τόπου. Αποτελεί επίσης στρατηγική χρήσιμη όχι μόνο για την αυτοσυντήρηση της ιεραποστολής αλλά και για την ενίσχυση του εντόπιου ανθρώπινου παράγοντα87, μέσω της (αγροτικής, για παράδειγμα) εκπαίδευσης των ντόπιων πληθυσμών, χριστιανικών και μη. Ο π. Κοσμάς Γρηγοριάτης προτείνει και πραγματοποιεί αυτού του είδους την ιθαγενοποίηση, προσπαθώντας να αξιοποιήσει κάθε στοιχείο: το υπάρχον ανθρώπινο δυναμικό, τις πρώτες ύλες και τα ντόπια προϊόντα88. Χτυπητό παράδειγμα αποτελεί η παραγωγή εκκλησιαστικών και λειτουργικών αντικειμένων: βαπτιστικοί χιτώνες, κρασί, θυμίαμα, καρβουνάκια, αλλά και τέμπλα, ξυλόγλυπτα, εκκλησιαστικοί θρόνοι, κλπ.89 Ήταν απόλυτος στη χρήση υλικών προερχόμενων από την περιοχή της ιεραποστολικής του δράσης.
Η αξιοποίηση όλων των εντόπιων υλικών μέσων καταδεικνύει το ολιστικό ενδιαφέρον της Ιεραποστολής προς τον τόπο του ευαγγελισμού90. Μια αξιοποίηση απολύτως αντίθετη προς κάθε είδος εκμετάλλευσης, αποικιοκρατικού τύπου, απέναντι στην οποία εξάλλου ο π. Κοσμάς ήταν πολύ επικριτικός, επικυρώνοντας με την ιεραποστολική του δραστηριότητα τις ιδέες του. Αυτός ενεργούσε με τρόπο, ώστε η Ορθόδοξη ιεραποστολή του Κολουέζι να έχει τις δικές της υλικές πηγές και με το πέρασμα του χρόνου να καταστεί αυτοσυντηρούμενη. Το πρόγραμμα αγροκαλλιέργειας και κτηνοτροφίας που ξεκίνησε προ του 1980, εξασφάλιζε την αυτοσυντήρηση της ιεραποστολής, όσον αφορά τα βασικά είδη διατροφής, ανεξάρτητα από το αν θα υπήρχε οικονομική ενίσχυση από το εξωτερικό91.
Πέραν του ευαγγελιστικού και του φιλανθρωπικού έργου, φρόντιζε να κάνει έργα και ενέργειες τέτοιες, που θα εξασφάλιζαν επ’ αόριστον, την επιβίωση του ιθαγενούς πληθυσμού. Τέτοια περίπτωση αποτελεί, για παράδειγμα, η πραγματοποίηση του προγράμματος επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης. Ο π. Κοσμάς πίστευε ότι έπρεπε να ωθήσει τους γηγενείς, να γίνουν οι ίδιοι αυτουργοί της δικής τους πορείας χειραφέτησης92, κάνοντας πράξη την κινέζικη παροιμία που λέει: «Αν κάποιος πεινάει, μην του δώσεις ένα ψάρι. Μάθε του να ψαρεύει93». Εγκαινίασε προγράμματα και πειράματα για διάφορες νέες καλλιέργειες, διότι έβλεπε ότι «ο κόσμος είναι με τα παλιά συστήματα και οι νέοι δεν έχουν τόση όρεξη να ακολουθήσουν τη γεωργία. Ο τόπος όμως έχει ανάγκη, γιατί ο κόσμος πεινάει, η γη είναι ακαλλιέργητη…94». Έγραφε, επίσης: «Εμείς κάνουμε προσπάθεια να βοηθήσουμε τον λαό. Να τον διδάξουμε να εργασθεί, να ξεφύγει κάπως από τη φτώχεια που βρίσκεται και να βοηθήσουμε γενικά τον τόπο (με τα πειράματα του σιταριού, που κάνουμε) και είμαστε συμπαθείς και στους κυβερνώντες και στους αντιπολιτευόμενους, μπορώ να ειπώ95». Έτσι, μαζί με τα άλλα στοιχεία όλης αυτής της διαδικασίας, ο Γρηγοριάτης Ιεραπόστολος κατάφερε να καταδείξει την παρουσία της Ορθοδοξίας σε καθεμιά έκφανση της τοπικής κουλτούρας96, αξιοποιώντας την κληρονομιά του ντόπιου πληθυσμού.
Εκπαίδευση
Στα πλαίσια της ενίσχυσης του εντόπιου ανθρώπινου παράγοντα97 στην ιεραποστολή του και της ιθαγενοποίησης του έργου του σε όλα τα επίπεδα, ο π. Κοσμάς ήταν υπέρ μιας εγκεντρισμένης εκπαίδευσης των ιθαγενών αγοριών και κοριτσιών. Συμπέρανε ότι όπου υπάρχουν πιστοί, εκεί υπάρχει απόλυτη αναγκαιότητα ίδρυσης σχολείων για τα παιδιά, χριστιανών και μη. Από αυτά τα παιδιά, εξάλλου, μπορούν να βγουν στο μέλλον, «τα αυριανά στελέχη της Εκκλησίας, οι καλοί πολίτες, γιατί όχι και οι ηγέτες του κράτους98». Ακολουθώντας την εντολή του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, σχετικά με την ίδρυση σχολείων, ίδρυσε το Δημοτικό Σχολείο στο Κολουέζι και προγραμμάτισε την ίδρυση Γεωπονικής-τεχνικής Σχολής με προγράμματα που θα επέτρεπαν στους πτυχιούχους να επιστρέψουν στα χωριά τους και να βοηθήσουν τους συμπατριώτες τους99. Παράλληλα, υποστήριζε ότι η ιεραποστολή έπρεπε να στηρίζει και οικονομικά τους καλύτερους μαθητές, τον καθένα ανάλογα με την κλίση του, ώστε να συνεχίσουν τις σπουδές τους στο πανεπιστήμιο.
Αντί επιλόγου
Η Ιεραποστολή του π. Κοσμά Γρηγοριάτη δεν οραματίστηκε μόνο τη γέννηση μιας Ορθόδοξης Εκκλησίας του Ζαΐρ. Ευ-αγγελιζόμενη το σωτηριώδες μήνυμα στους ιθαγενείς αδερφούς, δείχνει το ενδιαφέρον για τον όλον Άνθρωπο, ο οποίος ζει σε συνθήκες συγκεκριμένες και ανήκει σε μια κοινωνία και έναν πολιτισμό διακριτό, συμμετέχοντας στην πορεία της Ιστορίας προς την συγκεφαλαίωση των πάντων από τον Κύριο στα έσχατα.
Ο ιεραπόστολος πατήρ Κοσμάς Γρηγοριάτης (Ιωάννης Ασλανίδης), από το 1975 έως το 1989, στα 14 χρόνια ιεραποστολικής του εργασίας, μεταξύ των ιθαγενών της Σάμπα του πρώην Ζαΐρ, έζησε και αγάπησε βαθιά τον Αφρικανό αδερφό του και τον πολιτισμό του και προσπάθησε να φέρει το Ευαγγέλιο σε αυτήν την πραγματικότητα, ώστε να την εξαγιάσει, να την καταστήσει μέτοχη του σωτηρίου έργου του Κυρίου. Προκαλεί θαυμασμό η διαπίστωση ότι, μέσα από την πνευματοκίνητη και βιωματική διακονία, μαρτυρία και μαρτυρική θυσία του μαχητή Ιεραπόστολου, συνταιριάζονται η μακραίωνη παράδοση της Ορθόδοξης Ιεραποστολής με τη σύγχρονη θεωρία της Ιεραποστολικής. Γι’ αυτό η Επιστήμη της Ιεραποστολικής μπορεί να εγκύπτει με ενδιαφέρον, έκπληξη και δέος πάνω στο ιεραποστολικό έργο του Γρηγοριάτη Ιεραποστόλου, αξιολογώντας το ως ένα θαυμαστό παράδειγμα υλοποίησης της Αρχής της Προσαρμογής (Σάρκωσης) του Ευαγγελίου στον πολιτισμό ενός αφρικανικού λαού.
Σημειώσεις
1 Το παρόν αποτελεί μετάφραση, από τα ιταλικά, μέρους από πρωτότυπη εργασία με τίτλο (επίσης σε μετάφραση) Η Προσαρμογή στο ιεραποστολικό έργο του π. Κοσμά Γρηγοριάτη, Ορθόδοξου Ιεραπόστολου στο Ζαΐρ, 1975-1989.
2 Βλ. σχετικά, Η. ΒΟΥΛΓΑΡΑΚΗΣ, Ιεραποστολή. Δρόμοι και δομές, Αρμός, Αθήνα 1989, 136 κ.εξ.· Α. ΓΙΑΝΝΟΥΛΑΤΟΣ, Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία, Ακρίτας, Αθήνα 20013, 119-136. O διεθνώς χρησιμοποιούμενος όρος είναι: inculturation.
3 Πρβλ. P. GIGLIONI, Inculturazione. Teoria e prassi, Libreria Editrice Vaticana, Città del Vaticano 1999, 29-31.
4 A. GIANNOULATOS, «Culture and Gospel. Some observations from the orthodox tradition and experience », στο International Review of Mission[IRM] 74 (1985) 185-198.
5 Πρβλ., Του ίδιου, Σκοπός και κίνητρον της ιεραποστολής (εξ επόψεως θεολογικής), Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, Γραφείον Εξωτερικής Ιεραποστολής, Αθήνα 1971, 12.
6 Βλ., I. BRIA, «A new typology for gospel and culture syntax: From an eastern european orthodox perspective», στο IRM 84 (1995) 273-275· Κ. ΣΤΡΑΤΗΓΟΠΟΥΛΟΣ, «Ιεραποστολικός ιμπεριαλισμός; Ή ορθόδοξη ιεραποστολή με ανορθόδοξες προϋποθέσεις;», στο Πάντα τα Έθνη[ΠτΕ] 61(1997) 11.
7 Πρβλ. το κείμενο, Α. ΓΙΑΝΝΟΥΛΑΤΟΣ, Αδιαφορία για την Ιεραποστολή σημαίνει άρνησι της Ορθοδοξίας, Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1971.
8 Το 1932 οι Ουγκαντέζοι: Ρουβήμ Μουκάσα Σεμπάνια Σπάρτας (1899-1982) και Οβαδίας Καμπάντα Μπασαγιακιτάλο, έχοντας ανακαλύψει προγενέστερα την Ορθοδοξία μέσα από τις προσωπικές τους αναζητήσεις, έρχονται σε επαφή με το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, χειροτονούνται και ιδρύουν την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουγκάντας. Στις 17 Δεκεμβρίου 1972 ο Σπάρτας χειροτονείται τιτουλάριος Επίσκοπος Νειλουπόλεως, Βοηθός Επίσκοπος της Μητροπόλεως Ειρηνουπόλεως για την περιοχή της Ουγκάντα, με το όνομα Χριστοφόρος. Εκοιμήθη στις 4 Ιουνίου 1982. Ο π. Οβαδίας θα ασκήσει μεγάλο ιεραποστολικό έργο για πολλές δεκαετίες, κάτω από αντίξοες συνθήκες. Σημαντικός είναι ο ρόλος του στην εδραίωση της Ορθοδοξίας στην Κένυα, τόσο με τις κινήσεις του, όσο και με το αξιόλογο μεταφραστικό έργο του, πάνω σε λατρευτικά κείμενα.
Το 1946 οι πατέρες: Σπάρτας και Οβαδίας επισκέπτονται την Κένυα. Με δική τους παρακίνηση η αυτόνομη «Ορθόδοξη Αφρικανική Εκκλησία της Κένυα» έρχεται σε κοινωνία με το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και ο επικεφαλής αυτής της «Εκκλησίας», ο Άρθουρ Γκαντούνα, χειροτονείται πρώτος Κενυάτης Ορθόδοξος ιερέας με το όνομα Γεώργιος. Αργότερα ο Γεώργιος θα γίνει Επίσκοπος Νιτρίας.
Για τις προσωπικότητες αυτές, Βλ. σχετικά: Ο. ΜΠΑΣΑΓΙΑΚΙΤΑΛΟ, «Αυτοβιογραφία», στο Εξωτερική Ιεραποστολή 56 (1977) 90-106· άρθρα στο: ΠτΕ 56 (ολόκληρο το τεύχος αφιερωμένο στην Εκκλησία της Ουγκάντας) (1995) 99-105· S. HAYES, «Orthodox mission in tropical Africa», στο Missionalia (χωρίς λοιπά στοιχεία), στο http://www.geocities.com/Athens/7734/orthmiss.htm?20051 (01/08/2005).
9 Για την έννοια του όρου βλ. παρακάτω, στην παράγραφο «Ιθαγενοποίηση».
10 Μ. ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ, «Χρυσόστομος Παπασαραντόπουλος», στο ΠτΕ 10 (1984) 28.
11 Βλ., Α. ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ, Ιεραποστολικό συναξάρι του εικοστού αιώνα. Α΄ Αφρική, Τήνος, Αθήνα 1992, 63.
12 Για την Προσαρμογή στον π. Χρυσόστομο Παπασαραντόπουλο, Βλ., Αυτόθι, 88, 95.
13 Αυτόθι, 81.
14 Για τη σκέψη του π. Κοσμά περί Προσαρμογής, πρβλ., (χωρίς στοιχεία ), «Διακονώντας τον Χριστό στην Αφρική», στο Απολύτρωση 518 (1989) 27· Α. ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ, Ιεραποστολικό συναξάρι…, 161-162.
15 Τ. ΚΟΝΤΟΜΕΡΚΟΣ, Αναφορά (χειρόγραφη, αδημοσίευτη) της Ιεράς Μητροπόλεως Κεντρώας Αφρικής προς την Αυτού Θειοτάτη Μακαριότητα τον Πάπα και Πατριάρχη Αλεξανδρείας και Πάσης Αφρικής, κ.κ. Παρθένιον Γ’, Κινσάσα, 2 Απριλίου 1988, 38.
16 Κοσμάς Γρηγοριάτης, «Σκέψεις περί Ιεραποστολής μέσα από την πράξι», στο Εξωτερική Ιεραποστολή 108 (1988) 41.
17 Βλ. Α. ΓΙΑΝΝΟΥΛΑΤΟΣ, Αφετηριακαί σκέψεις διά την Εξωτερικήν Ιεραποστολήν, Αθήνα 1968.
18 Πρβλ., Α. ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ, Ιεραποστολικό συναξάρι…, 162.
19 Βλ., Κοσμάς Γρηγοριάτης, «Σκέψεις περί Ιεραποστολής…», 16.
20 Αυτόθι, 17.
21 Κοσμάς Γρηγοριάτης, Προσωπικό μαγνητοφωνημένο ημερολόγιο, 22 Σεπτ. 1983. Οι παραπομπές στο προσωπικό ημερολόγιο του π. Κοσμά Γρηγοριάτη, στην πρωτότυπη παρουσίαση της παρούσας εργασίας αφορούσαν σε κείμενα αδημοσίευτα, έως τότε, δημοσιευμένα πλέον στο: Ι. ΛΑΠΠΑΣ (επιμ.), Ιερομονάχου Κοσμά Γρηγοριάτου-Ιεραποστόλου του Ζαΐρ, Το Ιεραποστολικό μου ημερολόγιο, Ιεραποστολικός Σύνδεσμος Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, Θεσσαλονίκη 2009, 300.
22 Πρβλ. Κοσμάς Γρηγοριάτης, «Επιστολή 32», στο ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ «ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ»(εκδ.), Ο ιεραπόστολος του Ζαΐρ π. Κοσμάς Γρηγοριάτης, Θεσσαλονίκη 19962, 130· Α. ΓΙΕΒΤΙΤΣ, «Ιερομόναχος Κοσμάς ο αγιορείτης», στο Pravoslavie 530 (1989) 15, αναδημοσιευμένο στο ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ «ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ»(εκδ.), Ο ιεραπόστολος του Ζαΐρ…, 179.
23 Πρβλ., Κοσμάς Γρηγοριάτης, Το Ιεραποστολικό μου ημερολόγιο, 374.
24 Αυτόθι, 93.
25 Βλ. σχετικά, Αυτόθι, 219-220.
26 Βλ., Αυτόθι, 275· Του ίδιου, «Επιστολή 32», 130.
27 Του ίδιου, Το Ιεραποστολικό μου ημερολόγιο, 92.
28 Του ίδιου, «Σκέψεις περί Ιεραποστολής…», 27-28.
29 Α. ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ, Ιεραποστολικό συναξάρι…, 235.
30 Πρβλ. τον τυπικό αφρικανικό χαιρετισμό (με τις διάφορες εκδοχές του ανάλογα τη φυλή) που αντάλλασσε, ειδικά στις συναντήσεις του με τον chef (αρχηγό) κάθε χωριού· βλ. για παράδειγμα, Κοσμάς Γρηγοριάτης, Το Ιεραποστολικό μου ημερολόγιο, 120.
31 Είναι εξαιρετικά τα σχετικά πλάνα με βίντεο (γυρισμένα από τον ίδιο τον π. Κοσμά) τέτοιων εορτασμών· για παράδειγμα, Βιντεοκασέτα με τους χριστουγεννιάτικους εορτασμούς στο Κολουέζι, 1988· για περισσότερα, D. ASLANIDIS – Damascene Grigoriatis, Apostle to Zaire. The life and legacy of blessed father Cosmas of Grigoriou, Uncut Mountain Press, Thessalonica, London, Ontario 2001, 170.
32 ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ «ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ»(εκδ.), Ο ιεραπόστολος του Ζαΐρ…,226.
33 Κοσμάς Γρηγοριάτης, Το Ιεραποστολικό μου ημερολόγιο, 79-80.
34 Αυτόθι, 368-369.
35 Του ίδιου, «Σκέψεις περί Ιεραποστολής…», 10, 16.
36 Βλ. σχετικά, Του ίδιου, Το Ιεραποστολικό μου ημερολόγιο, 157, 158, 166-167· ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ «ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ»(εκδ.), Ο ιεραπόστολος του Ζαΐρ…, 57-58.
37 Αυτόθι, 58
38 Πρβλ. Κοσμάς Γρηγοριάτης, Το Ιεραποστολικό μου ημερολόγιο, 238.
39 Για τις μεταφράσεις: Αυτόθι, 202, 232-233· ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ «ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ»(εκδ.), Ο ιεραπόστολος του Ζαΐρ…, 57-58· D. ASLANIDIS – Damascene Grigoriatis, Apostle to Zaire, 171.
40 Κοσμάς Γρηγοριάτης, Το Ιεραποστολικό μου ημερολόγιο, 309, 319.
41 Πρβλ., ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ «ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ»(εκδ.), Ο ιεραπόστολος του Ζαΐρ…, 58.
42 Κοσμάς Γρηγοριάτης, «Επιστολή 41», 145.
43 Του ίδιου, «Σκέψεις περί Ιεραποστολής…», 13-14· Του ίδιου, «Επιστολή 41», 145· ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ «ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ»(εκδ.), Ο ιεραπόστολος του Ζαΐρ…, 57-58, 227-228· D. ASLANIDIS – Damascene Grigoriatis, Apostle to Zaire..., 171-172.
44 Κοσμάς Γρηγοριάτης, Το Ιεραποστολικό μου ημερολόγιο, 348.
45 Του ίδιου, «Σκέψεις περί Ιεραποστολής…», 20-21. Σε αντιπαραβολή με την πραγματικότητα των Ορθοδόξων Κικούγιου στην Κένυα και την Προσαρμογή του Μυστηρίου της Ορθόδοξης Λειτουργίας στον εκεί μυστικισμό, βλ., J. STAMOOLIS, Eastern orthodox mission theology today, Orbis books, Maryknoll, NY 1986, 99-101. Από μια άλλη οπτική, βλ., F.K. LUMBALA, «Processo di elaborazione della Chiesa nello Zaire. Opportunità reciproca di un incontro», στο Concilium 30, 1 (1994) 90 (η παράγραφος: g/ Misticismo nuovo e fioritura dei carismi).
46 A. KYRLEZHEV, «In memory of Archimandrite Cosmas of the Grigoriou Monastery», στο The journal of the Moscow Patriarchate 12 (1989) 45.
47 Κοσμάς Γρηγοριάτης, Το Ιεραποστολικό μου ημερολόγιο, 323.
48 Πρβλ., Γ. ΚΑΨΑΝΗΣ, «Ιερομόναχος Κοσμάς Γρηγοριάτης», στο ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ «ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ»(εκδ.), Ο ιεραπόστολος του Ζαΐρ…, 161. Αξιοσημείωτο, ως στοιχείο «προσαρμογής» σε ναούς ορισμένων χωριών, είναι ότι στον «υλικό» διάκοσμο του περιβάλλοντος του ναού, υπάρχει ένα αυτοσχέδιο αναλόγιο, συντιθέμενο από ένα δεντράκι ή θάμνο, αντί του κλασσικού ξυλόγλυπτου αναλογίου.
49 ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ «ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ»(εκδ.), Ο ιεραπόστολος του Ζαΐρ…, 229.
50 Αυτόθι, 49-50.
51 Κοσμάς Γρηγοριάτης, «Επιστολή 40», 143.
52 Του ίδιου, «Σκέψεις περί Ιεραποστολής…», 23-24.
53 Αυτόθι, 24.
54 Αυτόθι, 24. Πρβλ. την ανάλογη κατάσταση και προβληματική, καθώς και την αντίστοιχη λύση του προβλήματος, στις ορθόδοξες ιεραποστολές της Αλάσκας κατά τους 18ο-19ο αι. Βλ., M. OLEKSA, «Evangelism and culture», στο IRM 84 (1995) 390-393.
55 Κοσμάς Γρηγοριάτης, «Σκέψεις περί Ιεραποστολής…», 23· Του ίδιου, «Επιστολή 40», 142.
56 Αυτόθι, 42.
57 Για παράδειγμα, σε μία συγκεκριμένη περίπτωση κηδείας σε μια φυλή της Σάμπα, στην οποία υπάρχει η συνήθεια να χτυπούν και να κακομεταχειρίζονται το σώμα του νεκρού, ο π. Κοσμάς παρ’ ότι δεν συμφωνούσε καθόλου με το έθιμο, ήθελε να το μελετήσει σε βάθος, ώστε ενδεχομένως να κατανοήσει κάτι που του διέφευγε· Βλ. σχετικά, Του ίδιου, Το Ιεραποστολικό μου ημερολόγιο, 359-360.
58 Για τους γάμους, βλ. σχετικά, Γ. ΣΟΥΡΕΛΗ, «Ζαΐρ», στο ΠτΕ 10 (1984) 16· Α. ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ, Ιεραποστολικό συναξάρι…, 171· ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ «ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ»(εκδ.), Ο ιεραπόστολος του Ζαΐρ…, 53-54.
59 Αυτόθι, 55-56· Κοσμάς Γρηγοριάτης, Το Ιεραποστολικό μου ημερολόγιο, 275, 290, 375.
60 Αυτόθι, 95-96.
61 Αυτόθι, 116-117.
62 Αυτόθι, 218-219.
63 Αυτόθι, 95, 98.
64 Αυτόθι, 95.
65 Του ίδιου, «Σκέψεις περί Ιεραποστολής…», 10.
66 Πρβλ., Αυτόθι, 16.
67 Πρβλ., Αυτόθι, 18.
68 Πρβλ., ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ «ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ»(εκδ.), Ο ιεραπόστολος του Ζαΐρ…, 32, 55-56· Κοσμάς Γρηγοριάτης, Το Ιεραποστολικό μου ημερολόγιο, 338.
69 Γι’ αυτήν την προσαρμοσμένη μέθοδο ιεραποστολικής δουλειάς, πρβλ., Του ίδιου, «Σκέψεις περί Ιεραποστολής…», 19-20· Του ίδιου, Το Ιεραποστολικό μου ημερολόγιο, 168-169, 231, 297-298.
70 Κατά την έννοια της Θεολογίας της συνάφειας, όπου λαμβάνονται υπόψη κατά τη θεολογική ερμηνεία – και εδώ, κατά την ιεραποστολική πράξη- τα πλαίσια μέσα στα οποία αναπτύσσεται η θεολογία, πολιτισμικά, χρονολογικά, γεωγραφικά. Κατά τον όρο Contextualization, στην Ιεραποστολική, δίνεται έμφαση στα κοινωνικά δεδομένα του τόπου του ευαγγελισμού. Βλ. σχετικά, L. LUZBETAK, The Church and cultures. New Perspectives in Missiological Anthropology, Orbis books, Maryknoll, NY 1988, 69 κ.εξ.
71 Πρβλ., ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ «ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ»(εκδ.), Ο ιεραπόστολος του Ζαΐρ…, 32-33.
72 Πρβλ. σχετικά, Κοσμάς Γρηγοριάτης, Το Ιεραποστολικό μου ημερολόγιο, 112, αλλά και 299, όπου γίνεται ωραιότατη αναφορά στο ποίημα ενός Νιγηριανού ποιητή, ο οποίος, γράφοντας για την εκμετάλλευση των Αφρικανών από τους αποικιοκράτες, ισχυριζόταν ότι «…κάνανε τον Αφρικανό να πιστέψει ότι αυτός είναι αυτό που δεν είναι… Όχι, δεν είσαι κότα, είσαι αετός, γεννημένος για τα ύψη…».
73 Του ίδιου, «Σκέψεις περί Ιεραποστολής…», 40-41.
74 Πρβλ., Ε. ΜΕΡΤΖΟΥ, «Η δύση μιας ζωής προαναγγέλλει ανατολή της ελπίδας», στο Ελληνικός Βορράς (20 Ιαν 1991).
75 Για παράδειγμα, σχετικά βλ., D. BOSCH, La trasformazione della missione, Queriniana, Brescia 2000, 618 κ.εξ.
76 Κοσμάς Γρηγοριάτης, «Σκέψεις περί Ιεραποστολής…», 30.
77 Αυτόθι, 19.
78 Σχετικά με αυτόν τον σχεδιασμό, βλ., Αυτόθι , 28-31.
79 Πρβλ., Του ίδιου, «Επιστολή 7», 87.
80 Πρβλ., Του ίδιου, «Σκέψεις περί Ιεραποστολής…», 10-11· Του ίδιου, Το Ιεραποστολικό μου ημερολόγιο, 195-196.
81 Αυτόθι, 193.
82 Βλ., Μελέτιος Γρηγοριάτης, Ομιλία (μη δημοσιευμένη) κατά τα εγκαίνια της Οδού Κοσμά Ιεραποστόλου, Δήμου Σταυρουπόλεως (Θεσσαλονίκης), 15 Μαΐου 1994, 3.
83 Κοσμάς _____Γρηγοριάτης, «Σκέψεις περί Ιεραποστολής…», 20.
84 Σχετικά, Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗΣ, «Ο ιεραπόστολος», στο Εξωτερική Ιεραποστολή 113 (1989) 216-217.
85 Βλ., F.-V. ANTHONY, Ecclesial praxis of inculturation. Toward an Empirical-theological Theory of Inculturizing Praxis, Libreria Ateneo Salesiano, Roma 1997, 153 κ.εξ.
86 Κοσμάς Γρηγοριάτης, «Σκέψεις περί Ιεραποστολής…», 42.
87 Εναλλαγή του όρου: human promotion, άλλης διάστασης της Προσαρμογής-Σάρκωσης. Βλ. επόμενη ενότητα.
88 Κοσμάς Γρηγοριάτης, «Σκέψεις περί Ιεραποστολής…», 33.
89 Αυτόθι, 33-34.
90 Αξίζει, εδώ, να αναφερθούν τα ίδια τα γραφόμενα του Ιεραπόστολου: «Έγινε μια προσπάθεια...να δημιουργήσουμε ένα... αυτοδύναμο προς συντήρηση κλιμάκιο, εξασφαλίζοντας από τη δική μας γη του Κολουέζι τα προς το ζην (τρόφιμα, κρέας, λαχανικά), τόσο για τη συντήρηση του Οικοτροφείου μας όσο και για το εν γένει φιλανθρωπικό έργο... Ακολουθήσαμε το παύλειο πρόσταγμα, “εργαζόμενοι ταις ιδίαις χερσίν” (Α´ Κορ. 4,12), μολονότι η καινοτομία μας αυτή μας στοίχισε αρκετή πολεμική, δυσφήμιση, σειρά επιστολών, όπου με κατονομάζουν αντορθόδοξο, αντιιεραπόστολο, γουρουνά κ.λ.π. ... [όμως] το να ασχολείται ο Ιεραπόστολος... με αγροτοκαλλιέργειες και κτηνοτροφία είναι... και Ορθόδοξο (κοινόβια Αιγύπτου) και ανθρωπιστικό και ιεραποστολικό», Κοσμάς Γρηγοριάτης, «Σκέψεις περί Ιεραποστολής…», 35-36.
91 Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗΣ, «Ο ιεραπόστολος», 209-217.
92 Πρβλ., Κοσμάς Γρηγοριάτης, Το Ιεραποστολικό μου ημερολόγιο, 290, 293.
93 Πρβλ. και αναφορά στο: Τ. ΚΟΝΤΟΜΕΡΚΟΣ, Αναφορά, 31.
94 Κοσμάς Γρηγοριάτης, Το Ιεραποστολικό μου ημερολόγιο, 365.
95 Αυτόθι, 284.
96 Πρβλ., Α. ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ, Ιεραποστολικό συναξάρι…, 182.
97 Σχετικά με αυτήν τη διάσταση της Προσαρμογής που σχετίζεται και με τον απελευθερωτικό της χαρακτήρα, βλ. F.-V. ANTHONY, Ecclesial praxis of inculturation, 133 κ.εξ.
98 Κοσμάς Γρηγοριάτης, «Σκέψεις περί Ιεραποστολής…»,
99 Του ίδιου, Το Ιεραποστολικό μου ημερολόγιο, 364-366.www.oodegr.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου