Ο μικρός ψαλμός 127ος, που αποτελούσε και ωδή των αναβαθμών, ξαφνιάζει στον πρώτο του στίχο με μια παράδοξη χρήση δύο λέξεων, καθώς αντιπαραθέτει κι ενώνει τις δύο αντιφατικές έννοιες: φοβούμενος και μακάριος.
ΜΑΚΑΡΙΟΙ πάντες οἱ φοβούμενοι τὸν Κύριον, οἱ πορευόμενοι ἐν ταῖς ὁδοῖς αὐτοῦ. 2 τοὺς πόνους τῶν καρπῶν σου φάγεσαι· μακάριος εἶ, καὶ καλῶς σοι ἔσται. 3 ἡ γυνή σου ὡς ἄμπελος εὐθηνοῦσα ἐν τοῖς κλίτεσι τῆς οἰκίας σου· οἱ υἱοί σου ὡς νεόφυτα ἐλαιῶν κύκλῳ τῆς τραπέζης σου. 4 ἰδοὺ οὕτως εὐλογηθήσεται ἄνθρωπος ὁ φοβούμενος τὸν Κύριον. 5 εὐλογήσαι σε Κύριος ἐκ Σιών, καὶ ἴδοις τὰ ἀγαθὰ Ἱερουσαλὴμ πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς σου· 6 καὶ ἴδοις υἱοὺς τῶν υἱῶν σου. εἰρήνη ἐπὶ τὸν Ἰσραήλ.
Ο φόβος συνδεδεμένος με τους όρους δειλία-ανανδρία, ατολμία ή συναίσθημα ανησυχίας στην αναμονή μελλοντικού κακού, πιστεύαμε ότι «καταστρέφει την ελευθερία του ατόμου», τον αποδυναμώνει και τον γεμίζει ανησυχία. Πώς ο θεόπνευστος συγγραφέας του ψαλμού με βάση το φόβο πλέκει τον ύμνο της οικογενειακής ευτυχίας; Και κατ’ επέκταση της βαθιάς χαράς καθενός ανθρώπου.
Η προϋπόθεση είναι πολύ σοβαρή, πολύ ουσιαστική: «Μακάριοι πάντες οι φοβούμενοι τον Κύριον, οι πορευόμενοι εν ταις οδοίς αυτού» (στ. 1). Ευτυχισμένοι είναι όλοι όσοι φοβούνται τον Κύριο, οι οποίοι βαδίζουν και συμπεριφέρονται σύμφωνα με τις εντολές του.
Η λέξη «πορευόμενοι», επιλεγμένη εύστοχα από τον ποιητή του ψαλμού, δηλώνει την έγνοια και την υπευθυνότητα του ανθρώπου να προσέχει σε κάθε βήμα του, να μην παρεκκλίνει από το θέλημα του Θεού. Δεν του διαφεύγει στην όποια πορεία του ότι τον παρακολουθεί το παντέφορο όμμα του Υψίστου, τον σκέπει με το βλέμμα και την αγάπη του ο παντεπόπτης Πατέρας.
Ο βαθύς σεβασμός, ο φόβος και η προσοχή του να μη λυπήσει τον Δημιουργό και Προστάτη του, τον γεμίζει ευδαιμονία.
Τίποτε ανασταλτικό δεν μειώνει τη χαρά του, καθώς ήρεμος απολαμβάνει τους κόπους των χεριών του και η γυναίκα του σαν κληματαριά γεμάτη καρπούς με τη φιλεργία και τη νοικοκυροσύνη, θα στολίζει το σπίτι τους.
Τα παιδιά τους θα κυκλώνουν το τραπέζι σαν αειθαλή εύκαρπα νεοφυτευμένα δένδρα. Η ευλογία του Θεού θα σκεπάζει το σπίτι τους, που έτσι θα γίνεται λιμάνι γαλήνης για όλα τα μέλη του.
Οι τρεις πρώτοι στίχοι περιγράφουν την ευτυχία κάθε ανθρώπου που φοβάται τον Κύριο, «μακάριοι πάντες οι φοβούμενοι τον Κύριον».
Ο Ψαλμωδός περνάει στο β’ μέρος (στ. 4-6) και δίνει ευχές, για να διαρκεί η ειρήνη του Θεού και η ευτυχία μόνιμα στις ανθρώπινες ψυχές και στην οικογένεια.
Κάνει αίσθηση πως η παρουσίαση του θέματος έχει ιδιαίτερη ποιητική χάρη. Το κλιμακωτό σχήμα κάνει ξεχωριστή εντύπωση και επισημαίνει ότι ο θεματικός πυρήνας του φόβου του Θεού είναι η αιτία της ευτυχίας του ανθρώπου και των συνόλων.
«Μακάριοι πάντες… μακάριος ει».
«Οι φοβούμενοι τον Κύριον… ο φοβούμενος τον Κύριον».
«Ευλογηθήσεται άνθρωπος… ευλογήσαι σε Κύριος», «Ίδοις τ’ αγαθά… ίδοις υιούς…».
Ένας μικρός ψαλμός, ανατροπή στη σύγχρονη αντίληψη για τα στοιχεία της ευτυχίας, για τον καθένα ξεχωριστά, για το χώρο της οικογένειας. Όχι τα πλούτη, οι ανέσεις, η δόξα, τα λίγα ή καθόλου παιδιά, αλλά η συνειδητή σχέση με το Θεό Δημιουργό, η υπακοή στο νόμου Του φέρνει την βαθιά γαλήνη στην ψυχή.
Μετά την αθέτηση της εντολής του Θεού βέβαια συνδέθηκε με την ανθρώπινη φύση ο φόβος και στην πορεία του ο οδοιπόρος της γης νοιώθει συχνά ανασφάλεια, δειλία, ανησυχία για επερχόμενα δεινά.
Τρομάζει στις ακοές των πολέμων, στους σεισμούς, στις αρρώστιες.
Ωστόσο και μπροστά στο φυσικό κακό ο πιστός άνθρωπος που διακατέχεται από το δέος και το φόβο του στοργικού Δημιουργού, αντιμετωπίζει ψύχραιμα, περισσότερα ειρηνικά τις δύσκολες ή τραγικές ώρες της ζωής, γιατί σκέπτεται το «ουδέν αθεεί», τίποτε δεν γίνεται χωρίς την παραχώρηση του Θεού. Μεγαλώνει το δέος και η εμπιστοσύνη στη φροντίδα του μεγάλου Πατέρα και ειρηνεύει ευτυχισμένος.
Βλέπει να επαληθεύει του Ψαλμωδού ο λόγος: «Μακάριοι οι φοβούμενοι τον Κύριον!…».
Περιοδικό «Η Δράσις μας», Απρίλιος 2010
www.xfd.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου