Διήγησις περί της Θαυματουργής Εικόνος της Θεοτόκου, της καλουμένης «ΓΟΡΓΟΫΠΗΚΟΟΥ» και ευρισκουμένης εν τω ιερώ Μοναστηρίω του Δοχειαρίου.
Εν τη ιστορία του ιερού Μοναστηρίου του Δοχειαρίου, ευρισκομένη εν τω Προσκυνηταρίω του Δοχειαρίου, τυπωθέντι εν Βουκουρεστίω τω 1843, λέγονται περί της αγίας ταύτης εικόνος τα ακόλουθα :
Τι δε και περί της αγίας Εικόνος της Κυρίας και Θαυματουργού ημών Θεοτόκου Γοργοϋπηκόου, είποι τις καν; Αύτη ως άλλη σελήνη πολύφωτος έλαμψεν εν τοις εσχάτοις τούτοις καιροίς εις το ιερόν τούτο Μοναστήριον, και ως άριστος Κυβερνήτης, και σοφός οικονόμος εξοικονομεί αυτό και διακυβερνά, ανεπηρέαστους από πάσαν προσβολήν και επήρειαν τους εν αυτώ ασκουμένους Οσίους Πατέρας συντηρούσα και διαφυλάττουσα, γοργώς δε και προθύμως υπακούσασα και ελεούσα αυτούς και πάντας τους εν αυτήν μετ’ ευλαβείας προσερχομένους ορθοδόξους Χριστιανούς εις πάσαν ικεσίαν αυτώ και παράκλησιν, ως κατ’ έλεος δια θαύματος εκφωνήσασα τούτο εις αυτούς εχαρίσατο έχει δε τούτο το θαύμα ως εξής :
Εδώ και έμπροσθεν της κοινής τραπέζης του Μοναστηρίου ήτον εζωγραφισμένη εις τον τοίχον μία Εικών της Θεοτόκου εξ αμνημονεύτων χρόνων. Οι σεβασμιώτεροι των Πατέρων όμως και γηραλεώτεροι θέλουσιν ότι ιστορήθη επί των ημερών του αγίου Νεοφύτου, κτίτορος της ιεράς ταύτης της Μονής, ως κατά παράδοσιν έχουσι και αυτοί από άλλους πρεσβύτας και γηραιούς Πατέρας, όπου είναι από τότε και έως την σήμερον χρόνοι οκτακόσιοι πεντήκοντα της οποίας εικόνος η μορφή και το εκτύπωμα δεν διεφθάρη, αλλ’ ούτε διελύθη τόσον, όσον απήτει η πολυχρονιότης και πολυκαιρία της χρονολογίας της και εκ τούτου γνωρίζεται, ότι παρά της Θείας προνοίας ήτον προωρισμένον να διαφυλαχθή χωρίς να φθαρή τόσους χρόνους, καιτοι εις συνήθη και μετρίαν τιμήν σεβόμενη δια να φανή εις τους εσχάτους καιρούς δεδοξασμένη, θαυματουργός και επίσημος, και μετά Θεόν του ιερού τούτου Μοναστηρίου προστάτις ένθερμος, και Κυβερνήτις υπέρμαχος, ως αυτή μόνη της τω τραπεζάρη εδήλωσεν, όταν κατ’ οικονομίαν εις αυτόν εθαυματούργησεν.
Έμπροσθεν λοιπόν αυτής της θαυματουργού Αγίας Εικόνος ήτον διάβασις, δι’ ης οι Πατέρες επήγαινον εις την τράπεζαν αλλ’ ο τραπεζάρης όμως συνεχέστερον διέβαινεν εκείθεν νύκτωρ και μεθ’ ημέραν, προς εκτέλεσιν των υπηρεσιών του, ως απήτει το διακόνημά του, και εν καιρώ της νυκτός δαδία αναμμένα έφερεν εις φαυσίν του.
Κατά δε το σωτήριον έτος από Χριστού χίλια εξακόσια εξήκοντα τέσσερα, διερχόμενος κατά την συνήθειάν του ο τότε τραπεζάρης Νείλος καλούμενος έμπροσθεν της Εικόνος με δαδία αναμμένα, ήκουσε τα εξής : «Άλλοτε να μη διέλθης εντεύθεν με δαδία καπνίζων την εμήν Εικόνα».
Αυτός δε μη συνιείς, ότι εκ της Εικόνος η τοιαύτη φωνή εξήλθεν, αλλ’ εξ ανθρώπου υπολαβών ότι των Αδελφών τις πειράζει αυτόν, δεν εννοιάσθη τελείως, αλλ’ εξηκολούθει την συνήθειάν του ημερών δε πολλών μη παρελθουσών, καθ’ ην ώραν η πρώτη φωνή ηκούσθη ήκουσε και αύθις φωνής ούτω προς αυτόν φθελξαμένης «ω Μοναχέ αμόναχε, έως πότε ανευλαβώς και ατίμως καπνίζεις την εμήν μορφήν;» και συν τη φωνή αορασία αυτόν επάταξεν ως δε η οφθαλμία τον δυστυχή κατέλαβε, τότε εμνήσθη της προλαβούσης φωνής, και εγνώρισεν ότι δικαίως έπαθεν, επειδή ου προσέσχεν εις την εντολήν της Κυρίας ημών Θεοτόκου, αλλ’ εξ απροσεξίας παρέβλεψε.
Πρωίας δε γενομένης εύρον οι αδελφοί αυτόν πρηνή επί το έδαφος της διαβάσεως έμπροσθεν της αγίας Εικόνος, μη δυνάμενον αυτούς ιδείν, τυφλός γαρ ην, παρ’ ου πληροφορηθέντες την αιτίαν, φόβος και τρόμος συνέλαβε πάντας, όθεν μετ’ ευλαβείας, πλέον εκείθεν διερχόμενοι, και κανδήλαν ακοίμητον κρεμάσαντες έμπροσθεν της αγίας Εικόνος και προσέταξαν τον νέον τραπεζάρην κατά πάσαν εσπέραν προσφέρειν θυμίαμα ο δε τυφλωθείς τραπεζάρης ουκ ηθέλησε μήτε εις τον οίκον του επελθείν, μήτε ανάπαυσιν παραμικράν εαυτώ δούναι, αλλ’ εν στασιδίω παρέμεινεν έμπροσθεν της αγίας εικόνος, νύκτωρ και μεθ’ ημέραν παρακαλών μετά δακρύων και οδυρμών την Υπεραγίαν Θεοτόκον να συγχωρήση, ως συμπαθεστάτη Μήτηρ του Θεού Λόγου, και μεσίτρια του ανθρωπίνου γένους, την εξ απροσεξίας αμαρτίαν του και εις σημείον της αφέσεώς του να χαρίση εις αυτόν το φως των οφθαλμών του, ίνα θεωρών την αγίαν αυτής εικόνα, δοξάζει και ανυμνή μετ’ ευχαριστίας το αυτής Θεοδόξαστον πρωτότυπον αλλ’ ουκ εψεύσθη όμως των χρηστών του ελπίδων, μήτε κατησχυμένος έμεινεν ύστερον από τόσας προσευχάς και οχετούς δακρύων, οπού έχυσε τόσον καιρόν έμπροσθεν της αγίας εικόνος.
Επειδή και η πηγή της ευσπλαχνίας και του ελέους, η ταχίστη αντίληψις και παραμυθία πάντων των θλιβομένων, η Κυρία ημών Θεοτόκος, κλίνασα το ους αυτής το φιλάνθρωπον υπήκουσεν ευμενώς των μετά συντετριμμένης καρδίας θερμών δεήσεων του δούλου της, εν μία των ημερών απεκάλυψε τα εξής προς αυτών, φωνήσασα ούτως εκ της Εικόνος και εκ τρίτου « ω Μοναχέ, εισηκούσθη η δέησίς σου προς με και έσο συγχωρημένος, και βλέπων ως και πρότερον ανάγγειλον δε και τοις λοιποίς ενασκουμένοις Πατράσι και συναδέλφοις σου, ότι εγώ είμαι η Μήτηρ του Θεού Λόγου, και μετά Θεόν της ιεράς ταύτης Μονής των Αρχαγγέλων σκέπη και βοήθεια και κραταιά προστασία, προνοουμένη υπέρ αυτής ως υπέρμαχος Κυβερνήτις και εις το εξής οι Μοναχοί ας καταφεύγουσι προς με δια κάθε κάθε τους ανάγκην, και γοργώς θέλω υπακούω αυτών και πάντων των μετ’ ευλαβείας καταφευγόντων εις εμέ ορθοδόξων Χριστιανών, ότι Γοργοϋπήκοος καλούμαι.
Ευθύς λοιπόν με την χαριτωμένην θείαν φωνήν αυτώ των χαρμόσυνων λόγων, ηνεώχθησαν οι οφθαλμοί του Μοναχού Τραπεζάρη, με τρόπον υπερφυσικόν και θαυμάσιον, ώστε οπού κρότον έδωκεν εις όλον το Αγιώνυμον Όρος, και πολλοί των Μοναχώ, δια να γένωσιν αυτόπται του γεγονότος εν ταις ημέραις αυτών τοιούτου τεραστίου θαύματος, απήρχοντο τότε εις την ιεράν αυτήν Μονήν από όλα τα μοναστήρια, και προσκυνούντες την Υπεραγίαν Θεοτόκον την Θαυματουργόν Γοργοϋπήκοον, έβλεπον και τον τυφλωθέντα και πάλιν ομματωθέντα Μοναχόν και εθαύμαζον, ο οποίος άμα οπού εφανέρωνεν εις τους Πατέρας του Μοναστηριού τούτου όσα η Θαυματουργός Γοργοϋπήκοος επρόσταζεν αυτόν δια να τους ειπή, άπαντες ομοθυμαδόν προσήλθον έμπροσθεν εις την θαυματουργόν Αγίαν Εικόνα της Γοργοϋπηκόου, και ευχαριστίαν προσενεγκόντες μετά παρακλήσεων, θυμιαμάτων και κηρών, την εις την τράπεζαν πλέον εκείθεν διάβασιν εμπόδισαν, και περιεσφάλισαν πάνυ σεβασμίως και αξιοπρεπώς το μέρος της αγίας Εικόνος, και επειδή προς δυσμάς βλέπει, και τόπος ευρύχωρος ουκ ήτον, πλαγίως εις τα δεξιά μέρη της θαυματουργού εικόνος ανήγειραν ευθύς ιερόν Ναόν περικαλή και θαυμάσιον επ’ ονόματι της Υπεραγίας Θεοτόκου της θαυματουργού Γοργοϋπηκόου, όπου ευρίσκεται διωρισμένος εις Ιερομόναχος, ο πλέον ευλαβέστερος των Πατέρων και δόκιμος, Προσμονάριος ονομαζόμενος, με το να προσμένη, και ευρίσκεται τον περισσότερον καιρόν εις το προσκυνητάριον της θαυματουργής Γοργοϋπηκόου, και ψάλλει καθ’ εσπέραν και πρωί παρακλήσεις έμπροσθεν της αγίος Εικόνος.
Εν τη εσπέρα εκάστης Τρίτης και Πέμπτης, άφευκτος μετά την απόλυσιν του εσπερινού, ποιεί ο Εφημέριος ευθύς ευλογητόν ένδον του μεγάλου και Καθολικού Ιερού Ναού, και εξέρχονται κατά τάξιν όλοι οι Πατέρες μετά παρατάξεως και παρουσίας πολλής, και απέρχονται έμπροσθεν της αγίας εικόνος της Θαυματουργού Γοργοϋπηκόου, όπου ψάλλεται κοινή παράκλησις μετά μέλους και κατανύξεως παρά διωρισμένων ψαλτών του Μοναστηριού, και μνημονεύει ο Εφημέριος πάντων των ευσεβών και ορθοδόξων Χριστιανών, προσδεόμενος και υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου ο δε Προσμονάριος, εφ’ ου τελειώση η κοινή παράκλησις, και ασπασθώσιν οι Πατέρες την θαυματουργόν αγίαν εικόνα της Γοργοϋπηκόου, επισαροί και πάνυ καλώς ευτρεπίζει το ιερόν παρεκκλήσιον της Γοργοϋπηκόου, όπου δις της εβδομάδος τελείται η θεία και ιερά λειτουργία, ομοίως και το Προσκυνητάριον και φροντίζει καθ’ εκάστην να ανάπτη τας κανδήλας, οπού κρέμανται έμπροσθεν της αγίας εικόνος της Γοργοϋπηκόου υπέρ τας είκοσι τον αριθμόν ούσας, όλας σε παρά των Χριστιανών αφιερωμένας δια θαυματουργίας, οπού κατά καιρούς ηξιώθησαν, εξ ων ακοίμητοι εισιν εξ, το δε έλαιον αυτών αποστέλλεται καθ’ έκαστον χρόνον από εξ ευλαβείς Χριστιανούς, οπού ελυτρώθησαν από θανασίμους κινδύνους, την βοήθειαν επικαλεσάμενοι της Υπεραγίας Θεοτόκου της Θαυματουργού Γοργοϋπηκόου όσας δε ιάσεις και εξαίσια θαύματα έκτοτε εποίησε, και ποιεί καθ’ εκάστην, να γραφούν είναι αδύνατον διότι ωσάν οπού ως άλλη κολυμβήθρα του Σιλωάμ ανεδείχθη θαυμασίος τυφλούς ωμμάτωσε, χωλούς ανώρθωσε, παραλύτους συνέσφιγξε, κατ’ εξοχήν τας στερεούσας μητέρας εποίησεν, εκ ναυαγίου κινδύνου πολλούς διεφύλαξεν, αιχμαλώτους ηλευθέρωσε, τας ακρίδας πολλάκις απεδίωξε και κατηφάνισε, και άλλας απείρους θαυματουργίας δια παντός εντέλει προς πάντας τους μετ’ ευλαβείας προς αυτήν καταφεύγοντας ορθοδόξους χριστιανούς οίτινες χαίροντες και αγαλλόμενοι κηρύττουσιν διαπρύσιοι τα μεγάλα και εξαίσια θαύματα εις πάσαν την υφήλιον, ως κήρυκες διαπρύσιοι, τα μεγάλα εξαίσια θαύματα, οπού γοργώς και ταχέως καθ’ ημέραν ελεούνται και ευσπλαχνίζονται παρά της Κυρίας ημών Θεοτόκου της θαυματουργού Γοργοϋπηκόου.
«Η ΠΛΑΤΥΤΕΡΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ»
ΥΠΟ ΙΩΑΝΝΟΥ Π. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ
ΑΘΗΝΑΙ 1971
www.imka.gr
Μόνη Εσφιγμένου αρχηκλώσσα σλαβοκουμουνίας! Αυτού Ζητωτές Παλαμά πρόδοσαν Ελληνισμό στον σλαβομονγολισμό με ανατολίτηκη δαιμονία ησυχασμο και έσφαξαν αριστοκρατία Θεσσαλονίκης να ιδρυσουν οβσηνα σλαβοκουμουνιάς! Εστησαν σπιούνο σφετεριστή Καντακουζινό με σλαβομονγολικά στρατεύματα, αξανοίγοντας θηρες δια τουρκοκρατία. Τοήνβης έδειξε ότι η Ζηλωτή φορολογία έπιεσε αγρότες Μικράς Ασίας να ασπασθούν τους Τούρκους.
ΑπάντησηΔιαγραφή