Η θαυματουργός εικόνα "Παναγίας της Κεράς"απο το χωριό Μονή του Δημου Ανατολικού Σελίνου

Η θαυματουργός εικόνα "Παναγίας της Κεράς"απο το χωριό Μονή του Δημου Ανατολικού Σελίνου

Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2012

ΤΟ ΚΑΚΟ ΕΙΝΑΙ ΑΙΩΝΙΟ Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΟ;

1 Του Αγίου Θεοφάνους του Εγκλείστου

Διαβάστε τί γράφει σχετικά το Ευαγγέλιο. Ο Κύριος θα έρθει στον κόσμο για δεύτερη φορά, άγνωστο πότε, ως κριτής πια και όχι ως λυτρωτής. Τότε θα μας κρίνει όλους κατά τα έργα μας. Και οι δίκαιοι θα πάνε στην αιώνια μακαριότητα, ενώ οι αμετανόητοι αμαρτωλοί στην αιώνια κόλαση. Έτσι το καλό θα θριαμβεύσει και το κακό θα τιμωρηθεί.

Εμείς, πάντως, δεν μπορούμε με το φτωχό μυαλό μας να συλλάβουμε τα μελλοντικά και αιώνια. Δεν υπάρχει λόγος, λοιπόν, να σκοτιζόμαστε γι’ αυτά, που τα γνωρίζει μόνο ο Κύριος των αιώνων. Ο αψευδής Θεός προλέγει αυθεντικά τί θα γίνει. Αυτό δεν φτάνει: Γιατί θέλουμε να ερευνήσουμε τα ανερεύνητα και να κατανοήσουμε τα ακατανόητα;

Μερικοί, βέβαια, θα  διαμαρτυρηθούν: Μα πώς είναι δυνατόν όσοι αμάρτησαν πρόσκαιρα να βασανίζονται αιώνια; Είναι, φαίνεται, πιο φιλάνθρωποι από τον ίδιο τον Κύριο, που έπαθε και πέθανε για τη σωτηρία των ανθρώπων.

Αν η ευαγγελική διδασκαλία για τον κολασμό των αμαρτωλών ήταν ανθρώπινη θεωρία, τότε η αντίρρηση και η διαμαρτυρία θα ήταν δικαιολογημένες. Αφού, όμως, πρόκειται για αποκαλυμμένη θεία αλήθεια και για αμετάκλητη απόφαση του Θεού, που σταυρώθηκε για τους αμαρτωλούς, οφείλουμε να την αποδεχθούμε με πίστη, ταπείνωση και υποταγή, όσο κι αν το μυαλουδάκι μας πεισματώνει.

Η προσωπική ελευθερία επιτρέπει σε κάθε λογικό και αυτεξούσιο ον να κάνει είτε το καλό είτε το κακό. Προβάλλει, όμως, το ερώτημα: Μπορεί αυτή η ελευθερία να ταυτιστεί τόσο απόλυτα και αποκλειστικά με το κακό, έτσι που σε καμιά περίπτωση και για κανένα λόγο να μην το αποχωρίζεται, μολονότι γνωρίζει ότι οδηγείται στην καταστροφή; Η απάντηση είναι καταφατική. Κλασικό το παράδειγμα του σατανά.

Αλλά μπορεί να σατανοποιηθεί η ανθρώπινη ελευθερία; Και βέβαια! Έχουμε τόσα και τόσα παραδείγματα αμετανόητων αμαρτωλών. Τί θα γίνει, λοιπόν, μ’ αυτούς που εκούσια σατανοποιήθηκαν; Στον παράδεισο, το βασίλειο του καλού Θεού, δεν έχουν θέση το κακό και η αμαρτία, επομένως ούτε οι κακοί και αμαρτωλοί. Καθώς, μάλιστα, αυτοί δεν θέλουν ν’ αλλάξουν, να μετανοήσουν και να γίνουν καλοί, τί απομένει; Ή να τους μεταβάλει ο Θεός ή να τους αφανίσει. Να τους μεταβάλει χωρίς τη θέληση τους δεν είναι δυνατόν, γιατί, αν το έκανε, θα παραβίαζε την ελευθερία τους. Μα και να τους αφανίσει αποκλείεται, αφού είναι δημιουργός, όχι εξολοθρευτής. Έτσι, λοιπόν, καταλήγουν στην αιώνια κόλαση, την οποία ουσιαστικά δημιουργούν οι ίδιοι με την αυτόβουλη και οριστική απομάκρυνσή τους από τον Κύριο.

Τελειώνω με την απόκριση που έδωσε ένας άγγελος στον Μέγα Αντώνιο, όταν ο όσιος είχε παρόμοιες απορίες: “Αντώνιε,” του είπε, “κοίτα τον εαυτό σου! Τα άλλα τα κανονίζει ο Θεός κατά την κρίση Του και δεν συμφέρει να τα μάθεις”.

Είναι στην εξουσία μας η απαλλαγή από το κακό;
Κάποιος άγιος ευχαριστούσε το Θεό για τη γέεννα! Και Τον ευχαριστούσε όχι γι’ άλλο λόγο, μα επειδή γνώριζε καλά πόσο μας ευεργέτησε ο Κύριος, αποκαλύπτοντάς μας όσα αφορούν τη γέεννα. Βέβαια, μολονότι γνωρίζουμε την ύπαρξή της, αδιαφορούμε και αμαρτάνουμε. Ωστόσο, όσο κι αν αμαρτάνουμε, ανησυχούμε και προβληματιζόμαστε κάπου-κάπου για τη μεταθανάτια κατάληξή μας. Φαντάζεστε τί θα γινόταν, αν δεν γνωρίζαμε για τη γέεννα;

Είναι στην εξουσία μας ν’ απαλλαγούμε από την αμαρτία, από το κακό; Ναι, είναι. Φτάνει να το θελήσετε. Αν το θελήσετε, θα το επιδιώξετε. Αν το επιδιώξετε, θα προσευχηθείτε. Αν προσευχηθείτε, θα λάβετε τη θεία βοήθεια. Και μ’ αυτήν όλα είναι δυνατά. Όταν, όμως, προσεύχεστε και ζητάτε ενδυνάμωση από το Χριστό, να το κάνετε όχι άτονα και ολιγόπιστα, αλλά δυνατά, εγκάρδια, με πίστη.

Η απόφαση θέλει περισυλλογή και προσευχή!
Ρώτησε  κάποιον: “Θέλεις να πας στον παράδεισο, στην ουράνια βασιλεία;”. Αμέσως θα σου απαντήσει, “Και βέβαια θέλω”. Αν, όμως, ύστερα του πεις: “Για να πας εκεί, πρέπει να κάνεις το και το”, θα τον δεις να μουδιάζει. Όλοι οι χριστιανοί θέλουν να πάνε στον παράδεισο, δεν θέλουν όμως όλοι ν’ αγωνιστούν για τον παράδεισο. Το λέω αυτό, γιατί δεν φτάνει να επιθυμείς τη σωτηρία. Για να εκπληρώσεις την επιθυμία σου, χρειάζεται αγώνας. Και για ν’ αρχίσεις τον αγώνα, χρειάζεται σιδερένια αποφασιστικότητα. Για να καταλάβεις καλύτερα τι θέλω να πω, θα σου εξηγήσω πως συνήθως οι επιθυμίες καταλήγουν σε αποφάσεις.

Σκεφτόμαστε και σχεδιάζουμε πολλά. Συχνά συμβαίνει να σκεφτόμαστε κάτι για λίγο και μετά να το ξεχνάμε. Γιατί το ξεχνάμε; Επειδή η καρδιά μας δεν είναι σ’ αυτό. Αν ήταν, θα μας άρεσε. Και ό,τι μας αρέσει, ό,τι αγαπάμε, ό,τι θεωρούμε πολύτιμο, το θυμόμαστε. Του δίνουμε, βλέπεις, την καρδιά μας. Όπως είπε ο Κύριος, «όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδιά σας» (Ματθ. 6:21). Για να εκτελέσουμε, ωστόσο, ένα έργο ή για ν’ αποκτήσουμε ένα πράγμα που μας αρέσει, φτάνει να του δώσουμε την καρδιά μας, φτάνει να το θαυμάσουμε και να το επιθυμήσουμε; Όχι.

Υπάρχουν πολλές επιθυμίες, που παραμένουν ανεκπλήρωτες από έλλειψη δυνάμεων ή ενεργητικότητας. Για να εκπληρωθεί μια επιθυμία, πρέπει να εξελιχθεί σε απόφαση και σταθερή επιδίωξη. Όταν η καρδιά πει· “Με κάθε τρόπο και κάθε θυσία θ’ αποκτήσω το τάδε πράγμα ή θα εκτελέσω το τάδε έργο”, ο άνθρωπος αρχίζει να καταστρώνει το σχέδιο για την εκπλήρωση της αποφάσεώς του. Εξετάζει τα μέσα, αναζητεί ευνοϊκές συνθήκες τόπου και χρόνου, παίρνει προληπτικά μέτρα για την υπέρβαση τυχόν εμποδίων και κάνει μια συνολική εκτίμηση της διαδικασίας που θ’ ακολουθήσει, για να πετύχει το σκοπό του. Μετά την κατάστρωσή του, τέλος, το σχέδιο πρέπει να τεθεί σε εφαρμογή. Πρέπει ν’ αρχίσει η δράση, η προσπάθεια, ο αγώνας. Ν’ αρχίσει και να συνεχιστεί ως το τέλος με σταθερότητα, υπομονή και επιμέλεια.

Η όλη διαδικασία, όπως τη διαγράφω, μοιάζει, θα έλεγα, με την προετοιμασία ενός ξυλοκοπτικού μη­χανήματος, πριν αυτό τεθεί σε λειτουργία: Ο ατμοκινητήρας είναι έτοιμος, η ξυλεία τοποθετημένη κάτω απ’ το πριόνι, το καθετί στη θέση του. Για ν’ αρχίσει η κοπή, δεν απομένει παρά να βάλουμε μπροστά το μηχάνημα, να το κινητοποιήσουμε. Αυτή η κινητοποίηση είναι το αποτέλεσμα όλης της προηγούμενης προετοιμασίας και απ’ αυτήν εξαρτάται η επόμενη κρίσιμη πράξη, το ξεκίνημα της προσπάθειας. Το ξεκίνημα είναι, πρέπει να σου πω, το πιο δύσκολο βήμα. Μέχρι τη λήψη της αποφάσεως, η διαδικασία είναι εσωτερική. Μετά τη λήψη της αποφάσεως, πρέπει να συνεχιστεί εξωτερικά, να εκφραστεί με έργα, να εκδηλωθεί με αγώνα. Κάνε το πρώτο βήμα, και η ίδια η κατάσταση, που έχει διαμορφωθεί μέσα σου, θα σε παρακινήσει να συνεχίσεις την προσπάθεια. Αυτό είναι όλο!

Καταλαβαίνεις τώρα τι χρειάζεται να κάνεις ακόμα, ώστε η επιθυμία σου για μια ζωή πνευματική να μεταμορφωθεί σε πράξη. Αν θέλεις να εκπληρωθεί ο πόθος σου, μετάλλαξέ τον σε απόφαση, σε μια απόφαση όχι βιαστική και επιπόλαιη, αλλά προσεκτική, μελετημένη, σταθερή, συνειδητή και, πάνω απ’ όλα, αμετάκλητη. Ύστερα στρώσου στη δουλειά, ρίξου στον αγώνα. Η απόφαση θέλει περισυλλογή και προσευχή· το ξεκίνημα, με τη σειρά του, θέλει αποφασιστικότητα και η πρόοδος θέλει αγωνιστικότητα, υπομονή και σταθερότητα.

Ο Κύριος να σε ευλογήσει, ώστε, με τη βοήθειά του, να τα πραγματοποιήσεις όλα αυτά.

(Αγ. Θεοφάνους του Εγκλείστου, «Ο δρόμος της ζωής» -επιλογές-, Ι.Μ.Παρακλήτου)
fdathanasiou.wordpress.com 

 www.agioritikovima.g

Σάββατο 15 Δεκεμβρίου 2012

Ιερομόναχος Νικόλαος Γρηγοριάτης

Κατά καιρούς στις σελίδες του περιοδικού μας καταχωρούμε αγιορείτικες μορφές που γεννήθηκαν στην Αρκαδία και πέρασαν τη ζωή τους σε κάποιο Μοναστήρι του Αγίου Όρους, προσευχόμενοι για την ψυχή τους και για τη σωτηρία του κόσμου.
Στο τεύχος του ΑΛΙΕΩΣ που κρατάτε στα χέρια σας αφιερώνομε μερικές σελίδες, εις τιμήν και μνήμην, στον αείμνηστο αγιορείτην Ιερομόναχον Νικόλαον Κάνταρον.
Γεννήθηκε στο χωριό Καπαρέλλι της επαρχίας Μαντινείας Αρκαδίας στις 10 Ιουνίου του 1911. Ήτο ο τέταρτος από τα δέκα παιδιά των ευσεβών γονέων του, Ευαγγέλου και Βασιλικής. Τα μεγάλα αδέλφια του επρόκοψαν στην Τρίπολι με την παρασκευή και πώλησι κυρίως γαλακτοκομικών προίόντων, τα οποία είναι γνωστά μέχρι σήμερα με την επωνυμία «Άφοι Κάνταρου». Ο μικρός Κωνσταντίνος επέδειξε ιδιαίτερη κλίσι στα γράμματα, γι’ αυτό στο Δημοτικό, το οποίο τελείωσε στο χωριό του, ήτο ο πρώτος μαθητής. Την ίδια επίδοσι είχε και στο Γυμνάσιο της Τεγέας. Όμως δεν προχώρησε για ανώτερες σπουδές, παρά τις συνεχείς συστάσεις του δασκάλου του Δουνούκου προς τον πατέρα του.
Κάποια φορά ήλθε στα χωριά της Τεγέας ενας αγιορείτης μοναχός, καταγόμενος από το χωριό Βουνό της Τεγέας. Ωνομαζόταν Αβέρκιος και κατοικούσε σε κάποιο Κελλί των Καρυών. Γνωρίσθηκαν με τον νεαρό τότε Κωνσταντίνο Κάνταρο και τον παρέλαβε μαζί του στο Άγιον Όρος το 1929, σε ηλικία 18 ετών, αφού του υποσχέθηκε ότι θα τον βοηθήση να σπουδάση στην Αθωνιάδα Σχολή. Αντί να βρεθή στα θρανία της Σχολής, βρέθηκε στα στασίδια μιας μικράς Καρυώτικης Μονής, όπου εκάρη μοναχός, λαμβάνοντας το όνομα Αβέρκιος. Το Μονύδριο αυτό ήτο το Κελλί των Αρχαγγέλων. Εκεί ανάμεσα σε μια μικρή συνοδία άρχισε τους μοναχικούς του αγώνες, διότι επίστευσε στα λόγια που του είπαν ότι ο μεγαλύτερος σκοπός του ανθρώπου είναι η σωτηρία της ψυχής του. Όμως ποτέ δεν ξέχασε την μυστική του επιθυμία για μόρφωσι και παιδεία.
Στο Κελλι αυτό ζούσαν μαζί έξι Αδελφοί με Γέροντα τον μοναχό Αβέρκιο. Οι υπόλοιποι ήσαν ο παπα-Γιώργης, ο παπα-Γαβριήλ, οι μοναχοί Νεόφυτος και Κοσμάς και τελευταίος ο ίδιος.
Παράλληλα με τα μοναχικά τους καθήκοντα, τα οποία επιτελούσαν με αυστηρότητα, ησχολούντο και με την γεωργία. Ο Γέροντας τους, μοναχός Αβέρκιος δέν υποχωρούσε στις διατάξεις των καθημερινών τους ακολουθιών και του προσωπικού τους κανόνος της προσευχής. Ιδιαίτερα την Μεγάλη Τεσσαρακοστή την περνούσαν, κατά την τάξιν, με αλάδωτο, πλην Σαββάτου και Κυριακής, άσχετα αν κάποιος από την συνοδία του ήτο άρρωστος, καχεκτικός ή αδύναμος. Δεν χωρούσε οικονομία. Γι’ αυτό και έλεγε στα Καλογέρια του. «Καλλίτερα να σας θάψω παρά να σας κολάσω καταπατώντας τις νηστείες της Εκκλησίας μας». Στην εποχή τους, 1935, ο κανόνας του μοναχού ήτο σε όλους σταθερός.Έπρεπε κάθε εικοσιτετράωρο να κάνη ο μοναχός 300 εδαφιαίες μετάνοιες και 12 κομποσχοίνια των 100 κόμπων.
Στο Κελλί των Αρχαγγέλων έμεινε μέχρι το 1940. Μετά έμεινε επτά χρόνια στο Κελλι της Αγίας Τριάδος Καρυών μαζί με τον μοναχό Κοσμά, καταγόμενον από το Παλιοχώρι Κυνουρίας, αυστηρόν και ενάρετο μοναχό, ο οποίος εκοιμήθη οσιακώς το 2000.
Κατόπιν, μετά από πολλούς πειρασμούς που είχε από παραδελφούς του, ανεχώρησε και για 3 χρόνια έμεινε στο Γρηγοριάτικο Κελλί, του Αγίου Νικολάου, που είναι στην περιοχή Κομμένους των Καρυών.
Όταν μπήκε στην Μονή Γρηγορίου το 1950, Γέροντας της Μονής ήτο ο αρχιμανδρίτης παπα Βησσαρίων. Καταγόταν από το Γεράκι της Σπάρτης, ωνομαζόταν Παναγιώτης Μίχας και ήλθε νέος να μονάση, αφού άφησε τις ιατρικές του σπουδές.
Μετά από δύο χρόνια ο μοναχός Αβέρκιος εκάρη μοναχός μεγαλόσχημος λαμβάνοντας το όνομα Νικόλαος. Εν συνεχεία χειροτονήθηκε διάκονος και ιερεύς στο Κελλίον του Αγίου Ανδρέου Νέας Σκήτης από τον εφησυχάζοντα τότε στο Όρος ασκητικό Επίσκοπο Μιλητουπόλεως Ιερόθεο, πρώην Μητροπολίτη Κορυτσάς.
Ο π. Βησσαρίων, συνήργησε και ο π. Νικόλαος έλαβε το αξίωμα του Προϊσταμένου, όπου εργάσθηκε επί 10 χρόνια. Παράλληλα εργαζόταν και σαν παρηγουμενιάρης. Κατόπιν παραιτήθηκε από το διοικητικό του αξίωμα, ένεκα διενέξεων με άλλον Προϊστάμενον και εργάσθηκε, κυρίως σαν Προσφοράρης και Βηματάρης ή ξεναγός στο μουσείο της Μονής. Καθήκοντα Εφημερίου επιτελούσε μέχρι το 1976, οπότε και οικειοθελώς παρητήθη, λόγω υπερκοπώσεως και ορίου ηλικίας. Μάλιστα έλεγε. Εγώ υπηρέτησα, ας υπηρετήσουν και οι νεώτεροι.
Αγαπούσε πολύ τις Ακολουθίες μέχρι την τελευταία ημέρα της ζωής του. Εάν τον έπαιρνε ο ύπνος στην εκκλησία, επέστρεφε κατόπιν στο κελλί του και διάβασε από το σημείο που αποκοιμήθηκε για να μη χάνη τα βαθειά νοήματα των τροπαρίων και ευχών.
Τα βράδυα, συχνά περίμενε τους δυο-τρεις γειτόνους αδελφούς του, να τον χαιρετίσουν. Μας ρωτούσε με την ερώτησι: «Πως πας;» Είχε την συνήθεια να εξομολογήται κάθε στενοχώρια του σχεδόν σ’ όλους τους αδελφούς, που θα του έδειχναν λίγο ενδιαφέρον και αγάπη.
Πριν αναχωρήσω μου φώναζε στ’ αυτιά μου δυνατά: Αύριο να με κτυπήσης… τ’ ακούς; Και εννοούσε να του κτυπήσω την πόρτα να κατέβη στην Ακολουθία. Αλλά δυστυχώς δέν τον εύρισκα μέσα. Σπανίως καθυστερούσε. Μάλλον μ’ αυτή την σπουδή του για τις Ακολουθίες εδίδασκε εμάς.
Είχε πολλά επιτραπέζια ωρολόγια. Άλλα ήταν κουρδιζόμενα και άλλα νεώτερα -ηλεκτρονικά. Τα κούρδιζε και τα τακτοποιούσε όλα, περίπου δέκα, ώστε να αρχίση να κτυπά το καθένα κάθε δέκα λεπτά, περίπου δυο ώρες πριν αρχίση η Ακολουθία… Για κάθε ασφάλειά του, μήπως και τον πάρη ο ύπνος, μετά από τόσα ξυπνητήρια, ειδοποιούσε και τον γείτονα αδελφό. Γι’ αυτό, τελικά, αυτός με ξυπνούσε και με παρακινούσε να ευρίσκομαι σαν κι αυτόν εγκαίρως στην εκκλησία. Από της πλευράς αυτής τον ευχαριστώ, διότι με βοήθησε να ξυπνώ ενωρίς…
Βγαίνοντας πάντοτε από το κελλί του για την εκκλησία, πρώτα ασπαζόταν την εικόνα των Προστατών της Μονής που την είχε στην πόρτα του κελλιού του. Μετά προσκυνούσε δεξιά στον τοίχο τον άγιο οσιομάρτυρα Γεδεών τον Καρακαλλινό, κατόπιν την Κυρία Θεοτόκο και τον άγιο Μηνά. Κατεβαίνοντας τις σκάλες, παρά την αιωνόβια γεροντική του ηλικία, κρατιόταν γερά από την κουπαστή και ψιθύριζε. Όσες εικόνες τώρα εύρισκε στην πορεία του μέχρι να κατέβη όλες τις σκάλες, τις ασπαζόταν ψιθυρίζοντας τα αιτήματα του. Πολλές φορές τον ακολουθούσα ν’ ακούσω τι έλεγε μπροστά στις εικόνες: Ιδού τι άκουγα περίπου: «Άγιοι Προστάτες μου, σας ευχαριστώ και σας ευγνωμονώ… Φροντίστε για την σωτηρία μου… Άγιοι Αρχάγγελοι μου, δεν σας εγκαταλείπω. Θά μείνω μαζί σας μέχρι τέλους. Αυτοί θέλουν να μου πάρουν το κελλί, αλλά εγώ από το Παρεκκλήσι σας δεν φεύγω. Άς με πάρουν να με θάψουν εδώ… Άγιε Μηνά μου, σ’ ευχαριστώ. Έχε τον νου σου και συ για την σωτηρία μου. Άγιε Μηνά μου, αύριο θα σε πανηγυρίσω με τα τροπάρια σου στο Παρεκκλήσι μας…».
Ιδιαίτερη χαρά είχε όταν έβλεπε ξένους τουρίστες ή προσκυνητές. Τους ανεγνώριζε από την ενδυμασία ή από το χρώμα του προσώπου τους ή από άλλα χαρακτηριστικά τους. Μετά την Ακολουθία τους πλησίαζε και, χωρίς να γνωρίζη κάποια γλώσσα, τους ώμιλούσε την δική του γλώσσα πάντα με διάχυτο το χαμόγελο του. Τους ρωτούσε: Ντζέρμαν, Ντζέρμαν…;Όρθοντοξ, προτεστάντ, Κατολίκ…; Μένα, μένα Νικόλα, εσένα, εσένα… Παύλο, Πέτρο… Πάπα νό όρτοντοξ, πάπα αιρετίκ… αιρετίκ… Εάν ήταν κάποιος από την Σερβία ή από την Ρουμανία, τους έλεγε: Σέρβο, Σέρβο καλό, καλό όρτοδοξ, όρτοδοξ. Ρουμάνο καλό. Μοναστήρι πολύ πολύ… (δηλ. πολλά μοναστήρια στην Ρουμανία).
Τις βράδυνες ώρες, εδιάβαζε πάντοτε το Απόδειπνο μόνος του μέσα στο Παρεκκλήσιο. Μερικές φορές καλούσε και τον γείτονα αδελφό. Στο τέλος της Ακολουθίας προσκυνούσε με ευλάβεια όλες τις εικόνες, όχι μόνο του τέμπλου, αλλά κι αυτές που είχε κρεμάσει γύρω-γύρω στους τοίχους του Παρεκκλησίου. Ιδιαίτερα τιμούσε τρεις Αγίους, τον Άγιο Μεγαλομάρτυρα Μηνά, τον Άγιο Νικηφόρο, τον Μάρτυρα της αγάπης, όπως τον έλεγε, και την αγία Θωμαΐδα για να τον απαλλάση από τυχόν αισχρούς λογισμούς, διότι, όπως μας έλεγε, αυτή η Αγία έλαβε από τον Θεό το χάρισμα να διώκη από τούς ανθρώπους τις άπρεπες σκέψεις και επιθυμίες.
Εάν έβλεπε κάτω στο δάπεδο μία λαδιά ή κάποιο σκουπιδάκι, αμέσως, χωρίς να καλέση τούς νεωτέρους Πατέρες, έπαιρνε μόνος του την σκούπα, το φαράσι, εσκούπιζε και μετά σφουγγάριζε. Το Παρεκκλήσιο ήτο πάντοτε πεντακάθαρο.
Δεν ήτο σπάταλος στα πράγματά του. Ακόμη και κουρέλια που χρησιμοποιούσε για να ξεσκονίζη, ή να σκουπίζη τυχόν λεκέδες, μετά την χρήσι τους, τα έπλενε και τα κρατούσε ή σε κάποιο ντουλάπι ή στο εσωτερικό μέρος των στασιδιών, που σκεπάζονται από το επάνω σανίδι του καθίσματος τους.
Δεν δέχθηκε ποτέ κανέναν από τούς νεωτέρους Πατέρες να του πλύνουν τα ρούχα, παρότι πολλές φορές τον παρεκάλεσαν και οι αδελφοί γηροκόμοι και οι γείτονες του πατέρες. Από το βράδυ τα έβαζε μέσα στο κρύο νερό με μπόλικη σκόνη και την άλλη ημέρα τα έπλενε και τα κρεμούσε στο μπαλκόνι του. Μας έλεγε. «Γι’ αυτό έγινα καλόγερος για να αυτοϋπηρετούμαι, όσο αντέχω». Του είπαμε να του βάζουμε τα ρούχα στο πλυντήριο, αλλά μας απαντούσε. «Ο Καλόγερος δεν έχει υποτακτικούς, παρά μόνο τον Χριστό, την Παναγία και τους Αγίους».
Όπως μας διαβεβαίωσε και ο σεβαστός μας Γέροντας π. Γεώργιος, ουδέποτε επήγε στον υπεύθυνο αδελφό να του ζητήση διάφορα ρούχα ή παπούτσια από την ιματιοθήκη. Πάντοτε μας έλεγε. Έχω άπ’ όλα. Ας λυώσω πρώτα αυτά και βλέπουμε. Διατηρούσε λοιπόν όλα τα ρούχα του. ‘Άν είχαν κου-ρελιασθη τα έραβε μόνος του και τα φορούσε. Όμως στην έκκλησία κατέβαινε πάντοτε με το καθαρό του ζωστικό, το σιδερωμένο ράσο και πάντα καθαρός. Τόν τελευταίο καιρό έπασχε από συχνοουρία και άλλαζε πολλές φορές την ημέρα και κατ’ ευθείαν τα βρεγμένα ρούχα του τα έβαζε στο κρύο νερό. Πολλές φορές μου έλεγε. «Έχε το νου σου, να μου λες, αν μυρίζω στην εκκλησία, να βγάζω τα ρούχα μου. Δέν θέλω οι πατέρες να αισθάνονται άσχημα εξ αιτίας μου μέσα στην εκκλησία».
Δέν τον είχα ειδεί ποτέ να πλύνη το κεφάλι του με ζεστό νερό, ούτε φυσικά και στα ρούχα χρησιμοποίησε ποτέ ζεστό νερό. Τους χειμώνες με τα κρύα και τα χιόνια κρατούσε το ίδιο τυπικό του σχετικά με τα πλυσίματα του.
Πολλές φορές του λέγαμε, παπά Νικόλα θα αρρωστήσης, πρόσεχε τον εαυτό σου. Και ‘κείνος μας απαντούσε. «Σώμα που νηστεύει, παρθενεύει, ασθενεί και δοξολογεί τον Θεό, ουδέποτε ο Θεός το εγκαταλείπει». Υπέμενε το κρύο και τον παγετό. Από το παράθυρο του κελλιού του, το οποίον έβλεπε ο ήλιος μόνο το απόγευμα, έμπαινε πολλή παγωνιά και τσουχτερό βορεινό κρύο, κι όμως ο παπά Νικόλαος έχοντας συνήθως το παράθυρο ανοικτό, ντυμένος με βαρειά χοντρόρουχα, καθόταν στην καρέκλα και διάβαζε με τις ωρες τις ατέλειωτες Ακολουθίες του. Δεν διάβαζε τις Ακολουθίες στις κατάλληλες ώρες της ημέρας. Έτσι, πολλές φορές τον ευρίσκαμε να διαβάζη το πρωί τον Εσπερινό της άλλης ημέρας, διότι την επομένη επρόκειτο να ταξιδεύση. Ώρες και Μεσώρια τα διάβαζε τις απογευματινές ώρες. Μετά το Απόδειπνο διάβαζε Κανόνες από την Παρακλητική, το Μηναίο ή το Πεντηκοστάριο, εάν συνέπιπτε η περίοδος αυτή. Εάν δεν καταλάβαινε κάποια λέξι, εφώναζε άλλους Πατέρες για να τους ρωτήση.
Κάθε ημέρα, πριν από τον Εσπερινό, εδιάβαζε Παρακλήσεις. Την Δευτέρα στους Αρχαγγέλους, την Τρίτη στον Τίμιο Πρόδρομο, την Τετάρτη στην Κυρία Θεοτόκο, την Πέμπτη στους Αγίους Αποστόλους και στον Άγιο Νικόλαο, την Παρασκευή στον Τίμιο Σταυρό και το Σάββατο στους Αγίους Μάρτυρας. Ακόμη εδιάβαζε και μία ενιαία Παράκλησι στους Αγίους, των οποίων είχε λάβει τα ονόματα, δηλαδή Κωνσταντίνος, Αβέρκιος και Νικόλαος, την οποία είχε συνθέσει με προτροπή του ένας αδελφός της Μονής μας. Όταν τον ενωχλούσαν άπρεποι λογισμοί άρχιζε την Παράκλησι της Αγίας Μάρτυρος Θωμαΐδος. Εάν έχανε κάποιο αντικείμενο άρχιζε την Παράκλησι του Αγίου Μηνά.
Ουδέποτε επήγε στην εκκλησία να κοινωνήση, χωρίς πρώτα να διάβαση την θεία Μετάληψι. Ενώ την Θεία Ευχαριστία την εδιάβαζε πάντα μόνος του μέσα στο εκκλησάκι του Οσίου Γρηγορίου με πολλή προσοχή και αφοσίωσι. Εάν του έφευγε ο νους, επέστρεφε πάλι πιο πάνω και επανελάμβανε δυνατά την φράσι για να την βάλη μέσα στο μυαλό του. Όταν τελείωνε και την τελευταία ευχή και την επεσφράγιζε με το: «Δι’ ευχών…» δεν κρατιόταν από την υπερβολική του ευγνωμοσύνη και ευχαριστία προς τον Κύριον και φιλούσε με κρότο την χάρτινη εικόνα Του, που την είχε κολλήσει με αυτοκόλλητη ταινία μέσα στο βιβλίο του. Κατόπιν φιλούσε πανηγυρικά και εξωτερικά το βιβλίο και έφευγε σιωπηλός και σκυφτός. Όταν επρόκειτο να κοινωνήση στο Παρεκκλησάκι του, των Αρχαγγέλων, στρεφόταν προς το μέρος των άλλων Πατέρων που εστέκοντο, τους έβαζε προσκυνητή μετάνοια, λέγοντας: «Ευλογείτε, άγιοι Πατέρες» και μετά έμπαινε μέσα να κοινωνήση. Φορούσε πρώτα το επιτραχήλι του, έλεγε δυνατά τις ευχές και έβγαινε έξω να αφοσιωθή στην ανάγνωσι της Θείας Ευχαριστίας.
Λόγω της πολλής του απλότητος δημιουργούσε σαν να ήταν μικρό παιδί μερικές φασαρίες με τις πολλές του μετακινήσεις. Όμως οι Πατέρες εχαίροντο γι’ αυτήν την παιδική του απλότητα και τον εκαμάρωναν. Ενίοτε οι Λειτουργοί Κληρικοί τον εμάλωναν φιλάδελφα να μη τους ενοχλή με το σούρτα-φέρτα μέσα στον ναΐσκο. Συμμορφωνόταν αμέσως και σιωπούσε, κρατώντας συνήθως το πηγούνι του με το δεξί του χέρι.
Κάποια φορά είχε φθάσει η Θεία Λειτουργία στην ανάγνωσι της Αποστολικής περικοπής. Ο παπά Νικόλαος στέκεται στο δικό του στασίδι κρατώντας το πηγούνι του και σκεπτικός… Δεν χρειάζεται να ανάψη καντήλια, κεριά για ζωντανούς και πεθαμένους… Δεν μπαινοβγαίνει στο ιερό διότι του το απαγορεύει ο λειτουργός Ιερεύς. Ξαφνικά, ενώ η ανάγνωσις του Αποστόλου συνεχίζεται, ο παπά Νικόλαος τρέχει και στέκεται με ύφος παρακλητικό μπροστά στην εικόνα του Ιησού του τέμπλου. Σηκώνει τα χέρια του ψηλά και του λέγει δυνατά: «Εξήντα τρία χρόνια στο Άγιον Όρος (1994) και τίποτε δέν έκαμα. Θερμά σε καθικετεύω, λυπήσου με, Κύριε…».
Μετά από κάθε Λειτουργία, συνήθως την Δευτέρα, προς τιμήν των Αρχαγγέλων, είχε έξω από το εκκλησάκι, στο τραπέζι τα κεράσματά του, κουλούρια, γλυκά, ενίοτε και ποτά για τούς Πατέρες. Άλλοτε κρατούσε τα σφραγισμένα ποτά, κυρίως χυμούς μέσα στην τσέπη του και, πριν φύγουν οι Πατέρες, τούς τα έδινε στο χέρια λέγοντάς τους και ένα θερμό ευχαριστώ για την Λειτουργία προς τιμήν των Αρχαγγέλων του. Τα κεράσματα αυτά τα προμηθευόταν από την προηγουμένη ημέρα από τον πολυαγαπητό του Ιερομόναχο π. Π. Κοντά του έννοιωθε σάν υποτακτικός του και του εκμυστειρευόταν όλα τα μυστικά του, τους λογισμούς του και τα νέα του.
Του άρεσε να καίνε τα καντήλια του Παρεκκλησίου σχεδόν όλο το εικοσιτετράωρο. Γι’ αυτό εφρόντιζε να μη του λείπουν τίποτε άπ’ όλα τα αναγκαία για την πλήρη λειτουργία του.
Τον ερωτούσαμε: «Θά σωθούμε, παπά Νικόλα;».
Και εκείνος μας απαντούσε: «Εγώ είμαι άξιος αιωνίου κολάσεως. Ημάρτησα ποικιλοτρόπως, έκαμα όμως την πρέπουσα μετάνοια; Αν σωθώ ελέω Θεού, πρεσβείαις της Υπερευλογημένης Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, της Πνευματικής μας Μητρός, των Αγίων Προστατών της Μονής μας, του Αγίου Νικολάου, του Οσίου Γρηγορίου, της Αγίας Αναστασίας της Ρωμαίας, των Αγίων Αρχαγγέλων και πάντων των Αγίων. Αμήν. Δεν φαντάζομαι να μ’ αφήσουν οι Αρχάγγελοι, τους οποίους υπηρετώ εδώ 53 χρόνια! Ό,τι θέλουν ας κάνουν…Έκανα ό,τι μπορούσα. Πριν από μένα υπηρετούσε τους Αρχαγγέλους ο Γερο-Γρηγοράκης, ο οποίος εκοιμήθη ανήμερα των Αγίων Αρχαγγέλων».
— Παπά Νικόλα, φοβάσαι τον θάνατο;
—Ναοι, τον φοβάμαι, διότι δεν ξέρω κατά πόσον μετενόησα και πως θα με δεχθή ο Θεός. Εγώ σ’ αυτή την ηλικία έχω λογισμούς απελπισίας… Πάντως ευχαριστώ τον Θεό και την Πνευματική μας Μητέρα, διότι με κράτησαν στο Άγιον Όρος. Μ’ εζήτησαν και στους Αγίους Τόπους, όπου προσκύνησα το 1977 με τον μακαριστό Γέρο Ευφραίμ, να υπηρετήσω εκεί τα Ιερά Προσκυνήματα. Τους είπα τα’ Άγιον Όρος είναι Άγιον Όρος και γύρισα πίσω. Με κάλεσαν στην πατρώα μου να με κάνουν ηγούμενο στις Βάρσες, στο μοναστήρι του Αγίου Νικολάου, Πνευματικό και Εφημέριο σε ενορία να παίρνω και μισθό, δεν δέχθηκα, διότι με απείλησε ο Γέρο Βησσαρίων ότι θα μου στείλη πίσω όχι μόνο το απολυτήριο, αλλά και την καθαίρεσι… και φοβήθηκα και γύρισα πίσω.
Είχε ακούσει για τα θαύματα που κάνει ο Αρχάγγελος Μιχαήλ ο Πανορμίτης, του οποίου μέγα Προσκύνημα είναι στο νησί Σύμη, πλησίον της Νήσου Ρόδου.
Η ευλάβεια των ευσεβών Χριστιανών μας προς τον μέγα Αρχάγγελο φθάνει μέχρι σημείου να του αποστέλλουν, μέσω θαλάσσης, σφραγισμένα κουτιά ή μπουκάλια με αφιερώματα, συνήθως κεριά και θυμιάματα, τα οποία και φθάνουν πλέοντας μετά από κάποιο διάστημα στο λιμάνι του νησιού, πλησίον του Προσκυνήματός του. Τότε και ο ίδιος έβαλε σ’ ένα κονσερβοκούτι θυμίαμα και τα ονόματα προς μνημόνευσι, το εσφράγισε με καλάϊ, το εκάρφωσε επάνω σε μια σανίδα, εχαράκωσε την διεύθυνσί του και μας εκάλεσε μερικούς αδελφούς να πάμε κοντά του.
«Ελάτε, μαζί μου να ταχυδρομήσουμε τα δώρα για τον Αρχάγγελο». Δεν ηξέραμε που μας πηγαίνει και τον ερωτήσαμε. «Παπά Νικόλα, που πάμε; Για να ταχυδρόμησης κάτι θα πας στο γραφείο της Μονής. «Το ξέρω, αλλά αυτά τα δώρα θα ταξιδεύσουν δια θαλάσσης».
Μη ημπορώντας να καταλάβουμε τι θα κάνη, τον ακολουθήσαμε. Φθάσαμε στην άκρη της προβλήτας του λιμανιού της Μονής μας και σταθήκαμε. Εκείνος έψαλλε το Απολυτίκιο των Αρχαγγέλων. Μετά επέταξε την σανίδα μέσα στο νερό και είπε: «Άγιε Αρχάγγελε, πάρε το δώρο σου και να μου γράψης, όταν φθάσουν τα δώρα μου στο Μοναστήρι σου». Αυτό έγινε το 1975, όταν εμείς η συντροφιά του, είχαμε έλθει σαν δόκιμοι στο Μοναστήρι. Μετά από ένα μήνα, μας ειδοποίησαν από την Καλλιάγρα, λιμάνι με εκκλησάκι των Αρχαγγέλων της Ιεράς Μονής Κουτλουμουσίου, πλησίον της Μονής των Ιβήρων και μας είπαν, οτι στο λιμάνι τους έφθασε μία σανίδα με καρφωμένο ένα κουτί και την διεύθυνσι του παπά Νικολάου. Ο Αρχάγγελος μετέφερε σε άλλο εκκλησάκι του το δώρο του παπά Νικόλα, το οποίον οι Πατέρες εκεί το χρησιμοποίησαν προς δόξα και τιμήν του Αρχαγγέλου.
Λίαν εκπληκτική ήτο η απλότης του και στην αλληλογραφία με τους κατά σάρκα συγγενείς του και τούς ολίγους γνωστούς του.
Ευρισκόμουν το 2002 στο ιεραποστολικό Κλιμάκιο Κολουέζι του Κογκό. Ο παπά Νικόλαος συχνά πυκνά να ερωτά τον Γραμματέα της Μονής μήπως ήλθε γράμμα από τον πατριώτη του, τον Δαμασκηνό. Με τηλεφώνησε ο Γραμματεύς ότι «πρέπει το ταχύτερον να γράψης γράμμα στον παπά Νικόλαο, διότι ανησυχεί για σένα, τον πατριώτη του». Του έστειλα γράμμα του παπά Νικολάου κι έλαβα σε λίγο διάστημα την επιστολή του. Επειδή είναι πολύ χαρακτηριστική, θα μου επιτρέψουν οι αγαπητοί αναγνώστες να την περιλάβω σ’ αυτήν την σύντομη βιογραφία του ολόκληρη:
«Μονή Γρηγορίου 12/ 7/ 2002
Λίαν αγαπητέ εν Χριστώ αδελφέ Δαμασκηνέ, χαίρε εν Κυρίω και υγίαινε κατ’ άμφω, ψυχή τε και σώματι. Έν Αφρική.
Αγαπητέ συμπολίτα Δαμασκηνέ,
Γνωρίζω υμίν διά της παρούσης μου ότι προ ημερών έλαβον τας υμετέρας επιστολάς και είδον εν αυταίς τα γεγραμμένα. Η Ιεραποστολή είναι θεάρεστον και καλόν έργον, αλλά θέλει προσοχή, διότι έχει πολλούς κινδύνους. Λοιπόν προσοχή και προσευχή…
Εγώ σας ενθυμούμαι πάντοτε εις τας πενιχράς μου προσευχάς και ελπίζω να ανταμώσωμεν πριν αποθάνω, διότι είμαι 90 ετών.
Η κατάστασις είναι ρευστή με πολλούς κινδύνους. Εδώ εις Άγιον Όρος έρχεται πολύς κόσμος. Βλέπομεν και ακούομεν πολλά…
Έχετε τα δέοντα του Γέροντος και των αδελφών. Αναμένω επιστολήν σας ανυπερθέτως.
Διατελώ μετ’ αγάπης Χριστού και ευχών πρός Κύριον υπέρ υμών.
Ελάχιστος εν Ιερομονάχοις και αμαρτωλός,
† Νικόλαος Ιερομόναχος Γρηγοριάτης (Κάνταρος).»
Ήτο εκ φύσεως άνθρωπος ισχυράς κράσεως και ασυνήθους μυϊκής δυνάμεως. Ενθυμούμαι, στα 70 χρόνια του άρπαζε το σακκί το τσιμέντο στην αγκαλιά του και το ανέβαζε στο μπαλκόνι του κελλιού του, τρεις ορόφους ψηλά, για να κάνη μερικές μαστοροδουλειές.
Στα πρώτα χρόνια, επειδή είμασταν ολίγοι μοναχοί και οι εργάτες δυσεύρετοι, εκάναμε όλες τις μαστορικές δουλειές: Κτίστες, υδραυλικοί, σοβατζήδες, ελαιοχρωματιστές κλπ. Είχαμε γίνει, κατά την παροιμία πολυτεχνίτες και ερημοσπίτες. Ο γράφων είχα δήθεν την ειδικότητα του κτίστου και του σοβατζή. Με κάλεσε μια ημέρα ο παπά Νικόλας να του κτίσω ένα κολονάκι και να το σοβατίσω. Τελείωσα την δουλειά μου, αλλά ήθελα, λόγω και της νεότητάς μου, να παίξω και λίγο με την απλότητα του παπά Νικόλα.
Εκείνος κατέβηκε να φέρη το λάστιχο για να πλύνουμε το μπαλκόνι. Εγώ πέφτω κάτω στο τσιμεντένιο δάπεδο του μπαλκονιού. Ρίχνω λάσπη με ασβέστι επάνω μου, δυο τρεις πέτρες στα πλευρά μου για να φανή ότι με σκότωσαν οι πέτρες. Ήλθε ο παπά Νικόλας.
—Σήκω απάνω, ρε…
—Μιλιά ο… «νεκρός».
—Με πλησιάζει ανήσυχος.
—Εε, Δαμασκηνέ.
Με κλωτσάει με το πόδι του.
Εγώ ατάραχος κι αμίλητος.
Ακούω να λέγει: Πάει…, πέθανε…. Ο νοσοκόμος. Φωνάξτε τον νοσοκόμο. Πάτερ Δημήτριεεεε!
Κατεβαίνει επί τροχάδην τις σκάλες. Ψάχνει για νοσοκόμους και γιατρούς. Έφθασαν στο μπαλκόνι λαχανιασμένοι, αλλά ο… νεκρός είχε αναστηθή και είχε εξαφανισθή.
Με το πάθημα του αυτό ο παπά Νικόλας απέδειξε πόσο θερμά και ειλικρινά μας αγαπούσε. Γι’ αυτό χαιρόταν να μας συντροφεύει. Χαιρόταν να πηγαίνουμε στο Κελλί του. Χαιρόταν να μιλά και να συζητά μαζί μας.

Πηγή: Αλιεύς, περιοδικό της Ιεράς Μητροπόλεως Μαντινείας και Κυνουρίας Τρίπολης, αριθμ. φ. 265, § Ιερομόναχος Νικόλαος Κάνταρος – Αδελφός της Ιεράς Μονής Γρηγορίου Αγίου Όρους, Ιανουάριος-Φεβρουάριος-Μάρτιος 2012

Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2012

Αν δέχεσαι τον άλλο θα δεις τότε στην καρδιά σου ειρήνη,χαρά,άπλα,άνεση,Θεό!



473983-NorweigenGreenRoofsΕπειδή είναι τόσο δύσκολο να αλλάξη το “χούγι” του ανθρώπου, αφού το αγαπάει, γι’ αυτό είναι φρόνιμο να μην θέλωμε να αλλάζωμε τους άλλους, τον εαυτό μας όμως να τον αλλάζωμε. Λόγου χάριν, θα δής ότι ο άλλος είναι τεμπλέλης.
Μη θέλης να αλλάξη. Θα διαπιστώσης οτι ο διπλανός σου είναι πολυλογάς. Δέξου τον όπως είναι. Τί μπορείς μόνον να κάνης;
Όταν δής τα παππούτσια του, κλείσε την πόρτα σου και μή μιλάς, ωστε να κτυπήση και να αναγκασθή να φύγη.
Ή, βλέπεις ότι ο άλλος είναι υβριστής· φωνάζει, νευριάζει. Όταν σε πλησιάσει, πές στον εαυτό σου : Τώρα θα έρθουν τα σύννεφα, οι βροντές, οι αστραπές · θα αρχίσουν οι φωνές, οι θυμοί. Να το περιμένης αυτό, και να μην θέλης να αλλάξη.
Να μή λές: Μα, καλόγηρος και να θυμώνη;
Διότι απο την ώρα εκείνη διακυβεύεται η δική σου ζωή.

Όπως, όταν αμαρτάνη ο άλλος τον δικαιολογούμε και λέμε οτι άνθρωπος είναι, το ίδιο να λέμε και για το “χούγι” των άλλων. Αλλά , όταν αμαρτάνωμε εμείς, να λέμε : Δεν μπορεί να αμαρτάνη ο άνθρωπος που γεννήθηκε απο το Πνεύμα το Άγιον διότι η αμαρτία είναι χωρισμός απο τον Θεόν. ‘Αλλα θα πούμε για τον εαυτό μας και άλλα για τους άλλους. Αποτυγχάνει καθημερινά, όταν θελήση να επιφέρη κάποια αλλαγή στον άλλον και ιδίως στην γνώμη του άλλου.
Γι’ αυτό, μόλις ο άλλος σου πή κάτι, εσύ όχι μόνο να το δεχθής, αλλά να βάλης και θαυμαστικά. Θα σου πή, επι παραδείγματι, πετάει ο γάιδαρος. Βεβαίως, πετάει ο γάιδαρος. Θα του πής, αφού κατάλαβες ότι αυτός πιστεύει οτι πετάει. Θα σου πή η γή είναι επίπεδος. Βεβαίως, επίπεδος είναι η γή, θα του πής, και ας ξεύρης εσύ ότι η γή είναι στρογγυλή. Θα σου πή, πρώτα έγινε η γή και την Τρίτη μέρα έγινε το φώς, όπως λέγει η Γραφή. Βεβαίως θα πείς, το λέει ο Μωυσής· δεν μπορεί να λέη ψέματα ο Μωυσής· και ας ξεύρης εσύ πρώτα οτι έγινε το φώς και μετά η γή. Δηλαδή δεχόμαστε οτιδήποτε λέει ο άλλος. Θα δής τότε μέσα στην καρδιά σου ειρήνη, χαρά, άπλα , άνεσιν, Θεόν.

Αρχιμ. Αιμιλιανού Σιμωνοπετρίτου

Πηγή:1myblog.pblogs.gr

 http://vatopaidi.wordpress.com/

Τρίτη 11 Δεκεμβρίου 2012

Γέρων Πορφύριος: «Δεν μου αρέσει να προφητεύω»


porfyrios3 Αρχιμ. Γεώργιος Καυσοκαλυβίτης*
Σε μια εποχή που όλο και περισσότερος κόσμος νιώθει την ανάγκη, εξαιτίας της βαθύτατης κρίσης που πλήττει την ανθρωπότητα, να ασχοληθεί με εσχατολογικά γεγονότα όπως αυτά περιγράφονται στην Αποκάλυψη του Αγίου  Ιωάννου του Θεολόγου αλλά και όπως με τη Χάρη του Θεού αποκαλύφθηκαν στους Προφήτες, στους Πατέρες της Εκκλησίας αλλά και σε σύγχρονους αγίους γέροντες όπως ο Γέρων Παΐσιος, πρέπει να σταθούμε ιδιαίτερα στη στάση του Γέροντα Πορφυρίου και να αποκωδικοποιήσουμε γιατί ένας τόσο μεγάλος Άγιος της εποχής μας, ενώ γνώριζε με ακρίβεια και λεπτομερέστατα για όλα όσα ζούμε και που έρχονται, εν τούτοις απέφευγε να μιλάει για αυτά.
Πρέπει να μας προβληματίσει ιδιαιτέρως γιατί ο γέροντας δεν μίλησε καθόλου για τα επερχόμενα, αλλά αποκάλυψε μόνο τα αναγκαίως απαραίτητα και σε συγκεκριμένους ανθρώπους.
Ο βασικός πυρήνας της σκέψης του Γέροντα Πορφυρίου ήταν ότι ο κόσμος είναι ανάγκη να εμπεδώσει και να καλλιεργήσει την αγάπη προς το δημιουργό του, όχι μέσα από το φόβο των μελλούμενων, αλλά μέσα από μια ανιδιοτελή σχέση, όπως ο στοργικός πατέρας προς το παιδί του.
Γιατί η ενότητα που ήταν η μεγαλύτερη παρακαταθήκη του Χριστού προς τους Αποστόλους, μπορεί να εξασφαλισθεί όταν το παιδί ενωθεί με τον πατέρα δια της αγάπης πρωτίστως και όχι δια του φόβου.
Ο Γέρων Πορφύριος παρομοίασε ευστόχως την εποχή που ζούμε όπως τα χρόνια λίγο πριν έλθει ο Χριστός.
Τι επικρατούσε τότε; Μια ρωμαϊκή «ειρήνη» στην εξουσία, η ειδωλολατρία, ένα ιερατείο αλλοτριωμένο από τα πάθη της εξουσίας, υποκριτικό χωρίς να ωφελεί αντιθέτως να απομακρύνει τον κόσμο από τον Θεό και τέλος υπήρχε μια μικρή μερίδα αγνών και αγαθών ανθρώπων.
Όλα αυτά περιγράφουν το σήμερα με λεπτομέρεια και η επανάληψη της ίδιας εποχής  προφανώς πρέπει να μας προβληματίσει εντόνως.
Πριν από τον Χριστό υπήρξαν προφητείες για τον ερχομό Του αλλά και προειδοποιήσεις για μετάνοια στο λαό του Θεού, όπως στην περίπτωση του Ιωνά και της Νινευή.
Ωστόσο αυτές οι προφητείες στάλθηκαν από τον Θεό για εκείνους τους λίγους αγνούς και αγαθούς ανθρώπου κάθε εποχής, όπως προανέφερα, γιατί είχαν την καλή προαίρεση να δεχθούν τα μηνύματα και να γνωρίζουν τι θα πράξουν.
Με αυτό το σκεπτικό ενεργούσε και ο Γέρων Πορφύριος καλώντας τους ανθρώπους να πλησιάσουν από αγάπη στον Χριστό και όχι από τον φόβο φοβερών γεγονότων.
Γνώριζε αλλά δεν έλεγε. Μιλούσε λακωνικά και κωδικοποιημένα και γνώριζε ότι υπήρχε στην εποχή του μεγάλο χάσμα στην πνευματικότητα των ανθρώπων του Αγίου Όρους με τον έξω κόσμο.
Για αυτό το λόγο είχε στείλει άνθρωπο να ειδοποιήσει τον Γέροντα Παΐσιο να πάψει πλέον να μιλάει για τον αντίχριστο, το χάραγμα, επικείμενους πολέμους κλπ.
Όχι γιατί ήταν λάθος αυτά που με Θεία φώτιση είχε πληροφορηθεί ο Γέρων Παΐσιος, αλλά γιατί τα πνευματικά μέτρα του κόσμου είναι σε τέτοια επίπεδα που ο φόβος δεν θα είχε κανένα ουσιαστικό  αποτέλεσμα και ήταν αναγκαία η προσέγγιση μόνο δια της αγάπης του Χριστού.
Διότι  αν άνθρωπος αγαπήσει τον Θεό, τότε ο Θεός όταν αλλάζουν οι άνθρωποι αλλάζει και Εκείνος την ιστορία. Το ίδιο έγινε και στην επικείμενη καταστροφή της Νινευή.
Ο ίδιος ο Γέροντας Πορφύριος τις τελευταίες ημέρες του τόνιζε την ηθική κατάπτωση και εξαθλίωση που έχουμε περιέλθει ως λαός και τόνιζε στα πνευματικά του τέκνα να βρουν τον στίχο της Παλαιάς Διαθήκης που λέει «ἱμάτιον ἔχεις, ἀρχηγὸς ἡμῶν γενοῦ».
Εκεί μας έλεγε ότι περιγράφεται η σημερινή κατάσταση ανάγλυφα. Ίδιες καταστάσεις του «παλαιού Ισραήλ» με τον «νέο Ισραήλ» και ίδια συμπτώματα.
Ο «παλαιός Ισραήλ» έχασε την ενότητα του με τον Θεό και ο «νέος Ισραήλ» έχασε αυτήν ακριβώς την πορεία ενότητας με τον Χριστό.
Αυτή ήταν και η μεγάλη λαχτάρα του Γέροντα και την υπηρέτησε κυριολεκτικώς μέχρι τελευταίας πνοής.
Η Αρχιερατική Προσευχή του Χριστού «Ίνα ώσιν εν» ήταν αυτή που υπηρέτησε ο Γέροντας όσο ζούσε και με αυτή κοιμήθηκε στα χείλη. Γιατί γνώριζε ότι η ανθρωπότητα διασφαλίζοντας την ενότητα με τον Χριστό δεν θα είχε ποτέ να φοβηθεί ούτε πολέμους, ούτε αντίχριστο.
Αντιθέτως σήμερα προσεγγίζουμε το κακό και εξετάζουμε τα επερχόμενα ως αναπόφευκτο κακό. Εκεί χάνουμε όλη την ουσία.
Οι πόλεμοι, οι επικείμενες συμφορές και γεγονότα είναι το ύστατο φάρμακο στην αποστασία του ανθρώπου και για αυτό ο Γέρων Πορφύριος έλεγε ότι: «Η Αποκάλυψη γράφτηκε για να μην γίνει».
Γιατί η Αποκάλυψη έχει ως σκοπό την προειδοποίηση και ο τρόπος να αποφευχθεί είναι μόνο αν υπηρετήσουμε την ενότητα που μας άφησε ο Χριστός ως παρακαταθήκη.
Αυτή είναι η θεραπευτική αγωγή στον ασθενή, γιατί αν η ασθένεια προχωρήσει, τα γεγονότα της Αποκάλυψης θα είναι ο ακρωτηριασμός που προκαλεί ο ιατρός όταν χτυπήσει η γάγγραινα.
Έλεγε ο Γέροντας: «Η εποχή μας είναι σαν την εποχή του Χριστού. Και τότε ο κόσμος είχε φθάσει σε μία αθλία κατάσταση. Ο Θεός, όμως μας λυπήθηκε. Και τώρα δεν πρέπει ν' απελπιζόμαστε. Βλέπω μέσα από τη συμφορά να εμφανίζεται κάποιος πολύ σπουδαίος άνθρωπος του Θεού, ο οποίος θα συνεγείρει και θα ενώσει τον κόσμο προς το καλό»
Είναι από τις ελάχιστες φορές που ο γέροντας μίλησε για αυτά που ζούμε και που έρχονται. Τόνιζε ότι αλλάζει η δικαιοσύνη του Θεού και  ότι η κατάστασή μας είναι αθλία.
Έβλεπε όμως το έλεος Του Θεού για μία ακόμη φορά να επισκέπτεται την ανθρωπότητα. Το ίδιο έλεγε και ο Γέρων Παΐσιος όταν επισκέπτες τον πλησίαζαν με έκδηλη αγωνία για τα επερχόμενα και όταν τον ρωτούσαν πότε θα έρθει η οργή του Θεού. Εκείνος έλεγε ότι «Θα πρέπει να ζητούμε να έρθει το έλεός Του και όχι η οργή Του».
Αυτό έχει ανάγκη η ανθρωπότητα και έτσι πρέπει να προσεγγίζει αυτά που είπαν οι Άγιοί μας. Αυτά που προφητεύθηκαν για τις μέρες μας, αφορούν εκείνους τους λίγους, που όπως προ Χριστού, έχουν την προαίρεση να υπηρετήσουν την εν Χριστώ ενότητα.
Οι φυλλάδες, ο ξένος τύπος, κανάλια και ηλεκτρονικά ΜΜΕ, ασχολούνται συστηματικά με το  τι είπε ο Γέρων Παΐσιος και άλλοι σύγχρονοι γέροντες. Δεν γνωρίζω αν το κάνουν για λόγους διαφημιστικούς, εμπορικούς κλπ. Πρέπει όμως να προβληματιστούμε. Να προβληματιστούμε για να αναζητήσουμε την ουσία μέσα σε όλα αυτά.
Το 2009 επισκεπτόμενοι την Ρωσία, μέσα στα πλαίσια  της προσπάθειας έκδοσης των επιστολών του πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδος Ιωάννη Καποδίστρια, συναντηθήκαμε με υψηλόβαθμο στέλεχος της Κυβέρνησης της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Με έκπληξη άκουσα μια ερώτηση που σχετίζεται με όλα τα παραπάνω.
Με ρώτησε :
- Γέροντα Γεώργιε, οι πατέρες στο Άγιον Όρος λένε ότι θα γίνει πόλεμος Ρωσίας Τουρκίας για την Κωνσταντινούπολη. Εσείς τι λέτε για αυτό ;
Του απάντησα δίχως να το σκεφτώ, όπως πιστεύω θα απαντούσε και ο Γέρων Πορφύριος.
- Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, που είναι ένας μεγάλος Άγιος της Ορθοδοξίας είπε: "Θα προσπαθούν να το λύσουν με την πέννα, μα δεν θα μπορούν. 99  φορές με τον πόλεμο και μια με την πέννα". «Πάντως εμείς, είμαστε με την πέννα», συμπλήρωσα.
Οι Έλληνες πιστεύω ότι είχαν την ευλογία να τους στείλει ο Θεός μια αποκαλυπτική προσωπικότητα όπως ο Γέρων Πορφύριος για να μας δείξει τον τρόπο και τον δρόμο για να αποφύγουμε συμφορές και δυσκολίες.
Εναπόκειται σε εμάς πως θα διαχειριστούμε την παρακαταθήκη που μας άφησε και να μην περιμένουμε το πλοίο να συγκρουστεί με το παγόβουνο.
Αν ενεργούμε ο καθένας από μόνος του και ξεκομμένοι από τον Χριστό, είναι σίγουρο τότε ότι θα πούμε αυτό που είπε ο άγιος γέροντας: «Μπορεί όμως, με το σχέδιο τού Θεού, να έρθει, να έρθει ώστε οι άνθρωποι ν' αποκτήσουν μία επίγνωση, να ιδούνε το χάος ολοζώντανο μπροστά τους, να πούνε: Έ! Πέφτουμε στο χάος, χανόμαστε. Όλοι πίσω, όλοι πίσω, γυρίστε πίσω, πλανηθήκαμε. Και να έρθουνε πάλι στο δρόμο τού Θεού και να λάμψει η Ορθόδοξος πίστις».
Οι τελευταίες ημέρες του Γέροντα Πορφυρίου ήταν και οι πλέον αποκαλυπτικές για τα πνευματικά του παιδιά αλλά και για όλη την ανθρωπότητα. Ο γέροντας μας μάζεψε στο κελί του στα Καυσοκαλύβια και μας είπε: «Δεν μου αρέσει να προφητεύω αλλά θα σας πω μια προφητεία.»
Ο Γέροντας μας μίλησε για το τι θα συμβεί στην  Ελλάδα και ποιο είναι το μέλλον της. Ήταν αποκαλυπτικός για το μέλλον της Ελλάδας. Όλα αυτά πλέον άρχισαν να πραγματοποιούνται. Σήμερα ζούμε όλα όσα μας είπε και που άρχισαν να πραγματοποιούνται με ακρίβεια.
Η μεγαλύτερη αποκάλυψη του Θεού ήταν  το τελευταίο βράδυ της ζωής του, όταν για μισή ώρα περίπου προσευχόταν με την αρχιερατική προσευχή του Ιησού «Ίνα ώσιν εν».
Το ίδιο το Άγιο Πνεύμα προσευχόταν μέσω του Γέροντα Πορφυρίου για την εν Χριστώ ενότητα όλων των Χριστιανών αλλά και όλων των ανθρώπων της γης, για να μην έρθουν τα δεινά της αποκαλύψεως.
Αυτή η προσευχή είναι και η μεγαλύτερη παρακαταθήκη του Χριστού στο ανθρώπινο γένος. Το να γίνει πράξη η ενότητα της ανθρωπότητας με τον Θεό.  
Αυτή η παρακαταθήκη σήμερα 21 χρόνια μετά την κοίμηση του Γέροντα Πορφυρίου παραμένει ζωντανή και αποτυπωμένη σε μια εικόνα. Την Παναγία «»Ίνα ώσιν εν» την Πατριώτισσα, μια εικόνα προφητική και εσχατολογική, που πλέον γνωρίζει όλη η Χριστιανοσύνη.
Αυτή την παρακαταθήκη την υπηρετούμε μέχρι σήμερα τα παιδιά του και ελπίζουμε σε αυτήν.

Υσ: Στις 2 Δεκεμβρίου ήταν η ημέρα κοίμησης του Γέροντα Πορφυρίου. Αφιερώνουμε αυτό το άρθρο εις τη μνήμη του και να εύχεται από τους ουρανούς  για αυτή την εν Χριστώ ενότητα, για τη σωτηρία όλου του κόσμου.

* Ιερομόναχος π.Γεώργιος Καυσοκαλυβίτης
Ιερά Καλύβη Ζωοδόχου Πηγής, Ιερά Σκήτη Αγίας Τριάδος Καυσοκαλυβίων Αγίου Όρους


www.romfea.gr

Κυριακή 9 Δεκεμβρίου 2012

Η καρδιά και ο Θεός.

(Αγ. Θεοφάνους του Εγκλείστου)


ag-theofanis-eglistos-b
Ο Θεός βρίσκεται παντού. Και σαν βρει καρδιά που δεν Του εναντιώνεται, καρδιά ταπεινή, μπαίνει μέσα της και τη γεμίζει χαρά. Τόση είναι η χαρά της καρδιάς που έχει μέσα της το Θεό, ώστε κολλάει πάνω Του και δεν θέλει ποτέ να Τον αποχωριστεί. Σε καρδιά φουσκωμένη από εγωισμό δεν πλησιάζει ο Κύριος. Κι έτσι αυτή καταθλίβεται, μαραζώνει και σιγολιώνει, βυθισμένη στην άγνοια, τη λύπη και το σκοτάδι. Όσο αμαρτωλοί κι αν είμαστε, μόλις στραφούμε με μετάνοια και πόθο προς τον Κύριο, η θύρα της καρδιάς μας ανοίγει σ’ Εκείνον. Η εσωτερική ακαθαρσία ξεχύνεται έξω, για να παραχωρήσει τη θέση της στην καθαρότητα, την αρετή, τον ίδιο το Σωτήρα, τον μεγάλο Επισκέπτη της ψυχής, τον κομιστή της χαράς, του φωτός, του ελέους. Θείο δώρο είναι αυτή η ευλογημένη κατάσταση, όχι δικό μας κατόρθωμα. Και αφού είναι δώρο, πρέπει να ευχαριστούμε το δωρητή με ταπείνωση. Ταπείνωση! Η βάση κάθε αρετής και η προϋπόθεση της πνευματικής καρποφορίας! Έχετε ταπείνωση; Έχετε το Θεό. Τα έχετε όλα! Δεν έχετε ταπείνωση; Τα χάνετε όλα! Να συντηρείτε, λοιπόν, στην καρδιά σας το αίσθημα της ταπεινοφροσύνη ς. Η φυσική και ομαλή σχέση μας με το Θεό προϋποθέτει καρδιά έμπονη, συντριμμένη και ολοκληρωτικά αφοσιωμένη σ’ Αυτόν, καρδιά που μυστικά αναφωνεί κάθε στιγμή: “Κύριε, εσύ τα γνωρίζεις όλα· σώσε με!”. Αν παραδοθούμε στα χέρια Του, η σοφή και άγια βουλή Του θα κάνει μ’ εμάς και σ’ εμάς ό,τι είναι πρόσφορο για τη σωτηρία μας… Το έργο της αδιάλειπτης προσευχής δεν είναι μόνο για τους ησυχαστές, αλλά για όλους τους χριστιανούς, στους οποίους ο Κύριος, μέσω του αγίου αποστόλου, παραγγέλλει: «Αδιαλείπτως προσεύχεσθε». Υπάρχουν διάφορες βαθμίδες προσευχής μέχρι την αδιάλειπτη. Όλες είναι έργο του Θεού, που παρακολουθεί τις καρδιές των ανθρώπων εξίσου, ανεξάρτητα από την ιδιότητα τους ως μοναχών ή κοσμικών. Και όταν μια καρδιά, όποια κι αν είναι, στρέφεται σ’ Αυτόν, την πλησιάζει με αγάπη και ενώνεται μαζί της.
Πώς διατηρείται στην καρδιά ο φόβος του Θεού. Ο φόβος του Θεού είναι γέννημα της πίστεως και προϋπόθεση της πνευματικής προκοπής. Όταν εγκατασταθεί στην καρδιά, σαν τον καλό νοικοκύρη τα ταχτοποιεί όλα. Έχουμε φόβο Θεού; Αν ναι, ας ευχαριστήσουμε τον Κύριο, που μας τον έδωσε, και ας τον φυλάξουμε σαν πολύτιμο θησαυρό. Αν, όμως, δεν τον έχουμε, ας κάνουμε ό,τι μπορούμε για να τον αποκτήσουμε, γνωρίζοντας ότι για την έλλειψή του ευθύνονται η απροσεξία και η αμέλειά μας. Από το φόβο του Θεού γεννιέται η μετάνοια, η συντριβή, το πένθος για τις αμαρτίες. Μακάρι το αίσθημα αυτό, ο πρόδρομος της σωτηρίας, να μην απομακρύνεται ποτέ από την καρδιά! Για να διατηρηθεί μέσα μας ο φόβος του Θεού, πρέπει να κρατάμε αδιάλειπτη τη μνήμη του θανάτου και της Κρίσεως, ενωμένη με τη συναίσθηση της παρουσίας του Κυρίου: Ο Θεός είναι πάντα κοντά μας και μέσα μας, βλέποντας, ακούοντας και γνωρίζοντας τα πάντα, ακόμα και τους πιο κρυφούς λογισμούς μας. Όταν αυτή η τριάδα -φόβος Θεού, μνήμη θανάτου, συναίσθηση θείας παρουσίας- εγκατασταθεί μέσα μας, τότε η προσευχή ξεχύνεται από την καρδιά αυθόρμητα· τότε η ελπίδα της σωτηρίας γίνεται στερεή. Το φόβο του Θεού τίποτα δεν τον διατηρεί τόσο, όσο η μνήμη της φοβερής Κρίσεως. Η μνήμη, όμως, αυτή δεν πρέπει να μας δημιουργεί αθυμία, αλλά να μας εμπνέει αγωνιστικότητα και μετάνοια. Ας προσπαθούμε να μένουμε αμόλυντοι από το ρύπο της αμαρτίας. Κι αν κάποτε-κάποτε αμαρτάνουμε, ας καθαριζόμαστε με την Εξομολόγηση. Έτσι, ελπίζοντας πάντα στο έλεος του Θεού, δεν θα λιποψυχούμε. Ο Κριτής μας, άλλωστε, είναι σπλαχνικός και φιλάνθρωπος. Δεν ψάχνει να βρει κάτι για να μας καταδικάσει. Απεναντίας, ψάχνει κάτι, το παραμικρό, για να μας δικαιώσει. Θεός και συνείδηση. Αν εγκάρδια αποφασίσετε να υπακούετε πάντοτε στον Κύριο και μ’ ολόκληρη την πολιτεία σας να ευαρεστείτε Εκείνον μόνο, κι αν ύστερα, σε κάθε αδιέξοδο και κάθε ανάγκη σας, στρέφεστε με πίστη και αφοσίωση πάλι σ’ Εκείνον μόνο, τότε να είστε βέβαιος ότι όλα στη ζωή σας, τόσο την πνευματική όσο και την εγκόσμια, θα εξελίσσονται με επιτυχία. Είναι μεγάλο πράγμα να συνειδητοποιήσει κανείς ότι χωρίς το Θεό τίποτα δεν μπορεί να κάνει και, αφού το συνειδητοποιήσει, να καταφεύγει με εμπιστοσύνη στη βοήθειά Του.
Εκείνον μόνο, κι αν υστέρα, σε κάθε αδιέξοδο και κάθε ανάγκη σας, στρέφεστε με πίστη και αφοσίωση πάλι σ’ Εκείνον μόνο, τότε να είστε βέβαιος ότι όλα στη ζωή σας, τόσο την πνευματική όσο και την εγκόσμια, θα εξελίσσονται με επιτυχία. Είναι μεγάλο πράγμα να συνειδητοποιήσει κανείς ότι χωρίς το Θεό τίποτα δεν μπορεί να κάνει και, αφού το συνειδητοποιήσει, να καταφεύγει με εμπιστοσύνη στη βοήθειά Του. Η συνείδηση πρέπει να κατευθύνει σωστά τη ψυχή και να την πληροφορεί αλάθητα για το αγαθό σε κάθε περίσταση. Αυτό, όμως, δεν μπορεί να το κάνει, αν δεν είναι καθαρή και φωτισμένη. Ας την καθαρίσουμε, λοιπόν, με την άσκηση και την τήρηση των εντολών του Κυρίου, που απαλλάσσουν την καρδιά από τα πάθη, και ας τη φωτίσουμε με το θείο φως, μελετώντας το Ευαγγέλιο. Από κει θα αντλήσουμε τους σοφούς κανόνες, με τους οποίους θα χειραγωγήσουμε τη συνείδησή μας στο άγιο θέλημα του Θεού.

(Αγ. Θεοφάνους του Εγκλείστου, «Ο δρόμος της ζωής» -
επιλογές-, Ι.Μ.Παρακλήτου)

Πηγή: fdathanasiou.wordpress.com

http://vatopaidi.wordpress.com

Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου 2012

Οἱ ὀκτὼ πειρασμοὶ μοναχῶν καὶ λαϊκῶν


Cleopa Ilie (Archimandrite and Abbot of the Sihastria Monastery)

 


Πατέρες καὶ ἀδελφοί,


Ὁ μοναχὸς καὶ ὁ ἀγωνιστὴς χριστιανὸς εἶναι πνευματικοὶ μαχητὲς σὲ κάθε στιγμὴ τῆς ζωῆς τους ἀπὸ τὴν γέννηση μέχρι τὸν θάνατό τους. Εἶναι ὅμως ἀνάγκη νὰ γνωρίζουμε τὴν τέχνη αὐτοῦ τοῦ ἀοράτου πολέμου καὶ ἀπὸ ποῖα μέρη ἔρχεται ἐναντίον μας ὁ νοητὸς ἐχθρός.


Ὁ ἅγιος Μελέτιος ὁ Ὁμολογητὴς μᾶς λέγει ὅτι ὁ πειρασμὸς ἔρχεται ἀπὸ ἕξι σημεῖα ἐναντίον μας, ἐνῶ ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης γράφει ἀπὸ ὀκτώ, δηλ. ἀπὸ ἐπάνω καὶ ἀπὸ κάτω, ἀπὸ δεξιὰ καὶ ἀριστερά, ἀπὸ ἐμπρὸς καὶ πίσω καὶ ἀπὸ μέσα καὶ ἔξω.


Στὴν συνέχεια θὰ ὁμιλήσουμε ἐκτενέστερα γιὰ τὸν πολυμερῆ αὐτὸν πόλεμο τοῦ διαβόλου μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Πανάγαθου Θεοῦ.




1. Ὁ ἀπὸ ἐπάνω πειρασμός:


Εἶναι δύο εἰδῶν: Τὸ πρῶτο συμβαίνει ὅταν ἀρχίζουμε νὰ κάνουμε μία ἀδιάκριτη καὶ ἀπερίσκεπτη ἄσκηση ποὺ ὑπερβαίνει τὶς δυνάμεις μας, ὅπως ἐπὶ παραδείγματι: ὑπερβολικὴ νηστεία, συνεχῆ ἀγρυπνία, πολλὲς μετάνοιες, καὶ ἄλλες ὑπερβολικὲς ἀσκήσεις. Αὐτὴ ἡ ἄσκηση ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα νὰ ἀδυνατίζει τὸ σῶμα μας καὶ νὰ ἀδυνατοῦμε νὰ ἐργασθοῦμε τὶς ἀρετὲς τοῦ Χριστοῦ. Συγχρόνως ταράζεται ὁ νοῦς μας γιατί δὲν ἀναπαύεται σ’ αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὶς ἀσκήσεις. Τὸ δεύτερο εἶδος πειρασμοῦ συμβαίνει ὅταν ἐρευνοῦμε τὴν Ἁγία Γραφὴ χωρὶς νὰ διαθέτουμε τὴν ἀνάλογη πνευματικὴ ἡλικία καὶ κατάσταση μὲ ἀποτέλεσμα, ἐὰν κάποιος δὲν εὑρεθεῖ νὰ μᾶς χαλιναγωγήσει, θὰ φθάσουμε στὴν τρέλλα, τὴν αἵρεση καὶ τὴν βλασφημία τοῦ Θεοῦ.


Ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι ἡ ἀπύθμενη θάλασσα τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπ’ αὐτὸ τὸ νερὸ ἐμεῖς πρέπει νὰ βγάλουμε ὅσο εἶναι δυνατὸν καὶ ἀπαραίτητο γιὰ νὰ ἀνακουφισθοῦμε ἀπὸ τὴν πνευματική μας δίψα. Ἀπ’ αὐτὸ τὸ νερὸ ὁ ἄνθρωπος βγάζει μὲ τὸν κουβὰ καὶ ἀπ’ αὐτὸν στὴν κανάτα καὶ ἀπὸ ἐκεῖ παίρνει μὲ ἕνα ποτήρι νὰ δροσισθεῖ καὶ δὲν προσπαθεῖ μὲ μία φορὰ νὰ βγάλει τὸ νερὸ τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ ἔξω, διότι δὲν ἔχει τὰ κατάλληλα ἐργαλεῖα καὶ ὑπάρχει βεβαίως ὁ φόβος νὰ πνιγεῖ. Ἔτσι πνίγηκαν πολλοὶ ἐρευνητὲς τῶν Γραφῶν λόγω τῆς ὑπερηφάνειάς των καὶ ἔγιναν ἀρχηγοὶ αἱρέσεων καὶ ὁδήγησαν μαζὶ μὲ τοὺς ἑαυτοὺς των χιλιάδες ψυχὲς στὸν Ἅδη.




2. Ὁ ἀπὸ κάτω πειρασμός:


Ἀπὸ κάτω ἔρχεται ὁ πειρασμὸς καὶ μᾶς πειράζει μὲ τὴν ἀκηδία καὶ ὀκνηρία γιὰ τὴν ἐπιτέλεση τῶν ἔργων τῆς ἀρετῆς καὶ τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ἕνα παράδειγμα: Ὅταν κάποιος εἶναι δυνατὸς καὶ ὑγιὴς στὸ σῶμα καὶ ἐκ προθέσεως ἀποφεύγει τὶς δουλειὲς ἢ τὰ διακονήματα τῆς Μονῆς, τὰ ὁποῖα εἶναι ἀνάλογα τῶν δυνάμεών του. Ἢ ἕνας λαϊκός, ὁ ὁποῖος δὲν θέλει νὰ κοπιάσει γιὰ τὰ ἔργα τῶν ἀρετῶν, τὴν νηστεία, τὴν ἀγρυπνία, τὴν ὑπηρεσία καὶ βοήθεια τοῦ πλησίον, τὴν προσευχὴ κ.λ.π. Μὲ τὴν ἀδιαφορία ἢ ὀκνηρία μας αὐτὴ στεροῦμε ἀπὸ τὴν ψυχή μας τὸν μισθὸ τῶν πνευματικῶν ἔργων, ἐπειδὴ δὲν κοπιάζουμε στὴν ἐφαρμογὴ τῶν θείων ἐντολῶν. Καθένας ἀπὸ ἐμᾶς λοιπόν, ἔχουμε καθῆκον νὰ ἀνεβαίνουμε τὶς πνευματικὲς βαθμίδες τῶν ἀρετῶν, γνωρίζοντας ὅτι ἡ μέση καὶ διακριτικὴ ὁδὸς εἶναι ἡ βασιλική, διότι τὰ ἄκρα εἶναι τοῦ διαβόλου.




3. Ὁ ἐκ δεξιῶν πειρασμός:


Αὐτὸς ὁ πειρασμὸς πάλι εἶναι δύο εἰδῶν: Τὸ πρῶτο εἶδος εἶναι, ὅταν ἐργασθοῦμε τὰ καλὰ ἔργα μὲ κακὸ σκοπό, ἐνῶ τὸ δεύτερο εἶναι, ἐὰν δεχθοῦμε τὴν ἐμφάνιση τῶν δαιμόνων μὲ τὴν μορφὴ ἀγγέλων καὶ ἁγίων, ἢ μὲ τὴν μορφὴ τοῦ Χριστοῦ, τῆς Θεοτόκου καὶ ἄλλων οὐρανίων μορφῶν. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος λέγει ὅτι «οἱ δαίμονες τῆς κενοδοξίας καὶ ὑπερηφάνειας ἐμφανίζονται στοὺς ἀδυνάτους στὸν νοῦ ὡς προφῆται». Ἐνῶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς δείχνει στὴν Β’ πρὸς Κορινθίους (11,14) ὅτι: «ὁ σατανὰς μετασχηματίζεται εἰς ἄγγελον φωτός».




4. Ὁ ἐξ ἀριστερῶν πειρασμός:


Ἀπὸ τὰ ἀριστερά μᾶς πειράζει ὁ διάβολος ὅταν γνωρίζουμε τὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ μὲ τὴν θέληση μας ἀποφασίζουμε νὰ τὴν ἐκτελέσουμε. Ἕνα παράδειγμα: Κάποιος γνωρίζει ὅτι εἶναι ἁμαρτία νὰ κλέπτει, νὰ πορνεύει, νὰ μεθᾶ, νὰ βλασφημεῖ τὰ Θεῖα, νὰ ἐκδικεῖται τὸν πλησίον του ἢ νὰ κάνει ὁποιοδήποτε ἄλλο κακὸ ἔργο. Παρ’ ὅλα ὅμως αὐτὰ ἀφήνει τὸν ἑαυτό του νὰ νικηθεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία μὲ τὴν θέλησή του καὶ εἰς γνῶσιν του. Ὁπότε, ὅταν ἐμεῖς γνωρίζουμε τὴν ἁμαρτία καὶ ὅμως τὴν ἐπιτελοῦμε εἴτε μὲ τὸν νοῦ, τὸν λόγο, τὸ αἴσθημα ἢ τὴν πράξη, τότε πειραζόμεθα ἐξ ἀριστερῶν.




5. Ὁ ἐκ τῶν ἔμπροσθεν πειρασμός:


Μᾶς πειράζει ἀπὸ ἐμπρὸς ὁ διάβολος ὅταν μᾶς παρουσιάζει σκέψεις καὶ φαντασίες γιὰ ἔργα τὰ ὁποῖα δῆθεν θὰ μᾶς συμβοῦν στὸ μέλλον. Ἕνα παράδειγμα: Ὅταν θορυβούμεθα ὅτι θὰ ἔλθει ἐναντίον μας κάποιος κίνδυνος, κάποια παγίδα ἢ ἀσθένεια, ὅτι θὰ ξεσπάσει κάποιος πόλεμος, ὅτι θὰ δυσφημισθοῦμε ἀπὸ τοὺς ἄλλους, θὰ γίνουμε πτωχοί, μᾶς ταράζει κάποιος ὅτι δὲν θὰ ἐπιτύχουμε στὶς ἐξετάσεις ἢ σὲ κάποιο ἄλλο ἔργο.


Ὅλα αὐτά μᾶς τὰ φέρνει ὁ νοητὸς ἐχθρὸς στὸν νοῦ μας μὲ σκοπὸ νὰ μᾶς ταράξει καὶ νὰ μᾶς κλονίσει μὲ αὐτὰ ποὺ νομίζουμε ὅτι θὰ ἔλθουν ἐναντίον μας.


Γι’ αὐτοὺς τοὺς λογισμοὺς ἂς προσέχουμε τὰ λόγια του Σωτῆρος ποὺ λέγει: «Μὴ οὒν μεριμνήσητε εἰς τὴν αὔριον, ἡ γὰρ αὔριον μεριμνήσει τὰ ἑαυτῆς, ἀρκετὸν τῇ ἡμέρᾳ ἡ κακία αὐτῆς» δηλ. μὴ μερμνᾶτε ….φτάνει ἡ στεναχώρια τῆς ἡμέρας. (Ματθ. 6,34). Δὲν δόθηκε σ’ ἐμᾶς ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ γνωρίζουμε οὔτε μία ὥρα πέραν τῆς παρούσης ὥρας τί θὰ γίνει. Ὁπότε σὲ τέτοιου εἴδους πειρασμὸ νὰ λέγομε: «Ἂς γίνει τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου».




6. Ὁ ἐκ τῶν ὄπισθεν πειρασμός:


Πειραζόμεθα ἐκ τῶν ὄπισθεν ὅταν οἱ δαίμονες μᾶς ἐνοχλοῦν στὸν νοῦ μας μὲ αὐτὰ τὰ ἔργα ποὺ κάναμε στὸ παρελθόν, ὅταν εἴμασταν παιδιὰ ἢ νέοι καὶ μὲ τὶς ἁμαρτίες ποὺ κάναμε.


Ἡ μνήμη μας πολὺ συχνὰ βοηθεῖ τὴν φαντασία μας στὰ κακὰ ποὺ κάναμε, προπαντὸς ὅταν περάσαμε τὴν ζωή μας χωρὶς προσπάθεια γιὰ τὴν φρούρηση καὶ κάθαρση τοῦ νοῦ μὲ τὴν νοερὰ προσευχή: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλό».

Οἱ Πατέρες λέγουν ὅτι τόσο ἀνόητη εἶναι ἡ φαντασία, ὥστε ἐὰν ἕνας ἄνθρωπος ἀντίκρισε στὴν νεότητά του μία ὡραία γυναίκα μὲ ἐμπάθεια καὶ ἔλθει ὁ καιρὸς νὰ πεθάνει αὐτὴ καὶ ἴδει τὴν νεκροκεφαλή της, ἐν τούτοις ἡ φαντασία του, τοῦ ὑπενθυμίζει τὸ ὡραῖο πρόσωπό της, ὅταν ζοῦσε. Γι’ αὐτὸ ὀνόμασαν οἱ Πατέρες τὴν φαντασία «γέφυρα τοῦ διαβόλου», ἐπειδὴ καμιὰ ἁμαρτία δὲν περνᾶ ἀπὸ τὸν νοῦ καὶ τὴν αἴσθηση παρὰ μόνο ἀπὸ τὴν γέφυρα τῆς φαντασίας.

Ὁπότε, Πατέρες καὶ ἀδελφοί, γιὰ νὰ νικήσουμε στὸν πόλεμο αὐτό, ἔχουμε μεγάλη ἀνάγκη ἀπὸ τὴν νοερὰ ἐγρήγορση καὶ προσοχή, τὴν μνήμη τοῦ θανάτου, τῶν βασάνων τῆς κολάσεως καὶ τῆς ἀκαταπαύστου νοερῆς προσευχῆς.




7. Ὁ ἐκ τῶν ἔσω πειρασμός:


Πειραζόμεθα ἀπὸ μέσα μας μὲ τὸν ἐρεθισμὸ τῶν παθῶν, τὰ ὁποῖα ἐξέρχονται ἀπὸ τὴν καρδιά μας, κατὰ τὸν λόγο τοῦ Σωτῆρος, ποὺ λέγει: «ἐκ γὰρ τῆς καρδίας ἐξέρχονται διαλογισμοὶ πονηροί, φόνοι, μοιχεῖαι, πορνεῖαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι» (Ματθ. 15,19). Ἡ Ἁγία Γραφὴ μᾶς λέγει ὅτι «βαθεῖα εἶναι ἡ καρδία παρὰ πάντα» (Ἱερεμ. 17,9), ἐπειδὴ ἀπ’ αὐτὴ πηγάζουν ὅλες οἱ κακίες στὸν ἄνθρωπο ποὺ δὲν τὴν φυλάγει μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν μετάνοια, ἀλλὰ καὶ ἀπ’ αὐτὴ πηγάζουν πάλι, ὅλες οἱ ἀρετὲς σ’ αὐτὸν ποὺ τὴν καθαρίζει μὲ τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας καὶ τὴν συντριβή. Ὁπότε ἁπαλλασσόμεθα ἀπὸ τὰ πάθη τῆς καρδίας μας μὲ τὴν ἀκατάπαυστη προσευχὴ καὶ τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας.




8. Ὁ ἐκ τῶν ἔξ
ω πειρασμός:

Προέρχεται ἀπὸ τὰ πάθη, τὰ ὁποῖα εἰσέρχονται στὴν ψυχή μας ἀπὸ τὶς πέντε αἰσθήσεις ἢ ὅπως ὀνομάζονται τὰ παράθυρα τῆς ψυχῆς, γιὰ τὶς ὁποῖες ὁ προφήτης Ἱερεμίας λέγει: «ἀνέβη θάνατος διὰ τῶν θυρίδων ὑμῶν» (9,21). Αὐτὲς οἱ πέντε αἰσθήσεις εἶναι τὰ πέντε ζεύγη βοῶν μὲ τὰ ὁποῖα ζοῦμε στὴν κακία καὶ ἐμπάθεια καὶ δὲν θέλουμε νὰ πᾶμε στὸ Δεῖπνο ποὺ μᾶς καλεῖ ὁ Μέγας Βασιλεὺς (Λουκ. 14,19). Ὁπότε ἡ ἀπόκρουση ἀπ’ αὐτὰ τὰ πάθη γίνεται μὲ τὴν πολυχρόνια νήψη τοῦ νοῦ, τὴν ἀκατάπαυστη προσευχή, τὴν συντριβὴ τῆς καρδίας καὶ μὲ τὸ νὰ ζητᾶμε μὲ πόνο καὶ μετάνοια τὴν βοήθεια τοῦ Κυρίου.


Ἐν κατακλείδι, παρακαλῶ μὲ ταπείνωση, Πατέρες καὶ ἀδελφοί, νὰ βοηθήσετε καὶ ἐμένα τὸν ἁμαρτωλὸ καὶ ἀδιάφορο γιὰ τὴν σωτηρία μου, μὲ τὴν προσευχή σας, ὥστε νὰ αἰσθανθῶ τουλάχιστο ἐντροπὴ γιὰ τὰ ἀνωτέρω λόγια ποὺ σᾶς εἶπα καὶ ἔτσι νὰ ξυπνήσω καὶ ἐγὼ ἀπὸ τὴν ἀναισθησία μου καὶ νὰ καλῶ τὸ Ὄνομα τοῦ Κυρίου μας γιὰ βοήθειά μου. Ἀμήν.



www.agiazoni.gr

Στο Αγιολόγιο ο Όσιος Νικηφόρος ο Λεπρός

Η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου κατέταξε μεταξύ των Αγίων τον Όσιο Νικηφόρο τον Λεπρό (εκοιμήθη το 1964).
Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ
Ο πατήρ Νικηφόρος (κατά κόσμο Νικόλαος Τζανακάκης) γεννήθηκε σ’ ένα ορεινό χωριό των Χανίων, στο Σηρικάρι, καστανοχώρι στα δυτικά του Νομού με υγιεινό κλίμα, με όμορφα δάση, πλούσια νερά, φαράγγια και σπήλαια.
Το χωριό αυτό έχει μια ιδιομορφία που δεν την συναντούμε συχνά: είναι χωρισμένο σε ένδεκα γειτονιές, οι οποίες πήραν και το όνομα τους από τις οικογένειες που πρωτοκατοίκησαν εκεί.
Έτσι ο Άγιος μας γεννήθηκε στην γειτονιά των Κωστογιάννηδων.
Οι γονείς του ήταν απλοί και ευλαβείς χωρικοί, οι οποίοι ενώ ακόμη ήταν μικρό παιδί πέθαναν και τον άφησαν ορφανό.
Έτσι, σε ηλικία 13 ετών, έφυγε από το σπίτι του. Ο παππούς του που είχε αναλάβει να τον μεγαλώσει τον πήγε στα Χανιά να εργαστεί εκεί σ’ ένα κουρείο για να μάθει την δουλειά.
Τότε εμφάνισε και τα πρώτα σημεία της νόσου του Χάνσεν δηλ. την λέπρα. Εκείνη την εποχή, τους λεπρούς τους απομόνωναν στο νησί Σπιναλόγκα, διότι η λέπρα ως μεταδοτική αρρώστια αντιμετωπίζονταν με φόβο και αποτροπιασμό.
Ο Νικόλαος όταν έγινε 16 ετών και όταν τα σημάδια της νόσου άρχισαν να γίνονται πιο εμφανή, για να αποφύγει τον εγκλεισμό του στην Σπιναλόγκα έφυγε με κάποιο καράβι για την Αίγυπτο.
Εκεί έμενε εργαζόμενος στην Αλεξάνδρεια, πάλι σ’ ένα κουρείο, όμως τα σημάδια της νόσου γίνονταν όλο και πιο εμφανή, ιδίως στα χέρια και στο πρόσωπο.
Γι’ αυτό με την μεσολάβηση ενός κληρικού κατέφυγε στην Χίο, όπου υπήρχε τότε ένα λεπροκομείο, στο όποιο ήταν ιερεύς ο πατήρ Άνθιμος Βαγιανός, ο μετέπειτα Άγιος Άνθιμος.
Ο Νικόλαος έφτασε στη Χίο το 1914 σε ηλικία 24 ετών.
Στο λεπροκομείο της Χίου, που ήταν ένα συγκρότημα με πολλά ομοιόμορφα σπιτάκια, υπήρχε το εκκλησάκι του Άγιου Λαζάρου, όπου φυλάσσονταν η θαυματουργός εικόνα της Παναγίας της Υπακοής.
Σ’ αυτόν τον χώρο άνοιξε το στάδιο των αρετών για τον Νικόλαο.
Μέσα σε 2 χρόνια ο Άγιος Άνθιμος τον έκρινε έτοιμο για το αγγελικό σχήμα και τον έκειρε μοναχό με το όνομα Νικηφόρο.
Η νόσος προχωρούσε και εξελίσσονταν και ελλείψει καταλλήλων φαρμάκων, επέφερε πολλές και μεγάλες αλλοιώσεις (το φάρμακο βρέθηκε αργότερα το 1947).
Ο π. Νικηφόρος ζούσε με αδιάκριτη, γνήσια υπακοή, με νηστεία αυστηρή, εργαζόμενος στους κήπους. Μάλιστα κατέγραψε σε ένα κατάλογο και τα θαύματα του Άγιου Ανθίμου, τα όποια είχε δει «ιδίοις όμασιν» (πολλά αφορούσαν θεραπείες δαιμονιζόμενων).
Υπήρχε μια ιδιαίτερη πνευματική σχέση του Άγιου Άνθιμου με τον μοναχό Νικηφόρο, ο οποίος «ουδέ εν βήμα εμάκρυνεν απ’ αυτού», όπως αναφέρει ο πατήρ Θεόκλητος Διονυσιάτης στο βιβλίο του «Ο Άγιος Άνθιμος της Χίου».
Ο π. Νικηφόρος προσευχόταν τη νύχτα ώρες ατελείωτες, κάνοντας μετάνοιες αμέτρητες, δεν είχε λογοφέρει με κανένα ούτε χάλασε την καρδιά κάποιου κι ήταν ο κύριος ψάλτης του ναού.
Εξ αιτίας της ασθενείας του όμως, σιγά-σιγά έχασε το φως του κι έτσι έψαλλε τα περισσότερα τροπάρια και απήγγειλε τους Αποστόλους από στήθους.
Το 1957 έκλεισε το Λωβοκομείο της Χίου και τους εναπομείναντες ασθενείς μαζί με τον πατέρα Νικηφόρο τους έστειλαν στον Αντιλεπρικό Σταθμό Αγίας Βαρβάρας Αθηνών, στο Αιγάλεω. Την εποχή εκείνη ο πατήρ Νικηφόρος ήταν περίπου 67 ετών.
Τα μέλη του και τα μάτια του είχαν τελείως αλλοιωθεί και παραμορφωθεί από την νόσο.
Εκεί, στον αντιλεπρικό σταθμό ζούσε και ο πατήρ Ευμένιος, ο οποίος είχε κι αυτός προσβληθεί από την νόσο του Χάνσεν, αλλά με την επιτυχή φαρμακευτική αγωγή θεραπεύτηκε τελείως.
Απεφάσισε όμως να μείνει όλο το υπόλοιπο της ζωής του μέσα στον αντιλεπρικό σταθμό κοντά στους συνασθενείς του, τους οποίους φρόντιζε με πολλή αγάπη.
Έτσι έγινε και υποτακτικός στον πατέρα Νικηφόρο, στον οποίο ως ανταμοιβή της υπομονής του ο Κύριος του είχε δώσει πολλά χαρίσματα.
Πλήθος κόσμου συνέρρεε στο ταπεινό κελλάκι του λεπρού μοναχού Νικηφόρου, στην Αγία Βαρβάρα του Αιγάλεω, για να πάρει την ευχή του. Παραθέτομε μερικές μαρτυρίες όσων τον γνώρισαν:
«Ενώ ο ίδιος του ήταν κατάκοιτος, με πληγές και πόνους, δεν γόγγυζε αλλά έδειχνε μεγάλη καρτερία». «Είχε το χάρισμα της παρηγοριάς των θλιβομένων.
Τα μάτια του ήταν μονίμως ερεθισμένα, η όραση του ελαχίστη, είχε αγκυλώσεις στα χέρια και παράλυση στα κάτω άκρα. Παρ’ όλα αυτά ήταν γλυκύτατος, μειλίχιος, χαμογελαστός, διηγείτο χαριτωμένα περιστατικά, ήταν ευχάριστος, αξιαγάπητος.»
«Το πρόσωπο του, που ήταν φαγωμένο από τα στίγματα της ασθένειας, και τις πληγές, έλαμπε κι έπαιρναν χαρά όσοι τον έβλεπαν αυτόν τον πάμπτωχο και φαινομενικά ασθενή άνθρωπο που έλεγε: Ας είναι δοξασμένο το άγιο Όνομα Του».
Σε ηλικία 74 ετών, στις 4 Ιανουαρίου του 1964, κοιμήθηκε ο πατήρ Νικηφόρος. Μετά την εκταφή, τα άγια του λείψανα ευωδίαζαν.
Ο πατήρ Ευμένιος, και άλλοι πιστοί ανέφεραν πολλές περιπτώσεις, όπου έγιναν θαύματα με την επίκληση των πρεσβειών προς τον Θεό, του πατρός Νικηφόρου.
Λαμπρό παράδειγμα και πρότυπο για όλους μας ο βίος του Οσίου Νικηφόρου, ήταν ευάρεστος στο Θεό διότι υπέμεινε πολλά.
Για το λόγο αυτό και έχουμε πολλές μαρτυρίες: ότι ο Άγιος μας είχε δεχθεί από το Πανάγιο Πνεύμα το χάρισμα της διορατικότητας καθώς και πλήθος άλλων χαρισμάτων.
Χρειάζεται επίσης να σημειώσομε ότι πλείστα είναι τα θαύματα που είναι καταγραμμένα καθώς μέχρι και σήμερα ο άγιος δίδει απλόχερα βοήθεια σε όποιον έχει ανάγκη.
Σίγουρα θα υπάρχουν και άλλα πολλά θαυμαστά που δεν θα έχουν έρθει στην επιφάνεια.
* Ο βίος είναι από την ιστοσελίδα της Ι.Μ. Κισάμου και Σελίνου

www.romfea.gr

Σάββατο 1 Δεκεμβρίου 2012

Μοναχός Δομέτιος ο κουφός († 1905)

Το Οσιακό τέλος του


Άγνωστες μορφές του Μοναχισμού
Μοναχός Δομέτιος ο κουφός
Μοναστήρι Νεάμτς († 1905)
Έτσι ήτο γνωστός στο μοναστήρι του αυτός ο μοναχός. Είναι αλήθεια ότι δεν άκουε, αλλά ζούσε μέσα στην καρδιά του την αγάπη και την χαρά του Χριστού. Είχε έλθει στο μοναστήρι από μικρός, από το 1850. Τότε δεν είχε καταστραφή η ακοή του.
Το μοναδικό του διακόνημα επί 60 περίπου χρόνια ήτο η φροντίδα του για τα ζώα της Μονής. Καθημερινά μετέφερε τα περισσεύματα των τροφών και τα έδινε στα ζώα του, τα οποία υπεραγαπούσε. Έλεγε αδιάκοπα την προσευχή με τελεία σιωπή και πνευματική ευφροσύνη. Στο κελλί του δεν είχε τίποτε άλλο παρά ένα ράσο, ένα Ωρολόγιο της Εκκλησίας, μία εικόνα της Θεοτόκου και το βιβλίο των Ψαλμών. Δεν είχε κρεβάτι, ούτε στρωσίδια, ούτε τραπέζι, ούτε σκαμνί, ούτε παξιμάδι, ούτε λουκέτο για την πόρτα.
Στα γεράματά του έχασε την ακοή του και οι πατέρες τον ωνόμαζαν «Δομέτιος ο κουφός». Είχε θαυμαστό τέλος. Ας ακούσωμε τον αείμνηστο ηγούμενο της Συχαστρίας π. Ιωαννίκιο Μορόι να μας διηγηθή κάτι σχετικά με το τέλος του, εφ’ όσον παλαιά αυτός ήτο αδελφός της μονής Νεάμτς:
- Πατέρες, ενίοτε πηγαίνω με την σκέωι μου στην μονή Νεάμτς, όπου προ ολίγων ετών έζησε εκεί ένας αξιομνημόνευτος μοναχός, ο Δομέτιος ο κουφός. Τον εβλέπαμε συχνά με τα ξυλοπέδιλα κρεμασμένα στην πλάτη του για να μη τα φθείρη γρήγορα. Επήγαινε τροφή στα μοσχαράκια. Ήτο πάντοτε ειρηνικός και χαρούμενος. Αλλά οι Πατέρες της Μονής δεν τον εκτιμούσαν, αφού αυτός ζούσε πάντοτε με τα ζώα του και συχνά εκοιμόταν κοντά τους! Πολλοί από τους μοναχούς δεν τον εγνώριζαν καθόλου, ούτε ήξεραν το όνομά του, αφού τότε αριθμούντο περί τους 400.
Κάποια ημέρα του φθινοπώρου του 1905, όταν επήγαινα στην εκκλησία, διότι ήμουν τυπικάρης, άκουσα τον ιερομ. π. Γεννάδιο, τον εκκλησιαστικό μας, να λέγη:
-Πατέρες, ο Δομέτιος ο κουφός από τον σταύλο απέθανε. Τον ευρήκαν το πρωί κάτω στο δάπεδο του κελλιού του πεθαμένο. Δεν είχε τίποτε κοντά του, παρά μόνο ένα παλαιό Ωρολόγιο, ένα Ψαλτήριο και μία εικόνα της Παναγίας.
Κατόπιν ο εκκλησιαστικός, κατά την μοναχική μας τάξι, εφόρεσε τον μανδύα του, επήγε και ενέδυσε το νεκρό σώμα του και το μετέφερε στον εξωνάρθηκα της κεντρικής εκκλησίας για τρεις ημέρες και μετά να γίνη η ακολουθία της κηδείας του.
Ο π. Γεννάδιος ερώτησε ποιος θ' αρχίση να διαβάζη το Ψαλτήριο δίπλα στο σκήνωμά του, αλλά κανείς δεν προθυμοποιείτο. Έλεγαν: «Τι ευλογία θα πάρουμε από ένα τέτοιο μοναχό που κάθε ημέρα ήταν παρέα με τα ζώα και τις ακαθαρσίες τους;». Τότε ερώτησε εμένα και δέχθηκα να διαβάσω. Εφόρεσα τον μανδύα μου, το κουκούλι μου, επήρα το βιβλίο και άρχισα να διαβάζω με δυνατή φωνή δίπλα στο φέρετρό του. Ήμουν μόνος μου και παντού υπήρχε πλήρης ησυχία. Όλοι εκοιμούντο. Όταν εδιάβαζα, ώρα 10 την νύκτα, είδα ένα συγκλονιστικό φαινόμενο. Ο π. Δομέτιος εσήκωσε ψηλά έξω από το φέρετρο το δεξιό του πόδι. Εγώ εξεπλάγην. Σκέφθηκα. Τι να σημαίνη άραγε αυτό; Είπα μέσα μου ότι ο Δομέτιος απέθανε, αλλά όχι και τα καλά του έργα. Πάλι σκέφθηκα ότι βγήκε το πόδι του έξω, διότι μέσα ήτο πολύ πιεσμένο. Ήμουν κατάπληκτος και από την ακτινοβόλο μορφή του προσώπου του. Ο π. Δομέτιος απέθανε, αλλά εγώ τον έβλεπα να κοιμάται. Έκαμα το σημείο του σταυρού, εσκέπασα το πρόσωπο του νεκρού με το ράσο του και κατέβασα και πάλι το πόδι του μέσα στο φέρετρο. Συνέχισα πάλι να διαβάζω το Ψαλτήρι. Μετά από λίγη ώρα ο Γερο-Δομέτιος, ο «βουρδουνάρης» της μονής Νεάμτς, εσήκωσε και έβγαλε έξω το αριστερό του πόδι. Τότε πραγματικά έφριξα μ' αυτό το τερατούργημα.
Πράγματι, ο π. Δομέτιος είναι ζωντανός, είπα μέσα μου. Πλησίασα στο στόμα του να διαπιστώσω εάν αναπνέη. Τίποτε. Έπιασα τον σφυγμό του. Ο Γέροντας δεν ανέπνεε και το σώμα του ήτο κρύο!
Καθώς τον εκοίταζα έκπληκτος, αμέσως βλέπω να ανοίγη το στόμα του και μέσα απ' αυτό να εξέρχεται μία ωραία ευωδία, την οποία ουδέποτε είχα αισθανθή στην ζωή μου. Αμέσως η ευωδία αυτή σκορπίσθηκε μέσα σ' όλη την εκκλησία. Εγέμισε και η μεγάλη αυλή της Μονής. Τότε είπα με δάκρυα χαράς: «Ο π. Δομέτιος είναι ένας μοναχός άγιος».
Στις 11 το βράδυ, όταν κτύπησε η καμπάνα για τον Όρθρο των Πατέρων στην εκκλησία, όλοι ερωτούσαν: «Από πού έρχεται αυτή η ευωδία;». Όταν τους είπα τι συμβαίνει, τότε μαζεύθηκαν όλοι γύρω από το φέρετρό του. Λογομαχούσαν ποιος θα διαβάση τώρα το Ψαλτήρι για να πάρη ευλογία. Με δάκρυα προσηύχοντο όλοι τώρα μπροστά του και έλεγαν: «Όσιε πάτερ Δομέτιε, πρέσβευε υπέρ ημών των αμαρτωλών». Περίπου 300 μοναχοί είχαν κατακλύσει τον χώρο και όλη την εκκλησία τριγύρω και με δάκρυα παρακαλούσαν τον Γερο-Δομέτιο τον κουφό να προσεύχεται για την σωτηρία τους. Κανείς τώρα δεν τολμούσε να σκεφθή ότι ο Γερο-Δομέτιος ήταν ελεεινός και ακάθαρτος, διότι περνούσε την ζωή του μαζί με τα βόδια και τα γουρούνια της Μονής τους.
Και παρέμεινε η ευωδία του αγίου λειψάνου του επί τρεις ημέρες και νύκτες, όσες έμεινε το σκήνωμά του εκεί. Μετά την τρίτη ημέρα έδωσε εντολή ο ηγούμενος της Μονής, ο επίσκοπος Νάρκισσος, να ενδυθούν όλοι οι ιερείς και διάκονοι της αδελφότητος, περί τους 80, για την κηδεία του Οσίου. Ανάμεσα τους εστάθη και ο ίδιος. Όταν μεταφέραμε το λείψανο του προς τον τάφο, η ευωδία ξεχύθηκε και στην ατμόσφαιρα παντού. Τότε ο επίσκοπος Γέροντάς μας, συγκινημένος από την μοναδική αυτή μυσταγωγία που όλοι μας εζούσαμε, είπε τα εξής αξέχαστα λόγια για τον ταπεινό αγωνιστή της αρετής, τον όσιο Δομέτιο:
-Βλέπετε, οσιώτατοι Πατέρες, ποιον εδόξασε ο Παντοδύναμος Θεός μας; Όχι τους πλουσίους, όχι τους μορφωμένους. Όχι τους ενδόξους της γης. Εδόξασε αυτόν τον ταπεινό, τον πτωχό, τον υποτακτικό μέχρι θανάτου. Αυτόν που προσευχόταν ακατάπαυστα, που υπέμενε τα πάντα, που δεν ζητούσε μισθό και τιμές από τους ανθρώπους, αλλά μόνο από τον Χριστό. Ιδού το θαύμα το οποίο σήμερα έχουμε όλοι μπροστά στα μάτια μας! Ιδού τι πνευματική ευωδία εξήλθε από το στόμα του πατρός μας οσίου Δομετίου! Βλέπετε τώρα ποιος εισήλθε πρώτος στον παράδεισο. Ο π. Δομέτιος που υπηρέτησε σε όλη του την ζωή τα ζώα της Μονής μας, βλέπετε τώρα ότι είναι με τούς Αγίους στον παράδεισο. Ο πτωχός Δομέτιος τώρα είναι πλούσιος. Αυτοί που μέχρι προ ολίγου τον περιφρονούσαν και τον κακολογούσαν, τώρα αυτοί τον τιμούν και του ασπάζονται το χέρι. Ενώ ο Όσιος αυτός προσεύχεται στον Θεό για όλους εμάς. Αυτό το ασκητικό του σώμα ανέπνεε σε όλη την ζωή του την μπόχα από τούς σταύλους των ζώων και τώρα είναι μέσα στα ευώδη περιβόλια του Παραδείσου με τούς Αγγέλους του Θεού. Τα πόδια του, που αγωνίσθηκαν να βαδίσουν την οδό της υπακοής, τώρα παραμένουν, και μετά θάνατο, ζωντανά, διότι δοξάσθηκαν από τον Θεό, ο Οποίος δοξάζει τους υπάκουους μοναχούς...
Μετά από πολλά χρόνια, ο τάφος του οσίου Δομετίου ξεχάσθηκε. Τα λείψανά του ίσως να ευρίσκωνται στο οστεοφυλάκιο της Μονής. Όμως αυτός δεν ξεχνά ποτέ να προσεύχεται αδιακόπως στον Θεόν για την Μονή μας και για όλο τον κόσμο.

Οσιακές Μορφές του Ρουμάνικου Μοναχισμού
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη" 


www.impantokratoros.gr