Η θαυματουργός εικόνα "Παναγίας της Κεράς"απο το χωριό Μονή του Δημου Ανατολικού Σελίνου

Η θαυματουργός εικόνα "Παναγίας της Κεράς"απο το χωριό Μονή του Δημου Ανατολικού Σελίνου

Δευτέρα 29 Μαρτίου 2010

Η σωφροσύνη στην ζωή μας.



του Jean Claude Larchet

Η θεραπευτική της πορνείας: Η εγκράτεια και η σωφροσύνη. Β' Μέρος: Η σωφροσύνη στο γάμο


Η θεραπευτική της πορνείας ακολουθεί άμεσα τη θεραπευ­τική της γαστριμαργίας στo βαθμό που η πορνεία, όπως και η γαστριμαργία συγκαταλέγονται στα «σωματικά πάθη» και είναι μέρος των αδρών καί πρωταρχικών παθών τα οποία πρέπει ν' αντιμετωπίσουμε κατά προτεραιότητα· όμως και στο βαθμό που η πορνεία συνδέεται άμεσα με τη γαστριμαρ­γία, η οποία συχνά συνεπάγεται την εμφάνισή της (Πρβλ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ), οι θερα­πευτικές για τα δύο πάθη είναι αλληλένδετες.
Αποδεικνύεται ότι η θεραπευτική της πορνείας είναι εξαιρετικά δύσκολη· απαιτεί πολλή δύναμη, προσοχή και διαρκεί πολύ, όπως σημειώνει ο Αγιος Κασσιανός· ο δεύτε­ρος αγώνας μας, σύμφωνα με τη διδασκαλία των Πατέρων μας, είναι εναντίον του πνεύματος της πορνείας· έχει μεγάλη διάρκεια, είναι σκληρότερος απ' όλους τους υπόλοιπους και ελάχιστοι είναι εκείνοι που πετυχαίνουν ολοκληρωτική νίκη. Είναι ένας πόλεμος φοβερός.
Η αρετή που αντιστέκεται στην πορνεία είναι η σωφρο­σύνη [Σ.τ.μ.: Αποδίδουμε έτσι τη λέξη chastete, ακολουθώ­ντας το συγγραφέα. Ο όρος κατανοείται ισοδύναμα και ως αγνεία] με τη στενή έννοια τού όρου. Μπορούμε να διακρί­νουμε δύο οδούς σωφροσύνης: την πρώτη στα πλαίσια του μοναχισμού, της αγαμίας ή της χηρείας [Θα την ονομάσουμε «μοναχική σωφροσύνη», καθώς ο μοναχισμός υπο­δηλώνει ετυμολογικά την κατάσταση αυτού, ο οποίος βρίσκεται μοναχός. Υπενθυμίζουμε ότι στην ορθόδοξη Εκκλησία, η αγαμία δεν αποτελεί ένα στάτους, αλλά μία προσωρινή κατάσταση εν αναμονή τού αρραβώνα ή μέσω της οδού τού γάμου ή μέσω της οδού τού μοναχισμού, που είναι οι δύο δυνατές πνευματικές οδοί. Σε αναφορά προς τους Πατέρες, θα χρησιμοποιήσουμε εξί­σου τον όρο «παρθενία», τον οποίο κατανοούμε, όπως κάνουν ορισμένοι Πα­τέρες, στην ευρεία σημασία του ως «τέλειας εγκράτειας» και «απόλυτης πα­ραίτησης από την άσκηση της σεξουαλικότητας» (Μ. ΑUΒΙΝΕΑU, Εισαγωγή στo ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ, Περί παρθενίας)] και τη δεύτερη στο πλαίσιο του γάμου. Αν οι δύο τούτοι τρόποι σωφροσύνης διαφέρουν ως προς τη μορφή τους, εντούτοις στοχεύουν στην επίτευξη του ίδιου σκοπού: αφενός μεν ν' αποκαταστήσουν την αγνεία στο σώμα και την ψυχή χωρίς την οποία είναι αδύ­νατο να ενωθεί ο άνθρωπος με το Θεό, και αφετέρου να επι­τρέψουν στον άνθρωπο ν' αφιερώσει στο Θεό, -και όχι πλέον στη «σάρκα»-, το σύνολο της επιθυμητικής δύναμης και της αγάπης του.


2. Η σωφροσύνη στο γάμο

Η φύση της σωφροσύνης στον έγγαμο διαφέρει μερικώς από την αντίστοιχη του αγάμου.
Ενώ στην τελευταία περίπτωση προϋποθέτει την τέλεια αποχή, στο πλαίσιο του χριστιανικού γάμου, εξαιτίας του αυ­στηρά μονογαμικού χαρακτήρα του, παρόμοια αποχή απαι­τείται μόνο ως προς κάθε εξωσυζυγική σεξουαλικότητα, ενώ και η απλή επιθυμία συνιστά ήδη μοιχεία: «Ηκούσατε ότι ερρέθη τοις αρχαίοις, ου μοιχεύσεις. Εγώ δε λέγω υμίν ότι πας ο βλέπων γυναίκα προς το επιθυμήσαι αυτήν ήδη εμοίχευσεν αυτήν εν τη καρδία αυτού» (Ματθ. 5, 27-28). Η θερα­πευτική ή η προστασία από την πορνεία στο συγκεκριμένο επίπεδο συνεπάγονται την εφαρμογή ορισμένων από τις με­θόδους που περιγράφηκαν προηγουμένως και ειδικότερα τη «φυλακή της οράσεως» και κυρίως τη «φυλακή της καρδίας», καθώς «έσωθεν εκ της καρδίας των ανθρώπων οι διαλογι­σμοί οι κακοί εκπορεύονται, μοιχείαι, πορνείαι, [...], ασέλ­γεια» (Μάρκ. 7, 21-22. Ματθ. 15, 19). Ο Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος επισημαίνει ότι ο Χριστός, υπογραμμίζοντας τον πρωταρχικό ρόλο της επιθυμίας, προσφέρει τον τρόπο της επίθεσης στην κατεξοχήν αιτία της νόσου: «Ου το νόση­μα, αλλά καί τήν ρίζαν [ο Ιησούς] αναιρεί του νοσήματος: ρίζα γάρ μοιχείας επιθυμία ακόλαστος· διό ου μοιχείαν κο­λάζει μόνον, αλλά καί επιθυμία τήν της μοιχείας μητέρα. Ούτω καί οι ιατροί ποιούσιν ου προς τά νοσήματα ίστανται μόνον, αλλά καί προς τάς αιτίας αυτάς [...]. Ούτω καί ο Χρι­στός ποιεί» (ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Ομιλία-Μετάνοια).

Η πορνεία όμως δεν συνδέεται καθόλου με την καθεαυτή συζυγική ένωση, ενώ αντίθετα η τελευταία είναι μέσο απο­φυγής της πρώτης. Η πλειονότητα των Πατέρων διακρίνουν στο γάμο, για όσους δεν μπορούν να παραμείνουν εγκρατείς, ένα φάρμακο της πορνείας· σύμφωνα με τη γνώμη τους, εδώ εντοπίζεται ένας από τους πρώτους σκοπούς της συζυγίας. Η άποψη αυτή συμφωνεί καθολοκληρία με τη διδασκαλία τού Αποστόλου Παύλου: «Διά δέ τάς πορνείας έκαστος τήν εαυτού γυναίκα εχέτω, καί εκάστη τόν ίδιον άνδρα εχέτω» (Α' Κορ. 7, 2)· «μή αποστερείτε αλλήλους, [...] ίνα μή πειράζη υμάς ο σατανάς διά τήν ακρασίαν υμών» (Α' Κορ. 7, 5)· «λέγω δέ τοις αγάμοις καί ταις χήραις, καλόν αυτοίς εστιν εάν μείνωσιν ως καγώ. Ει δέ ούκ εγκρατεύονται, γαμησάτωσαν· κρείσσον γάρ εστι γαμήσαι ή πυρούσθαι» (Α' Κορ. 7, 8-9).

Στη συνέχεια του αποστολικού λόγου που παραγγέλει: «Τίμιος ο γάμος εν πάσι και η κοίτη αμίαντος» (Εβρ. 13, 4) η «συζυγική σωφροσύνη», την οποία υπενθυμίζουν οι Πατέρες δε σημαίνει αποχή από τα συζυγικά καθήκοντα. Η σεξουα­λική ένωση ανήκει ουσιαστικά στο γάμο. Με μεγάλη σαφή­νεια ο Απόστολος Παύλος γράφει: «Τή γυναικί ο ανήρ τήν οφειλομένην εύνοιαν αποδιδότω, ομοίως δέ καί η γυνή τω ανδρί. Η γυνή τού ιδίου σώματος ούκ εξουσιάζει, αλλ' ο ανήρ· ομοίως δέ καί ο ανήρ τού ιδίου σώματος ούκ εξουσιά­ζει, αλλ' η γυνή. Μή αποστερείτε αλλήλους, ει μή τι αν εκ συμ­φώνου προς καιρόν, ίνα σχολάζητε τή νηστεία καί τή προ­σευχή καί πάλιν επί τό αυτό συνέρχησθε [...]» (Α' Κορ. 7, 3, 5). Η αποχή, -και η διδασκαλία τού Αποστόλου Παύλου αυτό φανερώνει-, έχει κάποια θέση στο καθεαυτό πλαίσιο τής συζυγικής ζωής, αλλά μόνο πρόσκαιρα, και σε αναφορά με συγκεκριμένες πνευματικές ανάγκες [Η Ορθόδοξη Εκκλησία συνιστά την αποχή από κλίνης κατά τις ημέ­ρες της νηστείας Τετάρτης και Παρασκευής (κατά τις οποίες «μνήμην ποιού­μεθα» των Παθών και της Σταύρωσης του Χριστού), καθώς και κατά την διάρ­κεια των 4 νηστειών της Σαρακοστής κάθε έτους. Ο Αγιος ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΑΖΙΑΝΖΗΝΟΣ σημειώνει ακολουθώντας τον Απόστολο Παύλο, ότι «δός τω δώρω τήν αγνείαν κατά καιρόν, έως ευχής πρόκειται προθεσμία, καί ασχο­λίας τιμιωτέρα, καί ταύτην εκ κοινής ομολογίας καί συναινέσεως». Και διευ­κρινίζει: «Ού γάρ νομοθετούμεν, αλλά παραινούμεν» (Λόγος 40, 18). Η τε­λευταία αυτή παρατήρηση ερμηνεύει την απουσία δικανισμού από την Ορθό­δοξη παράδοση ως προς αυτό το θέμα. Αφήνεται στη συνείδηση του ζεύγους να κρίνει ποιο είναι το καλύτερο από πνευματικής επόψεως. Το ίδιο πνεύμα διαποτίζει και τη διδασκαλία τού Αγίου ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ (Βλέπε για παράδειγμα Α' Κορινθίους-ομιλία, 19, 2)]. Ο Αγιος Γρηγόριος Νύσσης φθάνει μέχρι του σημείου να γράψει ότι «ο πλε­ονάζων [κατά την σωφροσύνην] "κεκαυτηρίασται τήν συνείδησιν", καθώς ορίζεται ο Απόστολος» (Α' Τιμ. 4, 2), επειδή «τον γάμον ίσα τη μοιχεία βδελύσσεται» (ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ, Βίος Μωυσέως, Πρβλ. Περί παρθενίας).

Υπάρχει σώφρων σεξουαλική ένωση· είναι δυνατόν στους συζύγους να ενώνονται και «μή πειράσθαι διαλύειν "ο συνέζευξεν ο Θεός"», όπως αναφέρει ο Κλήμης ο Αλεξανδρέας (Στρωματείς), που φθάνει μέχρι του σημείου να γράψει για το θέμα όσων διαβάλλουν τη συζυγική ένωση: «μιαράν δέ είναι τήν συνουσίαν λέγοντες ούτοι τήν σύστασιν καί αυτοί έκ συνου­σίας είληφότες πώς ουκ αν είεν μιαροί;». Ο ίδιος επισημαί­νει επιπλέον ότι ο γάμος και η πνευματική ζωή αγιάζουν τη χρήση της σεξουαλικότητας: «των δέ αγιασθέντων άγιον οίμαι καί τό σπέρμα· ηγιάσθαι μέν ουν ημίν οφείλει ου μόνον το πνεύμα, αλλά και ο τρόπος καί ο βίος καί τό σώμα».

Συχνά οι Πατέρες υπογραμμίζουν ότι η σεξουαλικότητα δεν είναι κακή καθεαυτήν, καθώς όλα εξαρτώνται από τον τρόπο χρήσης της. Ο Αγιος Μεθόδιος Ολύμπου (Συμπόσιον) σημειώνει: «Κοσμίως μέν γάρ πραττόμενον καί σωφρόνως κόσμιον απέ­βη, αισχρώς δέ καί ασχημόνως αισχρόν». Και ο Αγιος Δω­ρόθεος Γάζης (Διδασκαλία) επισημαίνει: «Ώσπερ εστί τό νομίμως βιώσαι καί τό πορνεύσαι, ότι η μέν πράξις η αυτή, ο δέ σκοπός εστιν ο ποιών τήν διαφοράν τού πράγματος».

Αναλύοντας το πάθος της πορνείας είδαμε ότι το χαρα­κτηριστικό του είναι η παράχρηση της σεξουαλικής λειτουρ­γίας, που συνίσταται στη χρήση αυτής με στόχο την αισθητή ηδονή. Επομένως πρόκειται εδώ για διαστροφή της συγκεκριμένης λειτουργίας, στο βαθμό που ο εκ φύσεως προορι­σμός της είναι η αναπαραγωγή· ακόμη βαθύτερα, αποτελεί μια από τις εκδηλώσεις της αμοιβαίας αγάπης, σε συνάρτηση και με τους υπόλοιπους τρόπους της ένωσής τους και ιδιαίτε­ρα με την πνευματική διάσταση αυτής. Η θεραπευτική της πορνείας και η απόκτηση της σωφροσύνης στον τομέα αυτό οφείλουν λοιπόν πρώτιστα να συνίσταται στην αποκατάστα­ση της εντελέχειας σ' ό,τι άφορα τη χρήση της σεξουαλικότη­τας.
Για τους συζύγους, η πρώτη αρχή είναι να μην ενώνονται στοχεύοντας στην αισθητή ηδονή και να μη κάνουν σκοπό και αντικείμενο της ένωσής τους την απόλαυση (Πρβλ. ΔΩΡΟΘΕΟΣ ΓΑΖΗΣ, Διδασκαλία, ΜΑΞΙΜΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ, Αγάπης εκατοντάς). Καλούνται να προσέχουν και να επαγρυπνούν ώστε να μη επιτρέπουν να τους κυριεύει η ηδονή (Πρβλ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ, Περί παρθενίας), να μη προσκολλώνται σ' αυτή και ιδίως να μη την επιζητούν και τελικά να κατορθώνουν να μη έλκονται και να μη δελεάζονται από αυτή. Γράφει ο Αγιος Ιωάννης Κασσιανός ότι όσο παραμένει κάποια ροπή προς την απόλαυση δεν υπάρχει σωφροσύνη. Τούτο δεν συνεπάγεται άρνηση και αποκλεισμό της ηδονής που συνδέεται φυσικά με τη σεξουαλική ένωση, αλλ' αποχωρισμό απ' αυτή και άρνηση να την απολυτοποιήσουμε. Η ηδονή πρέπει να προκύπτει ως αποτέλεσμα της ένωσης, ως κάτι που δίνεται επιπλέον.

Ούτε η αναζήτηση της σεξουαλικής ένωσης είναι αυτο­σκοπός ούτε και η ηδονή που πορίζει. Η θέση της σεξουα­λικής ένωσης εντοπίζεται στο πλαίσιο της αμοιβαίας αγάπης τών συζύγων καλείται μάλιστα να πραγματώνει και στο σω­ματικό επίπεδο ανάλογη ένωση μ' αυτή που πετυχαίνεται στο επίπεδο των ψυχών· έτσι οι σύζυγοι οδηγούνται στην τέλεια ένωσή τους και γίνονται, σύμφωνα με τον αγιογραφικό λόγο «εις σάρκα μίαν» και ταυτόχρονα μία ψυχή και ένα πνεύμα. Η συζυγική σωφροσύνη συνεπάγεται ότι η ένωση των σωμά­των δεν είναι ούτε αυθύπαρκτη, αλλά τέλεια ολοκληρωμένη και ακολουθούμενη από την ψυχική, και ακόμη περισσότερο, από την πνευματική ένωση των συζύγων. Γράφει σχετικά ο Αγιος Βασίλειος Αγκύρας: «Επειδή γάρ ο εν ψυχή λογι­σμός τάς ψυχάς προλαβών, κατά τό φαινόμενον αναγκαίον συνήψεν, εικότως προηνωμέναις ταύταις καί η των σαρκών τών εν αίς εισιν έννομος ένωσις ηκολούθησεν. Όταν δέ τών ψυχών άλλο τήν αρχήν προθεμένων, αι σάρκες δι' ηδονήν τά οικεία πραγματευσάμεναι, τάς εν αυταίς ψυχάς τω κατ' αυτάς πάθει δουλευούσας ενώσωσιν, ακολούθημα τών σαρ­κός κακώς γινόμεναι αι ψυχαί, παράνομον τήν μίξιν εργάζο­νται» (Αληθής αφθορία).

Η συζυγική σωφροσύνη συνεπάγεται εξίσου ότι ο άνθρωπος δεν κυριαρχείται από την επιθυμία και τις σεξου­αλικές παρωθήσεις ούτε ότι η ένωση των συζύγων διέπεται από αυτές. Κλήμης ο Αλεξανδρέας θέτει την εξής αρχή: «Μηδέν κατ' επιθυμίαν ποιείν» (Στρωματείς). Αυτό που πρέπει να πρυτα­νεύει στην ένωση των συζύγων δεν είναι το ένστικτο, η απρό­σωπη εκδήλωση της βιολογικής φύσης, ούτε βέβαια η επιθυ­μία, αλλά η αγάπη. Με την έννοια αυτή η συζυγική σωφροσύ­νη προϋποθέτει κάποια εγκράτεια, η οποία συνίσταται στην αυτοκυριαρχία, η οποία επιτρέπει να χαλιναγωγούμε τις ενστικτώδεις κινήσεις, να μετριάζουμε και να συγκρατούμε τις επιθυμίες και ν' απέχουμε από κάθε λογισμό ή φαντασία που είναι δυνατόν να συνάπτεται μ' αυτές. Για το λόγο αυτό ο Αγιος Γρηγόριος Νύσσης παραγγέλλει: «τη του γάμου λει­τουργία [...] σωφρόνως τε και μεμετρημένως κεχρήσθαι [Σ.τ.μ.: «Ημείς δέ ταύτα καί περί του γάμου γινώσκομεν, ως δείν προηγουμένην είναι τήν περί τά θεία σπουδήν τε καί επι­θυμίαν, της δέ του γάμου λειτουργίας μή υπεροράν τόν σω­φρόνως τε καί μεμετρημένως κεχρήσθαι δυνάμενον», είναι το σχετικό απόσπασμα στη συνάφειά του] […]» (Περί παρθενίας)· ο ίδιος συνι­στά «φειδωλήν καί υπεσταλμένην» [Σ.τ.μ.: Συγκρατημένη] χρήση της επιθυμίας. Αντίστοιχα, ο Αγιος Γρηγόριος ο Θε­ολόγος υπογραμμίζει την ανάγκη να είναι ισορροπημένη η χρήση της λειτουργίας τού γάμου και ν' αποφεύγεται η παρα­χώρηση υπερβολικού χώρου στη σάρκα [Σ.τ.μ.: Και τελικά να εστιάζουμε και να δίνουμε την προτεραιότητα σ' αυτή]. Τούτο είναι απαραίτητο προκειμένου αφενός μεν η ένωση να μη αποτελεί απλό μέσο ικανοποίησης της επιθυμίας, αφετέ­ρου δε να είναι σεβαστά το πρόσωπο και η ελευθερία τού/τής συζύγου. Και πάλι τούτο είναι αναγκαίο ώστε ο άνθρω­πος «μή [...] όλος γένηται σαρξ καί αίμα» και να μη παύει, στη ζωή του και στο συζυγικό βίου του καθεαυτό, να δίνει τα πρωτεία στα πνευματικά (Πρβλ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ, Περί παρθενίας). Γιατί, παρατηρεί ο Αγιος Γρηγό­ριος Νύσσης, «κίνδυνος ου μικρός παρακρουσθέντα τόν τοι­ούτον [Σ.τ.μ.: Αναφέρεται συγκεκριμένα στον «πολλά τη ψυχή μεριζόμενον», όπως προσδιορίζει ο ίδιος ο Αγιος στην επιγραφή της συγκεκριμένης ενότητας] εν τη πείρα της ηδονής μηδέν έτερον αγαθόν οιηθήναι ή το δια σαρκός μετά προσπαθείας τινός λαμβανόμενον καί αποστρέψαντα πα­ντελώς τόν εαυτού νουν από της τών ασωμάτων αγαθών επι­θυμίας όλον σάρκινον γενέσθαι, τό εν τούτοις ηδύ διά παντός τρόπου θηρεύοντα, ως «φιλήδονον αυτόν μάλλον είναι ή φιλόθεον» (Β' Τιμ. 3, 4)». Ιδιαίτερα επίφοβη είναι η δύναμη της συνήθειας που προσκολλάει τον άνθρωπο στην ηδονή, σημειώνει ο Αγιος Γρηγόριος Νύσσης· υπενθυμίζει μάλιστα το παράδειγμα πολλών ανθρώπων, τους οποίους «ημείς εγνωρίσαμεν εραστάς μάλιστα της σωφροσύνης ευθύς παρά τήν πρώτην ηλικίαν φανέντας, αρχήν δε ρυπαρού βίου ποιησαμένους τήν δοκούσαν έννομόν τε καί συγκεχωρημένην τών ηδονών μετουσίαν. Επειδή γάρ άπαξ τήν τοιαύτην παρεδέξαντο πείραν [...] όλον προς ταύτα τό επιθυμητικόν μεταστρέψαντες καί τήν ορμήν τής διανοίας από των θειοτέρων προς τά ταπεινά καί υλώδη μετοχετεύσαντες πολλήν εν εαυτοίς τήν ευρυχωρίαν τοις πάθεσιν ήνοιξαν, ως παντελώς τής επί τά άνω φοράς λήξαι καί αποξηρανθήναι τήν επιθυμίαν, όλην προς τά πάθη μεταρρυείσαν» (Περί παρθενίας). Να γιατί δίνει τον εξής κανό­να: «Ημείς δε ταύτα καί περί τού γάμου γινώσκομεν, ως δειν προηγουμένην είναι τήν περί τά θεία σπουδήν τε καί επιθυ­μίαν» (Περί παρθενίας).

Αλλο χαρακτηριστικό της πορνείας είναι ότι πραγματικά απομακρύνει τον άνθρωπο από το Θεό. Η σωφροσύνη αντί­θετα στοχεύει και οδηγεί στην ένωσή του και πάλι με το Θεό. «Αγνεία, Θεού οικείωσις [εστί]» (Κλίμαξ), γράφει ο Αγιος Ιωάννης Σιναΐτης. Ενώ στην πορνεία η επιθυμία απεκδύεται το Θεό και τα πνευματικά και ενδύεται τα σαρκικά για να επιζητήσει την αισθητή ηδονή, ένας από τους κύριους στόχους της εγκράτειας και της σωφροσύνης είναι να επιτρέψει στον άνθρωπο να ξαναβρεί τη φυσική και φυσιολογική ένδυσή του εν τω Θεώ. Διότι, όπως δείξαμε, μελετώντας την οικονο­μία της επιθυμίας, αυτή δεν είναι δυνατόν να διοχετευθεί σε διαφορετικά αντικείμενα χωρίς να πρέπει να μοιραστεί και χωρίς να πρέπει να στερήσει κάποιο από το μερίδιο που δίνει στο άλλο. Η εγκράτεια και η σωφροσύνη στο γάμο παίζουν σημαντικό ρόλο στην αποκατάσταση της οικονομίας της επι­θυμίας· έτσι η επιθυμία δεν επενδύεται στη σεξουαλικότητα σε τέτοιο βαθμό ώστε να εξαντλείται σ' αυτή και να παύει από δω και πέρα να έχει ως κύριο αντικείμενό της τα πνευμα­τικά (Βλέπε την επεξήγηση την οποία δίνει για τη συγκεκριμένη αρχή ο ΓΡΗ­ΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ, Περί παρθενίας).

Τούτο μας επιτρέπει να κατανοήσουμε ότι η θεραπευτική της πορνείας και η απόκτηση της σωφροσύνης συνιστούν πραγματικά την αναστροφή της επιθυμίας, κατά τέτοιο τρό­πο ώστε η πνευματική αγάπη να καταλάβει τη θέση της σαρ­κικής. Έτσι είναι δυνατόν να κατανοηθεί η περίφημη φράση τού Αγίου Ιωάννου Σιναΐτου: «Αγνός εστίν, ο έρωτι έρωτα διακρουσάμενος, καί πύρ πυρί αΰλω αποσβέσας». Και έτσι μπορεί να συνεχίσει: «πόθου δέ τού προς Θεόν, ο τών σωμά­των έρως τύπος γενέσθω σοι» και σ' άλλο σημείο: «Μακά­ριος, όστις τοιούτον προς Θεόν εκτήσατο πόθον, οίον μανι­κός εραστής προς τήν εαυτού ερωμένην κέκτηται». «Είδον ακαθάρτους ψυχάς περί έρωτας σωμάτων εμμανώς διακειμένας· καί δή αύται σκήψιν μετανοίας προσλαβούσαι εκ πεί­ρας έρωτος, τόν αυτόν προς Κύριον μετενηνόχασιν έρωτα· καί πάντα φόβον ευθύς υπερπηδήσασθαι, απλήστως εις αγάπην Θεού ενεκεντρίσθησαν· διά τούτο καί ο Κύριος τη σώφρονι εκείνη πόρνη ου λέγει, ότι εφοβήθη, αλλ' ότι ηγάπησε πολύ, καί ηδυνήθη ευχερώς έρωτι έρωτα διακρούσασθαι (πρβλ. Λουκ. 7, 47)» (Κλίμαξ).

Στο συζυγικό βίο, η πορνεία συνεπάγεται την αγάπη τού άλλου έξω από το Θεό, μια αγάπη καθαρά σαρκική, δηλαδή αδιαπέραστη από τις θείες ενέργειες· η σωφροσύνη, αντίθε­τα, συνεπάγεται την αγάπη τού άλλου εν τω Θεώ και την αγά­πη τού Θεού μέσα στον άλλο. Η σωφροσύνη πραγματώνει μια μεταμόρφωση της αγάπης, της παρέχει πρόσβαση στο πνευματικό επίπεδο, στο οποίο γίνεται εντελώς περατή και διαφανής στο Θεό, της δίνει μυστηριακό νόημα (πρβλ. Εφεσ. 5, 32)· της επιτρέπει έτσι να πραγματώνει κατ' αναλο­γία το μυστήριο του Χριστού και της Εκκλησίας, όπως υπο­γραμμίζει ο Απόστολος Παύλος στην περικοπή της προς Εφεσίους Επιστολής που διαβάζεται κατά τη διάρκεια της ακολουθίας τού γάμου: «Οι άνδρες αγαπάτε τάς γυναίκας εαυτών, καθώς καί ο Χριστός ηγάπησε τήν εκκλησίαν» (5, 25)· «(ο) άνθρωπος [...] προσκολληθήσεται προς τήν γυ­ναίκα αυτού, καί έσονται οι δύο εις σάρκα μίαν. Τό μυστήριον τούτο μέγα εστίν, εγώ δέ λέγω εις Χριστόν καί εις τήν Εκκλησίαν» (5, 31-32).


Η σωφροσύνη, είτε μοναχική είτε συζυγική, μπορεί να θε­ωρηθεί ως «κεκτημένη» μόνο όταν γίνεται καθημερινή και ισόβια (Πρβλ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ, Επιστολή, ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΝΑΪΤΗΣ, Κλίμαξ), δεν απαιτεί πλέον κανένα αγώνα και συνοδεύεται από αναλλοίωτη γαλήνη. Τέτοια είναι η αληθινή σωφροσύνη στην ολοκλήρωσή της· δεν έχει πλέον σχέση με πάλη ενα­ντίον τών κινήσεων της σαρκικής ροπής, αλλά τις αποστρέ­φεται με φοβερό μίσος και διατηρείται σε μόνιμη και απαρα­βίαστη καθαρότητα, [Σ.μ.τ.: Αγνεία, αγνότητα] σημειώνει ο Αγιος Ιωάννης Κασσιανός.

Η απάθεια του βλέμματος και της καρδίας έναντι των αντικειμένων, των επιδεκτικών να πυροδοτήσουν το πάθος, αποτελεί ένα από τα σημεία της σωφροσύνης (Πρβλ. ΕΥΑΓΡΙΟΣ, Λόγος πρακτικός). Ο Αγιος Ιωάννης Σιναΐτης τονίζει ότι «σώφρων εστίν, ο τελείαν αναισθησίαν επί διαφορά σωμάτων διαπαντός κτησάμενος» και ακόμη: «ούτος [εστι] κανών και όρος της τελείας και πανάγνου αγνείας, τό παραπλησίως επ' εμψύχοις τε καί αψύχοις, λογικοίς τε καί αλόγοις σώμασι διακείσθαι». [Σ.τ.μ.: Το να συμπεριφέρεσαι παρόμοια = παραπλησίως]. Και τελι­κά αναφωνεί: «Μακάριος αληθώς, ός εν παντί σώματι καί χρώματι καί ώρα [Σ.τ.μ.: Στη γαλλική απόδοση της Κλίμακος, αναφέρεται η λέξη beaute = (κάλλος, ωραιότητα <ώρα] τελείαν αναισθησίαν εκτήσατο». Εν Χριστώ «ουκ ένι άρσεν καί θήλυ» (Γαλ. 3, 28), δηλαδή η διαφορά τού φύλου καταργείται όχι μόνο ως αρχή της διαίρεσης, της αντίθεσης και της κυριαρχίας αλλά επιπλέον ως πηγή της επιθυμίας τών αισθήσεων και του πάθους. Στο πραγματικό του βάθος «ο άλλος» κατανοείται ως πρόσωπο που φέρει στη φύση του την εικόνα τού Θεού· γίνεται εικόνα τού Θεού, περατός [Σ.τ.μ.: Διαφανής έναντι Αυτού, δηλαδή των θείων ενεργειών] από Αυτόν, δεκτικός να Τον δοξάζει. Μ' αυτόν ακριβώς τον τρό­πο ο Αγιος Ιωάννης Σιναΐτης δίνει μαρτυρία για τον υψηλό­τατο βαθμό της συγκεκριμένης αρετής: «Κάλλος γάρ τις, φησί, θεασάμενος, τόν Ποιητήν μεγάλως εξ εκείνου εδόξασε· καί από μόνης τής θέας εις αγάπην Θεού καί δακρύων πηγήν εκεκίνητο· καί ην θάμβος ιδέσθαι τόν ετέρου βόθρον άλλω στεφάνων αίτιον υπέρ φύσιν γινόμενον [...]» (Κλίμαξ).

Ένα από τα αξιοσημείωτα αποτελέσματα της σωφροσύ­νης είναι η αποκατάσταση της σταθερότητας και της ειρήνης στην ψυχή. Συμβάλλει επίσης στην κατάργηση των εντάσε­ων και των διαιρέσεων που εκδηλώνονται μεταξύ της ψυχής και του σώματος, και στην αποκατάσταση της αρμονίας με­ταξύ τους (Πρβλ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ).

Η σωφροσύνη αποτελεί πύλη τής αγάπης (Πρβλ. ΜΑΞΙΜΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ, Αγάπης εκατοντάς). Είναι επίσης βασική προϋπόθεση τής πνευματικής γνώσης (Πρβλ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ). Γενικά, η συγκεκριμένη αρετή εμφανίζεται ως μία από τις σπουδαιότερες πηγές αγιασμού τού ανθρώπου (Πρβλ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ). Ιδιαίτερα μέσω αυτής το Αγιο Πνεύμα (Πρβλ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ) και ο Χριστός (ΙΩ­ΑΝΝΗΣ ΣΙΝΑΪΤΗΣ, Κλίμαξ) κάνουν την καρδιά τού ανθρώπου κατοικητήριό τους· και ο τελευταίος ομοιώνεται όχι μόνο προς τους αγγέλους, αλλά και τον ίδιο το Θεό (ΙΩ­ΑΝΝΗΣ ΣΙΝΑΪΤΗΣ, Κλίμαξ).

Από τότε πλέον, η σωφροσύνη εμφανίζεται ως πηγή πνευ­ματικών ηδονών ασύγκριτα ανώτερων από τις αισθητές, τις οποίες και εγκαταλείπει όποιος την απέκτησε (Πρβλ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ).



(Απόσπασμα από το βιβλίο «Η ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ: Εισαγωγή στην ασκητική παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας», JEAN CLAUDE LARCHET (*), ΤΟΜΟΣ Β’, Εκδόσεις «Αποστολική Διακονία», Μετάφραση: ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΟΥΛΑΣ)



(*) Ο Jean Claude Larchet γεννήθηκε το 1949 στη βορειοανατολική Γαλλία. Διδάκτωρ Φιλοσοφίας και διδάκτωρ Θεολογίας του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου, είναι συγγραφέας δεκαπέντε βιβλίων και πολυάριθμων άρθρων που αφορούν τη θεολογία και την πνευματικότητα των Πατέρων της Εκκλησίας, τα οποία μεταφράστηκαν σε δώδεκα γλώσσες. Θεωρείται ως ένας από τους κορυφαίους Ορθόδοξους πατρολόγους και ένας σημαντικός εκφραστής της Ορθοδοξίας στην Ευρώπη. Ζει και εργάζεται ως καθηγητής στη Γαλλία. Διευθύνει, σε δύο γαλλικούς εκδοτικούς οίκους, μία συλλογή βιβλίων αφιερωμένων σε σύγχρονους πνευματικούς της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγονται ο γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, ο γέροντας Παϊσιος, ο γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, ο γέροντας Χαράλαμπος, ο γέροντας Πορφύριος.


πηγή:www.alopsis.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου