Ὁ Νεομάρτυρας Γεώργιος, ὁ ἐν Ἰωαννίνοις μαρτυρήσας, στὴ συνείδηση τῆς ἐκκλησίας
Ἀπὸ τὴν πρώτη κιόλας στιγμὴ τοῦ μαρτυρίου του ὁ νεομάρτυς Γεώργιος κέρδισε τὴν τιμὴ τοῦ μάρτυρος στὴ συνείδηση καὶ τὴν πίστη τῆς ἐκκλησίας. Ἀμέσως μετὰ τὸ μαρτύριο οἱ πιστοὶ ἔτρεχαν στὸν τάφο του καὶ ἔπαιρναν χῶμα καὶ λάδι ἀπὸ τὸ κανδήλι, τὰ ὁποία χρησιμοποιοῦσαν ὡς φάρμακα.
Ὅσοι πῆραν κομμάτι ἀπὸ τὴν τριχιὰ τῆς ἀγχόνης καὶ ἀπὸ τὸ πανὶ τοῦ ἐσώβρακου εἶδαν μεγάλες θεραπεῖες. Ἤδη ἀπὸ τὶς 6 Ἀπριλίου 1839, μόλις ἕνα ἔτος ἀπὸ τὸ μαρτυρικό του θάνατο, ἔχουμε τὴν πρώτη βιογραφία τοῦ ἁγίου, τὴν ὁποία ὑπέγραψαν δύο ἐπίσκοποι, δεκατρεῖς ἱερεῖς καὶ ἱερομόναχοι καὶ οἱ δεκαεπτὰ σημαίνοντες πρόκριτοι τῶν Ἰωαννίνων. Σὲ ἐπιστολὴ τοῦ Ζώτου-Μολοσσοῦ στὴν ἐφημερίδα “Φωνὴ τῆς Ἠπείρου” διαβάζουμε: “Τὸ ἐπιὸν ἔτος 1839 πρὸ μηνός, ὁ λαὸς ἐβίασε τὸν Μητροπολίτην νὰ συντάξῃ ἀσματικὴν ἀκολουθίαν τοῦ μάρτυρος, ὅπως πανηγυρίσωμεν ἐνδόξωςτὴν ἑορτήν του. Ὁ Ἰωακεὶμ στεναχωρηθεὶς μὴ δυνάμενος νὰ συντάξῃ ἀσματικὴν ἀκολουθίαν τοῦ ἐκάλεσε τὸν πρωτοψάλτη τῆς Μητροπόλεως καὶ ἐνετείλατο αὐτῷ ν’ ἀντιγράψη τὴν ἀκολουθίαν τοῦ Ἁγίου Γεωργίου μετατρέπον τὸ Μεγαλομάρτυς εἰς τὸ Νεομάρτυς Γεώργιος καὶ οὔτε ἐπανηρίσθη ἡ πρώτη ἐπέτειος ἑορτή. Ταῦτα γνωρίζομεν ἐκ στόματος τοῦ ἰδίου Ἰωακεὶμ τοῦ Β’, ἀκούσαντες αὐτὸν τὸ 1876 καὶ 1877 ἐν Κωνσταντινουπόλει (πατριαρχεύοντος ἤδη), ὅτε ἐθαυμάσεν τὸ μνημονικόν του…μᾶς ἐφιλοδώρισε καὶ τὸ χειρόγραφον τῆς ἀκολουθίας ἐκείνης μὲ τὴν ἐντολὴ νὰ τὴν τυπώσωμεν καὶ ὅτι αὐτὴ δέον νὰ ψάλληται εἰς τὴν μνήμην τοῦ Νεομάρτυρος”.
Ἡ ἀκολουθία τοῦ Χρυσάνθου Λαϊνᾶ γράφτηκε πρὶν ἀπὸ τὴν ἐπίσημη κατάταξη τοῦ νεομάρτυρος Γεωργίου στὸ Ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἀντιγραφὴ τοῦ χειρογράφου τοῦ Λαϊνᾶ ἔγινε ἀπὸ τὸν Ἀναστάσιο, γιὸ τοῦ ἱερέως Κων/νου, στὶς 25 Φεβρουαρίου 1838, δηλ. τριανταεννέα ἡμέρες ἀπὸ τὸ μαρτύριο τοῦ Γεωργίου.
Ἀλλὰ καὶ οἱ ἁγιογράφοι δὲν περίμεναν τὴν ἐπίσημη κατάταξη τοῦ Γεωργίου στὸ Ἁγιολόγιο γιὰ νὰ τὸν ἁγιογραφήσουν μὲ φωτοστέφανο τοῦ ἁγίου. Ὁ Μητροπολίτης Ἰωαννίνων Ἰωακεὶμ ὁ Χίος παρήγγειλε κατὰ τὴν ὥρα τῆς κηδείας τοῦ ἁγίου στὸν Πέτρο Γεωργιάδη, ζωγράφο καὶ πρωτοψάλτη τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ, νὰ ἱστορήσει τὴ μορφή του. Ὁ ἴδιος ἁγιογράφος ἁγιογράφησε καὶ ἄλλες εἰκόνες, ποὺ βρίσκονται σὲ ναοὺς τῆς πόλεως τῶν Ἰωαννίνων. Ὁ λαϊκὸς ζωγράφος Γεώργιος Ζῆκος ἀπὸ τὸ χωριὸ Χιονάδες Κονίτσης φιλοτέχνησε εἰκόνα τοῦ ἁγίου δεκατρεῖς ἡμέρες μετὰ τὸ μαρτύριό του. Ἡ εἰκόνα αὐτὴ σήμερα φυλάσσεται στὸ παρεκκλήσι τῆς οἰκίας τοῦ ἁγίου στὰ Γιάννενα, ἱστορήθηκε ὕστερα ἀπὸ παραγγελία τοῦ ἱερομόναχου Χρυσάνθου Λαϊνᾶ. Παρόμοια εἰκόνα ὑπάρχει καὶ στὸ ἰδιωτικὸ παρεκκλήσι τοῦ Χρύσανθου στὴν Κόνιτσα. Στὸ ἴδιο παρεκκλήσι βρίσκεται καὶ ἡ ἱστόρηση τῆς Κοιμήσεως τοῦ Νεομάρτυρος. Πρόκειται γιὰ μία χαριτωμένη εἰκόνα. Ὁ ἅγιος εἰκονίζεται νεκρὸς στὸ ξυλοκρέββατο, ἐνῶ διακρίνονται οἱ τέσσερις Ἀρχιερεῖς ποὺ κήδευσαν τὸν Γεώργιο καὶ ὁ Χρύσανθος Λαϊνᾶς μὲ σχῆμα μοναχοῦ. Ἀπὸ αὐτὸ συμπεραίνουμε ὅτι ὁ Χρύσανθος ὑπῆρξε αὐτόπτης τοῦ μαρτυρίου τοῦ νεομάρτυρος.
“Το γεγονὸς ἄλλωστε ὅτι ὁ Γεώργιος εἰκονογραφεῖται δεκατρεῖς μέρες ἀπὸ τὸ μαρτύριό του ἀπὸ ζωγράφο ποὺ πρέπει νὰ γνώριζε, μᾶς κάνει νὰ ὑποθέσουμε ὅτι παρ’ ὅλη τὴ συμβατικότητα τῆς μορφῆς διασώζει καὶ στοιχεῖα ἀπὸ τὰ φυσιογνωμικά του χαρακτηριστικά. Ἐνδιαφέρουσα εἶναι καὶ ἡ εἰκόνα τοῦ μαρτυρίου στὸ ναϊδριο, δίπλα ἀπὸ τὸ Μητροπολιτικὸ ναό, τὴν ὁποία ἔκανε “ὁ ζωγράφος Πέτρος Γοὺ (Γεωργίου), πρωτοψάλτης τῆς Μητροπόλεως Ἰωαννίνων, 1842 Ἰουίου 4. Δίπλα ὑπάρχει εἰκόνα, ὅπου διαβάζουμε: “Δέησις τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ Παναγιώτου Σακελλαρίου 1836 Ἰανουαρίου 5. Χείρ. Κ. Θεοδοσίου Ἰωαννίτου”.
Λίγο χρονικὸ διάστημα μετὰ τὸ μαρτύριο τοῦ ἁγίου ἔχουμε στὸ χειρόγραφο τοῦ Χρυσάνθου Λαϊνᾶ μία θαυμάσια τρίχρωμη χαλκογραφία μὲ τίτλο “ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Νέος Μάρτυς ὁ ἐξ Ἰωαννίνων”, ὅπου διαβάζουμε: “Ἐχαλκογραφήθη διὰ ἐξόδων τοῦ ὁσιοτάτου Χ. Παγκρατίου ΜΧ 1838. Χείρ.Δανιὴλ εἰς Ἅγιον Ὄρος”. Ἡ ἐπιγραφὴ εἶναι γραμμένη στὴν Ἑλληνικὴ καὶ στὴν Παλαιοσλαβικὴ γλώσσα.
Ἰδιαίτερα ζωντανὴ εἶναι ἡ μνήμη τοῦ νεομάρτυρος στὶς σλαβικὲς χῶρες. Ἐνδιαφέρουσα εἰκόνα του συναντήσαμε στὸ μουσεῖο τοῦ ἱεροῦ ναοῦ ἁγίου Κλήμεντος Ἀχρίδας. Ἀνάγλυφη παράστασή του σώζεται στὴν ἀνατολικὴ πλευρὰ τοῦ ναοῦ ἁγίας Παρασκευῆς Μηλόβιτσας τοῦ σημερινοῦ κρατικοῦ μορφώματος τῶν Σκοπίων. Ἐπίσης εἰκόνες τοῦ νεομάρτυρος Γεωργίου ὑπάρχουν καὶ σὲ ἄλλους ναοὺς τῆς βόρειας βαλκανικῆς, ὅπως στὴ Jacodina(Svetozatevo), στὸ Kratovo, στὴ Fosa τῆς Βοσνίας, στὸ Rastak κοντὰ στὰ Σκόπια, στὸ Girabovo, στὴν Slepca κοντὰ στὸ Μοναστῆρι, στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου Μοναστηρίου καὶ σὲ ἄλλους ναούς. Τοιχογραφία τῶν μέσων τοῦ ιθ’ αἰῶνα ὑπάρχει στὴν πόλη Sredska κοντὰ στὴν πόλη Prizzen. Δύο φορητὲς εἰκόνες τοῦ ἁγίου σώζονται στὴ Σόφια στὸ ἐκεῖ Ἀρχαιολογικὸ Μουσεῖο. Εἰκόνα τοῦ Ἁγίου βρίσκεται ἐπίσης στὴν Ἀρχιεπισκοπὴ Φιλιππουπόλεως. Στὴ Ρουμανία σώζονται τρεῖς εἰκόνες τοῦ νεομάρτυρος. Δύο στὸ Μουσεῖο Τέχνης τοῦ Βουκουρεστίου καὶ ἄλλη μία στὴν Ἑλληνικὴ Ἐκκλησία τοῦ Βουκουρεστίου, φιλοτεχνημένη ἀπὸ ρουμάνο ζωγράφο τὸ 1839.
Στὶς ἀρχὲς τοῦ 1839 “ἐπὶ τῇ βάσει ἐκθέσεως τοῦ ἀπὸ Ρεθύμνης Μητροπολίτου Ἰωαννίνων Ἰωαννικίου ὑπογεγραμμένης καὶ ὑπὸ τοῦ πρώην Βελλᾶς Λεοντίου, τοῦ Περιστερᾶς Σεραφεὶμ καὶ ἄλλων πολλῶν κληρικῶν καὶ λαϊκῶν, βεβαιωσάντων τὴν τέλεσιν θαυμάτων ἐν τῷ τάφῳ τοῦ Νεομάρτυρος”, ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Γρηγόριος ὁ Στ’ ἀπεφάσισε μὲ Πατριαρχικὴ καὶ Συνοδικὴ Πράξη, ποὺ ἐκδόθηκε στὶς 19 Σεπτεμβρίου 1839, ὅπως “…ὁ ὑπὲρ Χριστοῦ πανδήμως τὸ μαρτύριον ἀναδεξάμενος Γεώργιος ὁ Νεομάρτυς, γνωρίζεται τοὐντεῦθεν παρὰ πάσης τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, ἀληθὴς μάρτυς τοῦ Χριστοῦ, συναριθμούμενος τῇ χορείᾳ τῶν πιστῶν, τελουμένης κανονικῶς τῆς μνήμης αὐτοῦ κατὰ τὴν 17η Ἰανουαρίου”. Ὁ Πατριάρχης Γρηγόριος, στέλνοντας τὴν Πατριαρχικὴ καὶ Συνοδικὴ Πράξη στὸν Μητροπολίτη Ἰωαννίνων, τὸν παρακάλεσε νὰ μὴ τὴ δημοσιεύσει γιὰ νὰ μὴν προκαλέσει τοὺς Τούρκους. Παράλληλα πρόσθεσε ὅτι ὁρίστηκε ἡ γιορτὴ τοῦ νεομάρτυρος τὴν 17ην Ἰανουαρίου, ἡμέρα γιορτῆς τοῦ ἁγίου Ἀντωνίου, γιὰ νὰ μὴ φανεῖ ὅτι γιὰ τὸν Νεομάρτυρα ἔγινε νέα γιορτή. Ἡ φήμη ὅμως τῶνθαυμάτων τοῦ ἁγίου σὲ χριστιανοὺς καὶ Μουσουλμάνους παραμέρισε τοὺς φόβους καὶ ἔτσι ἡ γιορτὴ τοῦ ἁγίου Γεωργίου τελοῦνταν πανηγυρικά.
Ἡ ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων τοῦ ἁγίου ἔγινε στὶς 26 Ὀκτωβρίου 1971 ἐπὶ Ἀρχιερατείας Σεραφεὶμ τοῦ μετέπειτα Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος. Σήμερα εἶναι ἀποθησαυρισμένα στὸν φερώνυμο Ἱερὸ Ναὸ τῆς πλατείας Πάργης Ἰωαννίνων.
Ὁ Ἅγιος γιορτάζεται πανηγυρικὰ στὰ Γιάννινα στὸ χωριὸ τοῦ Τσουρχλι (Ἅγιος Γεώργιος) Γρεβενῶν, ὅπου ἔχει ἀνεγερθεῖ λαμπρὸς ναός, στὸν Ἱερὸ Ναὸ Χρυσοσπηλαιώτισσης Ἀθηνῶν καὶ ὁπουδήποτε γὴς διαμένουν Ἠπειρῶτες καὶ Τσουρχλιῶτες.
Ὁ νεομάρτυς Γεώργιος μὲ τὴ μαρτυρικὴ θυσία τῆς ζωῆς του ἔγινε σύμβολο ἀντιστάσεως τοῦ λαοῦ, στέργιωσε τὴν πίστη τῶν ραγιάδων καὶ ἔδωσε ἐλπίδες καινούργιας ζωῆς. Τὸ ἀξιοθαύμαστο παράδειγμά του ἀπέβη καινούρια πηγὴ ἐνδυναμώσεως τῶν χριστιανῶν στὸν ἀγώνα τους γιὰ τὴ διατήρηση τῆς θρησκευτικῆς καὶ ἐθνικῆς ἐλευθερίας. Δικαιολογημένα τιμᾶται μὲ λαμπρότητα ἡ μνήμη του, στὴν ὁποία ψέλνουμε:
«Χαίροις ὁ νεομάρτυς Χριστοῦ, Ἰωαννίνων ὁ πολιοῦχος καὶ ἔφορος, καὶ λύχνος ὁ φωτοφόρος, ὁ καταυγάζων ἀεὶ τὴν Ἤπειρον πᾶσαν ἐν τοῖς θαύμασι-τυφλῶν ἡ ἀναβλέψις, παρειμένων ἀνόρθωσις-ὁ τοῖς ποικίλως, ἀσθενοῦσι τὴν ἴασιν, χαριζόμενος συμπαθεῖ ἐπισκέψει σου-ρύστης ὁ ἐτοιμότατος, καὶ φῦλαξ σωτήριος, τῶν ἐτησίων τελούντων, τὴν παναοίδιμον μνήμη σου Γεώργιε, μάκαρ, Ἐκκλησίας νέα βάσις, καὶ ἀγαλλίαμα».
Κείμενο Παρένθετο
[ Βίος Νεομάρτυρος Ἁγίου Γεωργίου τοῦ ἐξ Ἰωαννίνων
Ὁ Ἅγιος Γεώργιος γεννήθηκε τὸ 1808 μ.Χ. στὸ χωριὸ Τζούρχλι (ἢ Τζούραλη) τῆς ἐπαρχίας Γρεβενῶν (σήμερα φέρει τὴν ὀνομασία Ἅγιος Γεώργιος), ἀπὸ γονεῖς φτωχοὺς γεωργούς, τὸν Κωνσταντῖνο καὶ τὴ Βασίλω. Ὁ Γεώργιος, ἐπειδὴ οἱ γονεῖς του ἦταν φτωχοί, παρέμεινε ἀγράμματος. Ὀρφάνεψε σὲ παιδικὴ ἡλικία καὶ πῆγε στὰ Ἰωάννινα, ὅπου ἔγινε Ἱπποκόμος τοῦ Χατζῆ Ἀβδουλᾶ, ἀξιωματικοῦ του Ἰμὶν πασᾶ, στὸν ὁποῖο καὶ παρέμεινε γιὰ ὀκτὼ χρόνια.
Κατὰ τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1836 μ.Χ. συκοφαντήθηκε ἀπὸ ἐχθρούς του Τούρκους, ὅτι δῆθεν, προηγουμένως ἐξισλαμίστηκε καὶ κατόπιν ἐπανῆλθε στὴ χριστιανικὴ θρησκεία. Μπροστὰ στὸν κριτὴ ὁ Γεώργιος ἀπολογήθηκε μὲ θάρρος καὶ ἀπέδειξε ὅτι ποτὲ δὲν ἔγινε ἀρνησίθρησκος. Ἔτσι, ἀφοῦ βρέθηκε καὶ ἀπερίτμητος τὸν ἄφησαν ἐλεύθερο.......
Ἀργότερα πῆρε σύζυγο ὀνόματι Ἑλένη καὶ στὶς 30 Δεκεμβρίου τοῦ 1837 μ.Χ. γεννήθηκε τὸ παιδί τους, ποὺ 8 μέρες μετά, στὶς 7 Ἰανουαρίου, ἑορτὴ τοῦ Προδρόμου, βαπτίστηκε καί, λόγω τῆς ἡμέρας, ἔλαβε τὸ ὄνομα Ἰωάννης.
Στὴν συνέχεια, ὁ Γεώργιος, προσλήφθηκε Ἱπποκόμος τοῦ μουσελίμη Φιλιατῶν καὶ πῆγε στὴν πόλη αὐτή. Κατόπιν μὲ ἄδεια τοῦ ἀφέντη του, ἦλθε στὰ Ἰωάννινα γιὰ δικές του ὑποθέσεις, ὅπου τὴν 12η Ἰανουαρίου 1838 μ.Χ., ἡμέρα Τετάρτη, κάποιος Ὀθωμανὸς τὸν συκοφάντησε ὅτι δῆθεν ἦταν προηγουμένως Τοῦρκος καὶ ξανάγινε χριστιανός. Ἔτσι συνελήφθη, φυλακίστηκε καὶ μὲ τὴ βία οἱ Τοῦρκοι προσπαθοῦσαν νὰ τὸν ἀλλαξοπιστήσουν. Ὁ Γεώργιος ὅμως, παρέμεινε ἀμετάπειστος, ὁμολογώντας τὸν Χριστό. Μάταια λαὸς καὶ κλῆρος προσπαθοῦσαν νὰ τὸν πείσουν νὰ δραπετεύσει ἀπὸ τὴ φυλακή. Αὐτὸς ἐπέμενε νὰ μαρτυρήσει γιὰ τὸν Χριστό. Τρεῖς φορὲς ποὺ ὁδηγήθηκε στὸν κριτή, συνεχῶς ὁμολογοῦσε τὴν πίστη του.
Ἔτσι τὴ Δευτέρα 17 Ἰανουαρίου 1838 μ.Χ., ὁ Γεώργιος ἀπαγχονίστηκε στὴν ἀγορά. Τρεῖς ἡμέρες ἔμεινε κρεμασμένος στὴν ἀγχόνη καὶ στὸ διάστημα αὐτὸ κάθε βράδυ ἕνα οὐράνιο φῶς ἔλαμπε στὸ κεφάλι του. Ἀπὸ τὴν ὥρα δὲ ἐκείνη ἕνας καταιγισμὸς θαυμάτων πλημμύρισε τὴν πόλη. Πλῆθος παραλύτων καὶ πασχόντων ἀπὸ ποικίλες ἀσθένειες προστρέχοντας στὸν ἅγιο λάμβαναν τὴ θεραπεία τους. Ἀκόμη καὶ «μία Τούρκα (Τουρκάλα) ἅρπαξε τὴν κάλτσα ἀπὸ τὸ πόδι τοῦ ἁγίου καὶ ἔτρεξεν εἰς μίαν ἄρρωστη Τούρκα, ἤτις ἐθεραπεύθη ἀμέσως». Γι’ αὐτὸ καὶ στὶς εἰκόνες ὁ ἅγιος εἰκονίζεται κρεμασμένος καὶ φορώντας κάλτσα μόνο στὸ ἕνα πόδι, ἡ πρώτη μάλιστα εἰκόνα του φιλοτεχνήθηκε 13 μόλις ἡμέρες μετὰ τὸ μαρτύριό του. Ἔπειτα, τὸ λείψανό του, δωρήθηκε ἀπὸ τὸν Μουσταφᾶ παςᾶ στὸν Μητροπολίτη Ἰωαννίνων Ἰωακεὶμ καὶ τάφηκε μὲ τιμὲς δίπλα στὸ ἱερὸ Βῆμα τοῦ Μητροπολιτικοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου.
Τὴν 26η Ὀκτωβρίου 1971 μ.Χ. ἔγινε ἡ ἀνακομιδὴ τῶν Ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου, στὸ ναὸ ποὺ ἔφερε τὸ ὄνομά του καὶ κτίστηκε στὸν τόπο ποὺ πρὶν ἦταν τὸ σπίτι του. Ὁ Ἅγιος τιμᾶται καὶ στὴν Κέρκυρα στὴν «Παναγία τῶν ξένων», ὅπου εἰκονίζεται ὡς νεαρὸς φουστανελοφόρος.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α'. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὸν πανεύφημον Μάρτυν Χριστοῦ Γεώργιον, Ἰωαννίνων τὸ κλέος καὶ πολιοῦχον λαμπρῶν, ἐν ὠδαῖς πνευματικαῖς ἀνευφημήσωμεν ὅτι ἐνήθλησε στερρῶς καὶ κατήνεγκεν ἔχθρον, τοῦ Πνεύματος τὴ δυνάμει καὶ νῦν ἀπαύστως πρεσβεύει, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχᾶς ἡμῶν.
Ἡ πρώτη φορητὴ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου ἡ ὁποία ἔγινε στὶς 30/01/1838 μ.Χ. 13 ἡμέρες μετὰ τὸ μαρτύριό του, «Διὰ χειρὸς Ζήκου Χιοναδίτου" καὶ μὲ ἔξοδα τοῦ ἱερομόναχου Χρύσανθου Λαϊνᾶ.
πηγή: http://www.saint.gr/1663/saint.aspx ]
www.agiazoni.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου