Σήμερα, 20 τοῦ μηνὸς Ἰανουαρίου, ἑορτάζομε τὴν ἱερὴ μνήμη τοῦ ὁσίου πατέρα μας Εὐθυμίου τοῦ Μεγάλου. Ὁ ὅσιος Εὐθύμιος ἦταν στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Γρατιανοῦ, δηλαδὴ στὰ 377 μετὰ τὸ Χριστό. Πατρίδα του ἦταν ἡ Μελιτινὴ τῆς Ἀρμενίας καὶ γονεῖς του ὁ Παῦλος καὶ ἡ Διονυσία, ἄνθρωποι πιστοὶ καὶ εὐσεβεῖς χριστιανοί. Γεννήθηκε, καθὼς κι ὁ πρόδρομος Ἰωάννης ἀπὸ τὴν Ἐλισάβετ. Ἡ μητέρα του δηλαδὴ Διονυσία σὲ μεγάλη πιὰ ἡλικία δὲν εἶχε ἀκόμα παιδιά, ἀλλὰ δὲν ἔπαυαν αὐτὴ κι ὁ πατέρας του ὁ Παῦλος νὰ παρακαλοῦν τὸ Θεὸ νὰ τοὺς δώση ἕνα παιδί. Γιατί πάντα ἡ ἀτεκνία ἦταν καὶ εἶναι βαρὺ καὶ ἀσήκωτο πράγμα γιὰ τοὺς συζύγους, καὶ μάλιστα γιὰ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ.
Μιὰ μέρα ἐκεῖ ποὺ προσεύχονταν, ὁ Παῦλος κι ἡ Διονυσία ἄκουσαν φωνὴ Ἀγγέλου, ποὺ τοὺς ἔλεγε νὰ εὐθυμοῦν καὶ νὰ χαίρουν, γιατί θὰ γεννήσουν παιδί, ποὺ θὰ εἶναι χαρὰ γιὰ ὅλη τὴν Ἐκκλησία. Ἔτσι γεννήθηκε τὸ παιδὶ καὶ γι’ αὐτὴ τὴν αἰτία οἱ γονεῖς του τὸ ὠνόμασαν Εὐθύμιο. Γιὰ τοὺς εὐσεβεῖς ἀνθρώπους ὅσα συμβαίνουν στὸ βίο τους δὲν εἶναι τυχαῖα γεγονότα, γι’ αὐτὸ καὶ τὰ συνδέουν πάντα μὲ τὴ βουλὴ καὶ τὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ· «Ἄνευ γὰρ αὐτοῦ», καθὼς ψάλλομε σ’ ἕναν ὕμνο τῆς Ἐκκλησίας, «οὐ πράξις οὐ λόγος τελεῖται». Μποροῦσε νὰ ρωτάη ὁ κόσμος καὶ γιὰ τὸν Εὐθύμιο, ἔτσι ποὺ γεννήθηκε, καθὼς ρωτοῦσαν γιὰ τὸν πρόδρομο Ἰωάννη• «Τί ἄρα τὸ παιδίον τοῦτο ἔσται;»· τί λοιπὸν θὰ γίνη αὐτὸ τὸ παιδί; Καὶ καθὼς πάλι λέγει τὸ Εὐαγγέλιο γιὰ τὸν Πρόδρομο, ἔτσι καὶ μὲ τὸν Εὐθύμιο «Χεὶρ Κυρίου ἦν μετ’ αὐτοῦ».
Ὅταν πέθανε ὁ πατέρας του, ἡ μητέρα του πρόσφερε τὸν Εὐθύμιο στὸν Ἐπίσκοπο τῆς Μελιτινῆς, γιατί κι αὐτὴ τὸ ἐπιθυμοῦσε καὶ τὸ παιδὶ ἔδειχνε πὼς ἦταν γιὰ νὰ ὑπηρέτηση τὴν Ἐκκλησία. Τότε καὶ μέχρι πρὶν λίγα τώρα χρόνια οἱ χριστιανοὶ γονεῖς τὸ εἶχαν εὐλογία Θεοῦ καὶ μεγάλη τους χαρὰ νὰ δώσουν παιδιά τους στὴν Ἐκκλησία. Τώρα βέβαια μὲ κάθε τρόπο τὰ ἀποτρέπουν καὶ τὰ ἐμποδίζουν, κι ἂν κάποιο ἀγόρι ἤ κορίτσι φύγουν γιὰ τὸ μοναστῆρι, οἱ γονεῖς κλαῖνε καὶ ὀδύρονται, γιὰ τὸ κακὸ τάχα ποὺ ἔπαθαν. Καὶ δὲν λογαριάζουν τὸ μεγάλο κακὸ ποὺ πραγματικὰ γίνεται, ὅταν τόσα παιδιά, ἀγόρια καὶ κορίτσια, χάνονται στὴν τρικυμισμένη θάλασσα τοῦ βίου. Κι ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ καὶ οἱ ἐφημερίδες καὶ ἡ κοινὴ γνώμη ξεσηκώνονται ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ ἅγιος Εὐθύμιος κοντὰ στὸν Ἐπίσκοπο Μελιτινῆς σπούδασε τὰ ἐκκλησιαστικὰ καὶ ξεχώρισε μέσα σὲ πολλούς τῆς ἡλικίας του, γιὰ τὴν ὑπακοὴ καὶ τὴ σεμνότητά του, τὶς δυὸ ἀρετὲς ποὺ στολίζουν τοὺς νέους, ποὺ εἶναι γιὰ νὰ προκόψουν καὶ νὰ πᾶνε ψηλά. Ὄχι βέβαια γιὰ νὰ κερδίσουν τὸ βίο καὶ τὰ κοσμικὰ ἀξιώματα, ἀλλὰ γιὰ νὰ προκόψουν σὲ χριστιανικὴ ἀρετὴ καὶ ἁγιωσύνη. Ὁ ἅγιος Εὐθύμιος στὰ τριάντα του χρόνια ἦταν κι ὅλα ἱερέας κι εἶχε τὴν ἐπιμέλεια ὅλων τῶν μοναστηριῶν τῆς ἐπισκοπῆς Μελιτινῆς. Ἐδῶ ταιριάζει νὰ ἐπαναλάβωμε τὰ λόγια τῆς Σοφίας Σολωμόντα, ὅτι «Γῆρας τίμιον οὐ τὸ πολυχρόνιον, οὐδὲ ἀριθμῷ ἐτῶν μεμέτρηται· πολιὰ δὲ ἔστι φρόνησις ἀνθρώποις καὶ ἡλικία γήρως βίος ἀκηλίδωτος». Στὸν ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ δὲν μετρᾶνε τὰ χρόνια, ἀλλὰ ἡ φρονιμάδα καὶ ἡ καθαρότητα τοῦ βίου.
Μετὰ τὴ διακονία του στὴ Μελιτινή, ὁ ἅγιος Εὐθύμιος ἔφυγε στὰ Ἱεροσόλυμα κι ἔγινε ἐκεῖ ἱδρυτὴς πολλῶν μοναστηριῶν μαζὶ μὲ τὸν ὅσιο Θεόκτιστο. Ὁ καιρὸς μας βέβαια δὲν ἐκτιμᾶ τέτοιες δραστηριότητες· τὶς θεωρεῖ ὄχι μόνο ἄσκοπες, ἀλλὰ ἀντικοινωνικὲς καὶ ἐπιζήμιες. Κι ὅμως δὲν ζημιώνεται ὁ κόσμος, ἐπειδὴ κάποιοι ἅγιοι στὶς σπηλιὲς σηκώνουν τὰ χέρια τους σὲ νυχθήμερη προσευχή, ὅταν πολλὰ χέρια σ’ ὅλο τὸν κόσμο κινοῦνται στὸ ἔγκλημα καὶ τὴν παρανομία. Ὁ ἅγιος Εὐθύμιος ἔφτασε σὲ τόση καθαρότητα βίου, ὥστε ὅταν τελοῦσε τὴ θεία Λειτουργία οἱ πιστοὶ τὸν ἔβλεπαν σὰν μία φωτεινὴ στήλη, κι ὅταν ὕστερα πλησίαζαν γιὰ νὰ κοινωνήσουν, ἐκεῖνος σὰν καὶ νὰ 'βλεπε μέσα τους ἤξερε ποιοὶ κοινωνοῦσαν ἀξίως καὶ ποιοὶ ἀναξίως. Μακάρι κάθε ἱερέας ἀπό μᾶς, ὡς «οἰκονόμος μυστηρίων Θεοῦ», νὰ εἶχε αὐτὸ τὸ χάρισμα.
Ὁ ἅγιος Εὐθύμιος πλήρωσε τὸ κοινὸ χρέος σὲ ἡλικία ἐνενήντα - ἑπτὰ ἐτῶν. Τὰ ἑξήντα - ἑπτὰ τὰ ἔζησε στὴ σιωπὴ καὶ τὴν προσευχὴ μέσα σ’ ἕνα σπήλαιο τῆς Παλαιστίνης, ὅπου δίδασκε τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἔρχονταν ἐκεῖ καὶ θαυματουργοῦσε. Τετρακόσιους ταξιδιῶτες, ποὺ ἔχασαν τὸ δρόμο τους κι ἔφτασαν στὴν πόρτα του, τοὺς ἔθρεψε πολλαπλασιάζοντας λίγο ξερὸ ψωμὶ ποὺ εἶχε γιὰ νὰ περάση. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶπε· «Ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ τὰ ἔργα ἃ ἐγὼ ποιῶ κἀκεῖνος ποιήσει...». Ἀλλὰ στὸν καιρό μας οἱ ἄνθρωποι καταστρέφουν καὶ θάβουν τὴν παραγωγή, ὅταν ἄλλοι πεθαίνουν χιλιάδες κάθε μέρα ἀπὸ τὴν πείνα. Κι αὐτοὶ βέβαια, ποὺ διαχειρίζονται καὶ διευθύνουν τὰ οἰκονομικά τοῦ κόσμου, δὲν εἶναι ἀπόκοσμοι ἀσκητές, ἀλλ’ ἄνθρωποι ποὺ ἐνδιαφέρονται, καθὼς λένε, γιὰ τὸ κοινωνικὸ καλό. Ὁ μεγάλος Ἀπόστολος θὰ ἔλεγε ὅτι «παρέδωκεν αὐτοὺς ὁ Θεὸς εἰς ἀδόκιμον νοῦν ποιεῖν τὰ μὴ καθήκοντα». Ἀμήν.
www.agiazoni.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου